TO ΝΕΟ ΣΕΝΑΡΙΟ


Alex the Greek 

1.   2.   3.


Ενα πάρτι στην Περσέπολη

Πρόκειται αναμφίβολα για την κορύφωση οποιασδήποτε βιογραφίας του Αλέξανδρου: οι στρατιές του μακεδόνα στρατηλάτη μπαίνουν νικηφόρες στην πρωτεύουσα του εχθρού και, ύστερα από ένα όργιο σφαγών και λεηλασίας, την πυρπολούν. Κορυφαία πράξη συνιστά το τελετουργικό κάψιμο των ανακτόρων της Περσέπολης από τον ίδιο τον Αλέξανδρο και την παρέα του, στο πλαίσιο ενός τρικούβερτου γλεντιού και κάτω από συνθήκες που θα έκαναν κι αυτόν τον κινηματογραφικό "Καλιγούλα" του Τίτο Μπρας να ανατριχιάσει. Η σκηνή καταγράφεται λεπτομερειακά από τον Πλούταρχο (κεφ.38) και το Διόδωρο το Σικελιώτη (17,72):

Βρισκόμαστε στο "βασιλικόν όρος", ένα ύψωμα στην άκρη της πόλης, το οποίο φιλοξενούσε τους βασιλικούς τάφους και τα ανάκτορα των Αχαιμενιδών, μαζί με τις ιδιωτικές κατοικίες της τοπικής "καλής κοινωνίας" και τα απαραίτητα θησαυροφυλάκια. Ο Αλέξανδρος έχει οργανώσει ένα επινίκιο γλέντι με τους στενούς του φίλους, ενώ στο βάθος τα ερείπια της καθεαυτό Περσέπολης καπνίζουν ακόμα. Ο φακός κάνει αλλεπάλληλα γκρο-πλάν στα πρόσωπα του ίδιου του Αλέξανδρου, στεφανωμένου με δάφνες, και των -γνωστών από τα προηγούμενα- υπασπιστών και συμπολεμιστών του. Ολοι πίνουν και γελάνε ξέφρενα. Ο φακός απομακρύνεται και μας αποκαλύπτει ότι στην ομήγυρη περιλαμβάνονται και κάμποσες γυναίκες. Μια από αυτές, η Θαΐς από την Αθήνα, ερωμένη του Πτολεμαίου, σηκώνεται ξαφνικά και παίρνει το λόγο. Ο τόνος της φωνής της προδίδει ότι βρίσκεται κάτω από την έντονη επίδραση του αλκοόλ. "Είσαι στ' αλήθεια πολύ μεγάλος, Αλέξανδρε", λέει, "και νιώθω πως στ' αλήθεια αποζημιώνομαι που γύρισα μαζί σας ολόκληρη την Ασία, γλεντώντας τώρα μαζί σας μέσα στ' ανάκτορα των Περσών. Θα το χαιρόμουνα όμως ακόμη περισσότερο αν στο συμπόσιο αυτό, μπροστά στα μάτια του βασιλιά, έβαζα εγώ η ίδια φωτιά στο σπίτι του Ξέρξη, που έκαψε κάποτε την Αθήνα. Ετσι, για να διαδοθεί σ' ολάκερο τον κόσμο ότι οι γυναίκες της παρέας του Αλέξανδρου εκδικήθηκαν τους Πέρσες, για ό,τι έκαναν παλιότερα στην Ελλάδα, πιο πολύ απ' ό,τι τους εκδικήθηκαν ναύαρχοι και στρατηγοί σε στεριά και θάλασσα".
Μια οχλοβοή επιδοκιμασίας δείχνει πως τα λόγια της Θαϊδας έπιασαν τόπο. Ενας νεαρός από την παρέα του Αλέξανδρου, τύφλα στο μεθύσι, χειρονομεί στον αέρα και κραυγάζει με ενθουσιασμό: "Τι περιμένουμε; Πάμε να δώσουμε ένα μάθημα στους βαρβάρους!" Αρπάζει έναν αναμμένο δαυλό, από αυτούς που φώτιζαν τη σκηνή, και κινείται προς τα ανάκτορα στο βάθος. Κάποιος άλλος, όχι περισσότερο νηφάλιος, αποφασίζει να τον συγκρατήσει: "Ρε φίλε, ξεχνάς πως μια τέτοια τιμή ανήκει μονάχα στον ίδιο τον Αλέξανδρο..." Ο φακός στρέφεται στο πρόσωπο του βασιλιά των Μακεδόνων. Σηκώνεται κι αυτός με τη σειρά του, ρίχνει μια ματιά στη Θαϊδα και, με φωνή αργή λέει -τονίζοντας μια μια τις λέξεις: "Αντε, πάμε!" Προχωρά με μια δάδα στο χέρι, ακολουθούμενος από τους υπόλοιπους. Επικεφαλής της πομπής, με τον πυρσό ανά χείρας, βρίσκεται η Θαϊς. Οταν φτάνει μπροστά στο παλάτι, ρίχνει μέσα τη δάδα γελώντας. Ο Αλέξανδρος σπεύδει να τη μιμηθεί και το ίδιο κάνουν αμέσως μετά οι υπόλοιποι. Καθώς είναι φτιαγμένα από ξύλο και άλλα εύφλεκτα υλικά, τα ανάκτορα των Αχαιμενιδών αρπάζουν σχεδόν αμέσως. Σκηνές ενός φρενιασμένου πανηγυρισμού, με εικόνες πλήθους να χορεύει γύρω από τις φλόγες. Ακούγεται, off, η φωνή κάποιου άγνωστου Μακεδόνα: "Δικιέ μου, ξεμπερδέψαμε για τα καλά. Μας βλέπω γρήγορα να γυρνάμε στην πατρίδα. Δε θα μας φάνε τα ξένα..." Η επόμενη σκηνή δείχνει τον Αλέξανδρο, σε πλήρες hangover, να κοιτάζει με μάτια πρησμένα τα αποκαϊδια καθώς ξημερώνει. Στο βάθος, ομάδες οπλιτών προσπαθούν, μάταια, να σβήσουν τα ελάχιστα πράγματα που έχουν απομείνει όρθια. Ξανά η φωνή του αφηγητή: "Κι όμως, δεν ήταν παρά μόνο η αρχή..."

Για όλα φταίγαν οι γυναίκες, λοιπόν; Ορισμένοι συγγραφείς αμφισβητούν διακριτικά αυτή την ερμηνεία, για λόγους που έχουν να κάνουν κυρίως με την ιδιοσυγκρασία του Αλέξανδρου. Ο Αθήναιος λχ παραδέχεται μεν ότι η Θαϊς ακολουθούσε από κοντά τον Αλέξανδρο και ότι, σύμφωνα με τον αυτόπτη Κλείταρχο, αυτή ευθύνεται για τον εμπρησμό των ανακτόρων της Περσέπολης (13,37) · σπεύδει όμως παράλληλα να διευκρινίσει (10,46), επικαλούμενος τον καλά πληροφορημένο Θεόφραστο, πως "ο Αλέξανδρος δεν είχε καλές σχέσεις με τα σεξουαλικά" -για την ακρίβεια με τις γυναίκες, καθώς "ήταν μανιώδης παιδεραστής" (13,80). Προσθέτει μάλιστα την πληροφορία ότι "η Ολυμπιάδα, εν γνώσει του Φιλίππου, επειδή και οι δυό τους φοβόντουσαν πως ο Αλέξανδρος θα γίνει γυναικωτός, τον έβαλε να πλαγιάσει με την Καλλίξεινα", μια πανέμορφη θεσσαλή εταίρα που μάταια ώς τότε τον κυνηγούσε. Η λεπτομέρεια αυτή προσφέρεται, φυσικά, για κινηματογραφική αξιοποίηση. Το ίδιο και οι σχέσεις του Αλέξανδρου με τον ευνούχο Βαγόα, γιουσουφάκι του Δαρείου που πέρασε στην ιδιοκτησία του νικητή. Μια συγκεκριμένη σκηνή μάλιστα, που μας έχει παραδοθεί τόσο από τον Αθήναιο (13,80) όσο κι από τον Πλούταρχο (κεφ.67), είναι ιδιαίτερα κινηματογραφική: "Λέγεται ότι κάποτε μεθυσμένος παρακολουθούσε αγώνες χορού, όπου νίκησε ως χορηγός ο αγαπημένος του Βαγόας και ότι στολισμένος πέρασε μέσα από το θέατρο και κάθισε κοντά του. Οταν το είδαν αυτό, οι Μακεδόνες χειροκροτούσαν και ζητούσαν φωναχτά να τον φιλήσει, μέχρι που τον αγκάλιασε και τον καταφίλησε".



Τα κεράσματα του στρατηλάτη 

Σπάταλα, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες, ήταν τα γλεντοκοπήματα του Μεγαλέξανδρου, αν και δεν μπορεί κανείς να τα θεωρήσει περισσότερο προκλητικά από εκείνα των άλλων μοναρχών της εποχής του. "Ο Βασιλιάς των Περσών, όπως λέει ο Κτησίας και ο Δίνωνας στα Περσικά, δειπνούσε μαζί με δεκαπέντε χιλιάδες άντρες, ξοδεύοντας για το δείπνο τετρακόσια τάλαντα. Αυτό το ποσό αντιστοιχεί με δύο εκατομμύρια τετρακόσιες χιλιάδες ιταλικά νομίσματα και, αν αυτό μοιραστεί σε δεκαπέντε χιλιάδες άνδρες, πέφτουν για κάθε άνδρα εκατόν εξήντα ιταλικά νομίσματα. Επομένως αντιστοιχεί με τη δαπάνη που έκανε ο Αλέξανδρος", σημειώνει ο Αθήναιος (4, 27). Δηλαδή, το κατά κεφαλήν κόστος των τσιμπουσιών -σύμφωνα, πάντα, με τον Αθήναιο- έφτανε την 1,6 μνά: "Ο μέγας Αλέξανδρος δειπνώντας κάθε φορά με τους φίλους του, όπως αναφέρει ο Εφιππος από την Ολυνθο στο έργο του Για την ταφή του Αλέξανδρου και του Ηφαιστίωνα, ξόδευε εκατό μνές την ημέρα, καθώς δειπνούσαν ίσως εξήντα ή εβδομήντα φίλοι". Βεβαίως σε ορισμένες περιπτώσεις ο μεγάλος στρατηλάτης δεν δίσταζε να τραπεζώσει και σαφώς μεγαλύτερες παρέες. Για γιορτή μέχρι πρωίας 6.000 περίπου ηγεμόνων, π.χ, μιλάει σε άλλο σημείο ο Αθήναιος (1,31).
Η μία μνά αναλογούσε σε 100 δραχμές και με ένα δεκάδραχμο, τότε, αγόραζες ένα αρνάκι του γάλακτος -όπως μας πληροφορεί ο Μένανδρος για τα σούπερ πάρτι των ημερών. Αρα το μέσο γεύμα του Αλέξανδρου πρόσφερε απολαύσεις επιπέδου 16 αρνιών ανά συμπότη! Αλλά, όπως μαρτυρούν οι πηγές, τα λεφτά δεν πήγαιναν μόνο στα κοψίδια. Στα χλιδάτα τραπέζια ανέκαθεν είχε μεγάλη αξία η ποικιλία. Επρεπε, λοιπόν, να πληρωθούν οι αυλητρίδες, τα μύρα, οι ψάλτριες, τα κρασιά, τα αγγεία, τα σταμνιά, τα λυχνάρια και όλα τα υπόλοιπα αγαθά και υπηρεσίες, που ήταν απαραίτητα για τη διασκέδαση των Μακεδόνων.



Το μήλο κάτω απ' τη μηλιά

Χολιγουντιανή υπερπαραγωγή χωρίς χάσμα γενεών δεν γίνεται, όπως όλοι ξέρουν πολύ καλά. Ευτυχώς, η αρχαιοελληνική γραμματεία έχει φροντίσει να μας εφοδιάσει με πλούσιο σχετικό υλικό από τα νεανικά χρόνια του Αλέξανδρου. Μια από αυτές τις σκηνές, κομβική όσον αφορά την ανάπτυξη του στόρι, μπορεί να αποτελέσει την κορύφωση του πρώτου μέρους της ταινίας.
Βρισκόμαστε στο 336 π.Χ. Λίγο πριν γίνει βασιλιάς ο ίδιος, ο Αλέξανδρος έρχεται σε σύγκρουση με τον πατέρα του για οικογενειακούς λόγους: σαρανταπεντάρης πια, ο Φίλιππος ερωτεύεται την πολύ μικρότερή του Κλεοπάτρα και αποφασίζει να την παντρευτεί, παραγκωνίζοντας την Ολυμπιάδα. Ο Αλέξανδρος είναι είκοσι χρόνων και φανερά ενοχλημένος από το γεγονός. Ερχεται η στιγμή του γάμου, με όλη τη μεγαλοπρέπεια που αρμόζει στο περιβάλλον μιας πλούσιας απόλυτης μοναρχίας. Ο φακός μπορεί να κάνει ένα γρήγορο τράβελινγκ στο γαμήλιο γλέντι, με παρέες συνδαιτυμόνων να πίνουν διονυσιακά, για να εστιάσει τελικά στο βασιλικό τραπέζι. Αμφορείς κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι, μαζί με διάφορα κοψίδια. Ξαφνικά ο πεθερός του νέου βασιλικού ζεύγους, στρατηγός Ατταλος, σηκώνεται για μια πρόποση. Η στιχομυθία που ακολουθεί, όπως ακριβώς την παραθέτει ο Πλούταρχος (κεφ.9), δε χρειάζεται την παραμικρή επέμβαση για να γίνει πιο πιασάρικη:
Ατταλος: "Αντε και μια πρόποση στους Θεούς, για έναν καλό και γνήσιο διάδοχο".
Αλέξανδρος (έξω φρενών): "Εμείς δηλαδή, ανόητε, μπάσταρδοι σου φαινόμαστε;"
Αμέσως μετά, ο Αλέξανδρος εκσφενδονίζει κατά του Ατταλου ένα ποτήρι. Τύφλα στο μεθύσι, ο Φίλιππος σηκώνεται πάνω και τραβάει από τη θήκη το σπαθί του. Κάνει κάνα-δυο βήματα τρεκλίζοντας, σκοντάφτει όμως σε ένα ανάκλιντρο και σωριάζεται φαρδύς-πλατύς στο έδαφος. Ο Αλέξανδρος καγχάζει:
"Κοιτάξτε κόσμε! Αυτός ο άνθρωπος ετοιμάζεται να περάσει από την Ευρώπη στην Ασία, και δε μπορεί να πάρει τα πόδια του από το ένα τραπέζι στο άλλο!"
Επικρατεί σύγχυση και ταραχή. Ο Αλέξανδρος με τους φίλους του εγκαταλείπουν το χώρο της διασκέδασης. Στην αμέσως επόμενη σκηνή, ο φακός τους δείχνει να ταξιδεύουν -μαζί με τη μητέρα του- προς την Ηπειρο, όπου βρίσκονται τα σόγια της Ολυμπιάδας. Η φωνή οff του αφηγητή εξηγεί στο κοινό τα τεκταινόμενα. Ακολουθεί το κομμάτι με το φόνο του Φιλίππου κατά τη διάρκεια μιας άλλης γαμήλιας τελετής στις Αιγές.

Από κεί και πέρα, η ταινία μπορεί να διανθιστεί με φλας μπακ από παρεμφερείς αναμνήσεις των παιδικών χρόνων του Αλεξάνδρου, επικεντρωμένες στην καθοδηγητική μορφή του πατρικού προτύπου. Για το στήσιμο των σχετικών σκηνών, οι δημιουργοί της μπορούν να αναζητήσουν έμπνευση σε όσα αναφέρει για τον μακεδόνα βασιλιά και τον περίγυρό του ο καλά πληροφορημένος Θεόπομπος: "Ηταν από τη φύση του βωμολόχος, ήταν μεθυσμένος κάθε μέρα (...). Αν κάποιος ανάμεσα στους Ελληνες ή τους βαρβάρους ήταν ηδονόφιλος, βδελυρός ή θρασύς στη συμπεριφορά του, όλοι αυτοί, μαζεμένοι στη Μακεδονία, θεωρούνταν κολλητοί του Φιλίππου. Αλλά κι αν κάποιος είχε πάει εκεί χωρίς να είναι τέτοιος, γρήγορα γινόταν όμοιος μ' εκείνους. (...) Κουβαλούσαν δυο και τρεις σεξουαλικούς συντρόφους και οι ίδιοι προσφέρονταν σε άλλους για τον ίδιο λόγο. Επομένως δικαιολογημένα θα τους θεωρούσε κανείς όχι εταίρους αλλά εταίρες και δε θα τους ονόμαζε στρατιώτες αλλά πόρνες, διότι ενώ από τη φύση τους ήταν ανδροφόνοι, στη συμπεριφορά τους ήταν ανδροπόρνοι" (Αθήναιος 4,62 και 6,76- 77).

(Ελευθεροτυπία, 6/12/1998)

 

www.iospress.gr                                   ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ  -  ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ