ΥΠΕΡΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ

1.   2.   3.

 

Ποιο καράβι είναι γεμάτο;

«Όταν η σωσίβια λέμβος είναι γεμάτη, και χιλιάδες θύματα ενός ναυαγίου ζητούν απελπισμένα βοήθεια, μοιάζει πολύ σκληρό το ότι δεν μπορείς να τους πάρεις όλους. Και όμως, είναι πιο ανθρώπινο να τους προειδοποιήσεις ότι δεν πρέπει να έχουν ψεύτικες ελπίδες και να φροντίσεις να σώσεις τους ανθρώπους που βρίσκονται ήδη μέσα στη βάρκα.» 

Μ' αυτά τα λόγια εξηγούσε ο εκπρόσωπος της ελβετικής κυβέρνησης την απόφαση των αρχών της χώρας τους να κλείσουν τα σύνορά της και να σταματήσουν να δέχονται πρόσφυγες από τη Γερμανία και την Αυστρία. Ήταν τέλος του 1942 και οι ξένοι που ζητούσαν καταφύγιο στα ελβετικά σύνορα ήταν οι διωκόμενοι του ναζιστικού καθεστώτος. Μέχρι τότε η Ελβετία είχε αναλάβει την περίθαλψη 16.400 ατόμων. Τόσους έκριναν ότι μπορούν να σώσουν. Τους υπόλοιπους τους άφησαν στη μοίρα τους. Στο ’ουσβιτς και το Νταχάου. Μοναδική εξαίρεση γινόταν για τις εγκύους, για τα παντρεμένα ζευγάρια με παιδιά και τους πολιτικούς πρόσφυγες. Όμως η σχετική διάταξη εξαιρούσε από την κατηγορία των πολιτικών προσφύγων «όσους διώκονται εξαιτίας φυλετικών λόγων»! 

Το «καράβι» είναι σήμερα και πάλι γεμάτο. Πάλι οι εκπρόσωποι των δυτικών κυβερνήσεων σηκώνουν τα χέρια ψηλά και μιλούν για την ανάγκη να κλείσουν οι πόρτες του καραβιού για να σωθούν όσοι πρόλαβαν να μπουν μέσα. Πρώτοι-πρώτοι αυτοί που δεν μασούν τα λόγια τους, οι οπαδοί του λεπενικού πολιτικού ρεύματος. Σχεδόν πανομοιότυπες αφίσες των γερμανών Ρεπουμπλικάνων και του ελληνικού «Εθνικού Μετώπου» εμφανίζουν το «καράβι του Έθνους» να κλυδωνίζεται από τη παρουσία των ξένων. Οι εικόνες είναι σαφείς: οι μαύροι και οι ’ραβες με τα χατζάρια κυριαρχούν στην «εθνική κιβωτό». Ανήμποροι οι λευκοί «ιθαγενείς» παρακολουθούν το ναυάγιο.

Δυστυχώς, όμως, το ίδιο ιδεολογικό τέχνασμα χρησιμοποιούν και οι θεωρούμενοι ως έγκυροι εκφραστές της κοινής γνώμης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel»: μέσα σε μια δεκαετία, όσες φορές επέλεξε να προβάλει στο εξώφυλλό του το πρόβλημα της μετανάστευσης, των ξένων, των προσφύγων και του ασύλου, κατέφυγε στο ίδιο παραπλανητικό σχήμα, το «γεμάτο πλοίο». 

Αυτή η παρομοίωση του εθνικού κράτους με ένα καράβι που κινδυνεύει από τα μεταναστευτικά «σκυλόψαρα» σημαδεύει μια τραγική αντιστροφή, μια από τις πιο απίστευτες μορφές χειραγώγησης της κοινής γνώμης, μέσω παραπειστικών συμβολισμών. Διότι η σύγχρονη μετανάστευση έχει να μας επιδείξει μια εντελώς διαφορετική σχέση των μεταναστών με τα καράβια. Είναι οι χιλιάδες Αλβανοί που φορτώθηκαν στα σαπιοκάραβα τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1991 για να διασχίσουν την Αδριατική και να έρθουν αντιμέτωποι με τα όπλα του ιταλικού στρατού στο Μπάρι. Είναι οι 181 μετανάστες από την Ινδία και τη Σρι Λάνκα που έφτασαν στο Λαύριο το καλοκαίρι του '90 στα αμπάρια του πλοίου «Τζαμάλ». Είναι οι 77 Ιρακινοί που θαλασσοδέρνονταν επί 17 ημέρες στην οριογραμμή Ελλάδας-Τουρκίας μέσα στο πλοίο «Κωστάκης» τον Οκτώβριο του 1992. Είναι οι άλλοι 35 Ιρακινοί που έζησαν μια ανάλογη περιπέτεια τον Αύγουστο του 1993 στο σκάφος «Γιαννάκης». Είναι οι 300 μετανάστες που βυθίστηκαν με το πλοίο τους στα ανοιχτά της Μάλτας τα Χριστούγεννα του '96. Είναι οι 80 Αλβανοί που πνίγηκαν, τον Μάρτιο του '97, όταν το πλοίο τους εμβολίστηκε από ιταλική φρεγάτα. Είναι, τέλος, οι τραγικοί νεκροί της φωτιάς στο «Σούπερφαστ ΙΙΙ». 

Όσοι έχουν πειστεί για την ορθότητα της θεωρίας του «γεμάτου πλοίου», ας σκεφτούν ότι τις μέρες των δικών μας γιορτών το ελληνικό λιμενικό καταδίωκε σε όλο το μήκος και το πλάτος των ελληνικών θαλασσών ένα πλοίο-φάντασμα γεμάτο με 300 μετανάστες, το βουλγαρικό Βόντλεϊ, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι δεν θα «ξεβράσει» την πραμάτεια του σε κάποια αφύλακτη ακτή. 

Δεν νομίζουμε, λοιπόν, ότι θα αδικήσουμε τους υποστηρικτές της θεωρίας του «γεμάτου πλοίου», αν τους θυμίσουμε ότι η αρχική σύλληψη της ιδέας ανάγεται σε ένα μικρό βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1926 στο Μόναχο και αμέσως έγινε μπεστ σέλερ και πούλησε μισό εκατομμύριο αντίτυπα. Ήταν το «Λαός δίχως χώρο» του Χανς Γκριμ. Πρόκειται για το πρώτο λαϊκό ανάγνωσμα που προπαγάνδισε την ιδεολογία του παγγερμανισμού και προετοίμασε την επικράτηση του ναζισμού. Το κείμενο που στήριξε τη χιτλερική θεωρία περί «ζωτικού χώρου». Αυτόν τον ίδιο «ζωτικό χώρο» διεκδικούν σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες με τις παρεμβάσεις τους σε όλο τον κόσμο, αλλά και η Ευρώπη με την κατάργηση του ασύλου και τις διώξεις των μεταναστών που επιτάσσει η συνθήκη Σένγκεν. 


Δημογραφική βουλιμία


Απώθηση ("ανορεξία") για τους "διαφορετικούς" που νοούνται ως βάναυσοι εισβολείς στην ξένη ιδιοκτησία, επιθυμία ("βουλιμία") για τους "ομοίους", με τους οποίους οφείλουμε να μοιραζόμαστε τον ίδιο χώρο - πραγματικό ή και φαντασιακό. Ποιητής και δοκιμιογράφος, ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ καταφεύγει σε δύο εύγλωττες παραβολές για να εικονογραφήσει την απεχθή στάση των ευρωπαϊκών λαών απέναντι στα πρόσφατα μεταναστευτικά κύματα ("Der Spiegel" 34/1992):

Στην πρώτη παραβολή, βρισκόμαστε στο κουπέ ενός τρένου όπου δύο επιβάτες ετοιμάζονται για ένα άνετο ταξίδι. Στα ελεύθερα καθίσματα έχουν απλώσει εφημερίδες, αποσκευές και πανωφόρια. Αίφνης η πόρτα ανοίγει και δύο νέοι ταξιδιώτες έρχονται να προστεθούν στην παρέα. Η άφιξή τους δεν γίνεται δεκτή με ευχαρίστηση: οι "παλιοί" μαζεύουν βαρυγκομώντας τα σκόρπια αντικείμενα για να κάνουν θέση στους καινούριους. Παρόλο που δεν γνωρίζονταν προηγουμένως, νιώθουν μια κάποια αλληλεγγύη μεταξύ τους, καθώς θεωρούν ότι το κοινό τους έδαφος παραβιάζεται από απρόσκλητους καταπατητές. Η αίσθησή τους, όσο κι αν δεν μπορεί να στηριχθεί λογικά, είναι ότι τους κλέβουν το χώρο. Μολαταύτα, δεν τσακώνονται με τους άλλους δύο. Μια τέτοια συμπεριφορά απαγορεύεται από τον κανονισμό των σιδηροδρόμων αλλά και από τους κανόνες της ευγένειας. Η δυσφορία τους εκφράζεται έτσι μόνο με βλέμματα και μισόλογα από τα οποία προκύπτει ότι οι νέοι επιβάτες γίνονται με δυσκολία ανεκτοί από τους παλιούς. Πρόκειται για μια μάλλον παράλογη κατάσταση: όσο κι αν κάθε ταξίδι είναι μια μετάβαση, οι επιβάτες φροντίζουν για τη σύντομη παραμονή τους στο τρένο λες και θα έμεναν εκεί για πάντα.

Αν η πόρτα ανοίξει πάλι και μπουν δύο ακόμη επιβάτες, οι συσχετισμοί θα αλλάξουν άρδην στο εσωτερικό του κουπέ: οι τέως παρείσακτοι μετατρέπονται τώρα σε "αυτόχθονες" που θα διεκδικήσουν με κάθε θεμιτό τρόπο τα προνόμια που απορρέουν από τη θέση τους. Ως δια μαγείας, η είσοδος των νέων επιβατών τροποποιεί αυτομάτως τη δική τους σχέση με το χώρο. Και εκπλήσσει η ταχύτητα με την οποία λησμονούν τα προσωπικά τους βάσανα όσο ήταν κι αυτοί "καινούριοι".

Η δεύτερη παραβολή είναι η γνωστή μεταφορά της σωσίβιας λέμβου που οδηγεί κάποιους ναυαγούς στη σωτηρία, ενώ δεκάδες άλλοι επιζώντες αγωνίζονται να ανέβουν κι αυτοί στη βάρκα. Τι πρέπει να κάνουν όσοι έχουν εξασφαλίσει τη θεσούλα τους; Να τους αφήσουν; Τότε η βάρκα θα ανατραπεί και οι πάντες θα πνιγούν. Η παραβολή της σωσίβιας λέμβου, τόσο τρέχουσα σήμερα, συνιστά κατά τον Εντσενσμπέργκερ την ακραία εκδοχή του μοντέλου του τρένου. Και στις δύο περιπτώσεις κάποιοι εμφανίζονται ως ιδιοκτήτες του χώρου που διεκδικείται και από άλλους. Με μια διαφορά: στο τρένο, το διακύβευμα είναι η άνεση του ταξιδιού, στη βάρκα εκείνο που παίζεται είναι η ζωή και ο θάνατος.

Διόλου τυχαία, η μεταφορά της σωσίβιας λέμβου επανέρχεται όλο και συχνότερα στην επιχειρηματολογία όσων αντιδρούν στα κύματα των προσφύγων που χτυπούν την πόρτα της Ευρώπης: "Λυπούμαστε πολύ, αλλά το πλοίο γέμισε". Μόνο που, όσο κι αν μοιάζει παράλογο, στον εγκέφαλό τους φωλιάζουν δύο φοβίες που λογικά θα έπρεπε να αλληλοαποκλείονται: από τη μια διαμαρτύρονται για τους πλεονάζοντες ξένους και από την άλλη κατατρύχονται από το φάντασμα της συρρίκνωσης των ομοίων τους (Γερμανών, Γάλλων, Ελλήνων κ.ο.κ.). Με άλλα λόγια, ο πανικός των ευρωπαίων "γηγενών" δημιουργεί ένα κλίμα, σύμφωνα με το οποίο στο ίδιο ακριβώς έδαφος οι άνθρωποι είναι πολλοί και συνάμα ελάχιστοι. Πρόκειται για μια παθολογία, για την οποία ο Εντσενσμπέργκερ προτείνει τον όρο "δημογραφική βουλιμία".

(Ελευθεροτυπία, 2/1/2000)

 

www.iospress.gr                                ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ  -  ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ