ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΙΚΕΣ ΝΕΟΥ ΤΥΠΟΥ
Οι πολιτικοί χαρακτηρισμοί στο εδώλιο
1. 2. 3.
Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις. Ο κανόνας ισχύει, καθώς φαίνεται, και στο χώρο της πολιτικής. Ακόμα και όταν αυτός ο "αυτοπροσδιορισμός" έρχεται σε καταφανή σύγκρουση με την πραγματικότητα, αλίμονο σε όποιον τολμήσει να τον αμφισβητήσει. Πρέπει να απολογηθεί στα δικαστήρια.
Τα κωμικοτραγικά στιγμιότυπα της δίκης Κατριβάνου-Γιαννόπουλου που γαρνίριζαν επί βδομάδες τις τηλεοπτικές ειδήσεις και τα ευτράπελα ή μελαγχολικά αποσπάσματα της ακροαματικής διαδικασίας που δημοσιεύονταν στον Τύπο δύσκολα έκρυβαν την αμηχανία όλων των πρωταγωνιστών της υπόθεσης. Πώς είναι δυνατόν να περιμένουμε από ένα δικαστήριο, όσο "φωτισμένη" και να είναι η σύνθεσή του, να αποφανθεί αν ο ένας πολιτικός υπήρξε πριν από 60 χρόνια ήρωας ή προδότης και να κρίνει αν ο άλλος υπήρξε αγωνιστής του λαού ή "νενέκος"
Φυσικά είναι κατανοητή η αντίδραση του πολιτικού που είδε να του αμφισβητούν το παρελθόν και να τον εντάσσουν ούτε λίγο ούτε πολύ στη μαύρη λίστα των δωσιλόγων. Αλλά πώς να αποφασίσει το καημένο το δικαστήριο αν έχει δίκιο ο ένας καπετάνιος του ΕΛΑΣ που καταθέτει υπέρ του μηνυτή ή ο άλλος καπετάνιος του ΕΛΑΣ που καταθέτει υπέρ του κατηγορουμένου; Τελικά, αυτό που μένει στο κοινό, δεν είναι η δικαστική απόφαση, αλλά η πολιτική πεποίθηση που είχε καθένας εξαρχής. Και από την ακροαματική διαδικασία μένει μόνο η θλιβερή ιστορία με τον διαταραγμένο αυτόκλητο υβριστή, ο οποίος πλήρωσε με δυο χρόνια φυλάκιση την έμπνευσή του να συνδέσει τα δυο πρόσφατα τηλεοπτικά δικαστικά θρίλερ, μπλέκοντας τον κ. Γιαννόπουλο με τον κ. Κορκολή.
Είσαι ό,τι δηλώσεις;
Η υπόθεση Γιαννόπουλου-Κατριβάνου είναι ασφαλώς ξεχωριστή.
Όμως παρόμοια (δικαστική) κατάληξη έχουν και κάποιοι απλοί πολιτικοί χαρακτηρισμοί που διατυπώνονται διά του Τύπου και δυσαρεστούν τους πολιτικούς που θα 'θελαν να τους αποδίδουν τα μέσα ενημέρωσης μόνο θετικούς χαρακτηρισμούς. Και καλούνται οι εφημερίδες ή τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης να καταβάλουν τεράστια ποσά ως αποζημίωση στον «θιγέντα», ακόμα και αν αυτό που του καταλογίστηκε ήταν μια απλή πολιτική τοποθέτηση στη χωροταξία του πολιτικού φάσματος.
Το σίγουρο είναι ότι κανείς δεν είναι πρόθυμος να αποδεχθεί κάποιον πολιτικό χαρακτηρισμό, όταν κρίνει ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν είναι και πολύ δημοφιλής. Ακόμα και τα γνωστά στελέχη της άκρας δεξιάς δυστροπούν όταν διαπιστώνουν ότι τους τοποθετούν στο άκρο του πολιτικού φάσματος. Η κατάληξη είναι πραγματικός τραγέλαφος. Ο κ. Πλεύρης, π.χ., αποκρούει τον χαρακτηρισμό του "ναζιστή", ενώ αποδέχεται ασμένως την ιδιότητα του "εθνικοσοσιαλιστή". Αποστρέφεται τον χαρακτηρισμό του «αντισημίτη», αλλά βεβαίως αρνείται την ύπαρξη του Ολοκαυτώματος και δικαιολογεί απολύτως τη θηριωδία του χιτλερικού καθεστώτος. Ο κ. Μιχαλολιάκος της "Χρυσής Αυγής" προτιμά να τον αποκαλούν σκέτο "εθνικιστή", αν και μας έχει γεμίσει με ναζιστικά σύμβολα και με ηρωικές ιστορίες από τους αγωνιστές των SS. Αλλά και ο κ. Γρηγόρης Μιχαλόπουλος, ο οποίος αποφάσισε πάλι να πολιτευτεί, είναι έτοιμος να εκραγεί, μόλις ακούσει το επίθετο "χουντικός". Αυτό δεν τον εμποδίζει, βεβαίως, να συγκροτεί κόμμα με τον Παττακό, τον Μακαρέζο, τον Ντερτιλή και τη Δέσποινα Παπαδοπούλου.
Έχουμε προσωπική πείρα από παρόμοιες καταστάσεις. Μια σειρά ατόμων έχουν υποβάλει τον τελευταίο καιρό μηνύσεις και αγωγές εναντίον του "Ιού" και της "Ελευθεροτυπίας", επειδή τα ονόματά τους ή τα κείμενά τους συνδέθηκαν με το πολυπλόκαμο ρεύμα της ελληνικής ακροδεξιάς. Κάποιοι υπέβαλαν ακόμα και αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων, προτείνοντας, δηλαδή, την επαναφορά της προληπτικής λογοκρισίας. Και όλοι ζητούν μερικά δις δρχ. για την αποκατάσταση της τρωθείσης τιμής τους. Για τις υποθέσεις αυτές θα ενημερωθούν πλήρως οι αναγνώστες μας μόλις ολοκληρωθεί η νομική διαδικασία.
Το μοντέλο Ζαν-Μαρί Λεπέν
Η υπόθεση θα προσφερόταν απλώς για ψυχαναλυτική μελέτη αν δεν έκρυβε σοβαρούς κινδύνους για την ελευθερία του Τύπου και το δικαίωμα της απρόσκοπτης πολιτικής ανάλυσης. Σε πολλές περιπτώσεις οι δημοσιογράφοι επιλέγουν την αυτολογοκρισία, προκειμένου «να μην μπλέξουν» και οδηγούνται έτσι στο άλλο άκρο: να παραπληροφορούν το κοινό. Διότι είναι πραγματική παραπληροφόρηση η κατάταξη, για παράδειγμα, της «Χρυσής Αυγής» στο χώρο της «κεντροδεξιάς» ή της «συντήρησης».
Αναμφισβήτητο πρότυπο αυτής της επιχείρησης "πολιτικού αυτοπροσδιορισμού" της άκρας δεξιάς είναι ο Γάλλος αρχηγός του Εθνικού Μετώπου ο γνωστός Ζαν-Μαρί Λεπέν. Μπορεί εδώ στην Ελλάδα να γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πρόκειται για έναν πατεντάτο ρατσιστή, με φασιστικές ιδέες και φιλοναζιστικό παρελθόν, αλλά στη Γαλλία δεν επιτρέπεται πλέον να τον αποκαλεί κανείς ούτε καν ακροδεξιό. Με μια σειρά δίκες, ο Λεπέν κατόρθωσε να επιβάλει τη θέλησή του στον γαλλικό Τύπο. Η υπόθεση ξεκίνησε από το τέλος της δεκαετίας του '80, όταν ο Λεπέν άρχισε να υποβάλει μηνύσεις και αγωγές σε όσους του απέδιδαν τον τίτλο του ρατσιστή.
Επειδή στη Γαλλία ακόμα και η διατύπωση ρατσιστικών ιδεών είναι αδίκημα, ο Λεπέν βρήκε έναν πονηρό τρόπο για να κερδίζει τις μηνύσεις του. Υποστήριζε ότι δεν έχει καταδικαστεί ποτέ ως ρατσιστής, κατά συνέπεια ο χαρακτηρισμός αυτός είναι ψευδής και συκοφαντικός. Πρόκειται για χονδροειδές ψέμα, το οποίο παρέσυρε ωστόσο κάποια δικαστήρια να τον δικαιώσουν. Το ποινικό μητρώο του κ. Λεπέν έχει πάντως πλούσια στοιχεία για τις ρατσιστικές του επιδόσεις.
- Ήδη στις 14 Ιανουαρίου του 1971 το ακυρωτικό δικαστήριο τον καταδίκασε ως προπαγανδιστή εγκλημάτων πολέμου. Ο Λεπέν είχε τότε θέσει σε κυκλοφορία ένα δίσκο με τραγούδια του Γ' Ράιχ. Το δικαστήριο έκρινε ότι «ο δίσκος αυτός προκαλεί θετικά συναισθήματα για τους ηγέτες του ναζιστικού κόμματος.»
- Στις 31 Οκτωβρίου 1984 το δικαστήριο της Αμιέν απάλλαξε την εφημερίδα "Le Courrier picard" από τη μήνυση του Λεπέν και καταδίκασε τον ίδιο στα δικαστικά έξοδα. Η εφημερίδα είχε γράψει ότι ο Λεπέν με τους λόγους του ενισχύει τον αντισημιτισμό και τον ναζισμό, ότι είναι οπαδός του Φράνκο και του Χίτλερ, κλπ.
- Στις 31 Οκτωβρίου 1985, το δικαστήριο της Λιόν εκδίκασε τη μήνυση του Λεπέν εναντίον της τοπικής οργάνωσης του Σοσιαλιστικού κόμματος στον Ροδανό, με την κατηγορία ότι σε προκήρυξή τους ανέφεραν για το Εθνικό Μέτωπο ότι «στις συναντήσεις της άκρας δεξιάς επικρατεί μισαλλοδοξία και πρόκληση μίσους, ρατσισμού, ξενοφοβίας και αντισημιτισμού.» Η μήνυση απορρίφθηκε και ο Λεπέν υποχρεώθηκε να πληρώσει τα έξοδα.
- Στις 11 Μαρτίου του 1986 το δικαστήριο του Ομπερβιλιέ καταδίκασε τον Λεπέν επειδή επιτέθηκε φραστικά σε τέσσερις εβραίους δημοσιογράφους.
- Στις 23 Σεπτεμβρίου 1987 ο Λεπέν καταδικάστηκε στη Ναντέρ, επειδή χαρακτήρισε τους θαλάμους αερίων ως «λεπτομέρεια». Η υπόθεση κράτησε μέχρι την τελική καταδίκη στο ανώτατο ακυρωτικό το 1991.
- Στις 16 Δεκεμβρίου 1989 το ανώτατο δικαστήριο της Τουλόν απάλλαξε τον ηθοποιό Ροζέ Ανέν, ο οποίος είχε δηλώσει ότι «οι ηγέτες του Εθνικού Μετώπου δεν είναι μόνο φασίστες, αλλά πραγματικοί ναζί».
- Στις 22 Ιανουαρίου 1991 η εισαγγελία απαγόρευσε την αφίσα του Εθνικού Μετώπου που συνδύαζε το AIDS με την ύπαρξη των μεταναστών.
- Στις 27 Νοεμβρίου 1992 το εφετείο του Σαμπερί αποφάνθηκε ότι ο Λεπέν και το Εθνικό Μέτωπο είναι αντισημίτες και ρατσιστές.
- Στις 22 Ιουνίου 1994 το εφετείο του Παρισιού απάλλαξε τον Μισέλ Ροκάρ από την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης του Λεπέν. Το δικαστήριο έκρινε ότι καλώς έκανε ο σοσιαλιστής πολιτικός όταν από την τηλεόραση υποστήριξε ότι ο Λεπέν υπήρξε βασανιστής κατά τον πόλεμο της Αλγερίας.
Και όμως. Σε πείσμα όλων αυτών των δικαστικών αποφάσεων, ο Λεπέν συνεχίζει να μηνύει όσους αναφέρονται στις ακροδεξιές και ρατσιστικές του θέσεις. Ποντάρει στο γεγονός ότι κάποιο δικαστήριο κάποτε θα βγάλει θετική γι' αυτόν απόφαση. Κάνει σήμερα χρήση του νόμου που δίνει δικαίωμα απάντησης σε όσους θίγονται από δημοσιεύματα και καταφέρνει να επιβάλει σε μεγάλες εφημερίδες, όπως η "Monde" και η "Liberation", να δημοσιεύουν εκτενείς «επανορθώσεις», οι οποίες στην πραγματικότητα είναι προπαγανδιστικά κείμενα. Με την απειλή ότι θα πληρώσουν τεράστια ποσά, οι δυο εφημερίδες δέχθηκαν να δημοσιεύσουν άθλια δήλωση του Λεπέν, όπου υποστηρίζεται ότι «το Εθνικό Μέτωπο ουδέποτε υπήρξε ξενοφοβικό κίνημα».
Για την υπόθεση αυτή έχει συνταχθεί ειδική έκθεση από το γαλλικό τμήμα των «Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα» και διαπιστώνεται ότι μ' αυτό τον τρόπο ο Λεπέν πέτυχε μια ιδιότυπη λογοκρισία: «Πρόκειται για μια πραγματική ληστεία της ύλης της εφημερίδας, για μια ιδιοποίηση του πιο πολύτιμου αγαθού της εφημερίδας, του χώρου των συντακτών της.»
Για να αντιδράσουν σ' αυτή την πρόκληση, 137 προσωπικότητες πέταξαν τον Ιούνιο του 1996 το γάντι στον Λεπέν, δηλώνοντας δημόσια ότι δεν πρόκειται να συμμορφωθούν στις υποδείξεις του:
«Ο Ζαν-Μαρί Λεπέν δηλώνει ότι απαγορεύει σε όλους να λεν ή να γράφουν ότι το «Εθνικό Μέτωπο» είναι κόμμα της άκρας δεξιάς. Αναγγέλλει ότι θα κάνει συστηματική χρήση του δικαιώματος απάντησης που του παρέχει ο νόμος και στην ανάγκη θα προσφεύγει στα δικαστήρια κάθε φορά που το κόμμα του θα χαρακτηρίζεται μ' αυτό τον τρόπο σε μια εφημερίδα, στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση. Αυτή η αξίωση, η οποία στηρίζεται σε μια καταχρηστική ερμηνεία του δικαιώματος απάντησης, είναι άραγε συμβατή με την ελευθερία της έκφρασης;
Όχι. Γι' αυτό το λόγο οι υπογράφοντες αρνούνται να υποκύψουν σ' αυτή την προσπάθεια εκφοβισμού. Δηλώνουν ότι θα εξακολουθούν να λένε τα πράγματα με το όνομά τους. Ο Ζαν-Μαρί Λεπέν είναι ένας άνθρωπος της άκρας δεξιάς. Και ο Εθνικό Μέτωπο είναι ένα κίνημα μισαλλόδοξο και ξενοφοβικό, ένα κόμμα της άκρας δεξιάς.»
Μεταξύ αυτών που υπογράφουν γνωστότεροι στην Ελλάδα είναι ο Μισέλ Ροκάρ, ο Λοράν Φαμπιούς, ο Ρομπέρ Ι, ο Ζακ Λανγκ, η Σιμόν Βέιλ, ο Αλέν Τουρέν, ο Ζορζ Ντιμπί, ο Μορίς Ντιβερζέ, ο Λεόν Πολιακόφ, ο Χόρχε Σεμπρούν, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Σαμί Ναϊρ, ο Φερνάντο Αραμπάλ, ο Μαρκ Φερό, ο Πασκάλ Μπρικνέρ, ο Αρλέμ Ντεζίρ, η Μαρίνα Βλαντί, ο Βολίνσκι.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το γεγονός ότι υποχρεώθηκαν να αντιδράσουν μ' αυτό τον τρόπο οι προσωπικότητες αυτές της γαλλικής κοινωνίας, ακόμα και πρώην πρωθυπουργοί! Ισοδυναμεί με μια έμμεση και τραγική παραδοχή ότι ο Λεπέν κατόρθωσε, κάνοντας χρήση αυτού του δικαστικού όπλου που έχει θεσπιστεί για την άμυνα των αδύναμων πολιτών απέναντι στην ανεξέλεγκτη ισχύ του Τύπου, να μεταστρέψει τα μέσα ενημέρωσης σε «ουδέτερους παρατηρητές» της δραστηριότητάς του, κάτω από την απειλή της δικαστικής τιμωρίας.
Πρόκειται για μια εξέλιξη που δεν έχει ακόμα βρει ανάλογη εφαρμογή στην Ελλάδα. Λειτουργούν ευτυχώς, ακόμα και σήμερα, οι μνήμες της δικτατορίας και είναι λίγο δύσκολο να περάσει στα δικαστήρια η τρομοκρατία των δικομανών πολιτευόμενων.
Όμως μια σειρά μηνύσεις και αγωγές εις βάρος δημοσιογράφων και εφημερίδων -προερχόμενες από στελέχη ποικίλων πολιτικών χώρων- μας κάνουν να σκεφτούμε ότι θα δούμε και στη χώρα μας τα δικαστήρια να γίνονται χώροι «πολιτικής κατάταξης» των διαμαρτυρόμενων πολιτευτών. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των δημοσιογράφων, με πρόσφατες ανακοινώσεις τους, επισημαίνουν το φαινόμενο και διαμαρτύρονται για την εξέλιξη αυτή που φαλκιδεύει την ελευθεροτυπία.
Ίσως είναι καιρός.
(Ελευθεροτυπία, 9/1/2000)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |