Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΝ


Νοσταλγοί της θανατικής ποινής 

1.   2.   3.


Αστυνομικοί ή δήμιοι;

Οταν είδαμε τον Σορίν Ματέι να μεταφέρεται στο νοσοκομείο με καθυστέρηση 45' λεπτών μετά το μακελειό της οδού Νιόβης, αποδεχτήκαμε την εξήγηση κάποιων αστυνομικών, ότι ήταν τόσο δαιμόνιος, ώστε τους έπεισε πως ήταν νεκρός για να μπορέσει και πάλι να δραπετεύσει. "Εκανε τον ψόφιο κοριό", θα πει ένας από τους άνδρες των ΕΚΑΜ στους εύπιστους ρεπόρτερ.
Οταν μάθαμε ότι οι ειδικές δυνάμεις δεν άφηναν τους τραυματιοφορείς να μεταφέρουν τον Ματέι στο ασθενοφόρο, πιστέψαμε ότι ενεργούσαν υπό το βάρος της έντασης εκείνης της στιγμής.
Οταν είδαμε τον τραυματισμένο Ματέι στο φορείο με χειροπέδες στα χέρια, σκεφτήκαμε ότι ήταν ακόμα έτοιμος να δραπετεύσει.
Οταν πληροφορηθήκαμε ότι μεταφέρεται από το ένα νοσοκομείο στο άλλο, υποθέσαμε ότι αυτό συμβαίνει για να έχει καλύτερη περίθαλψη.
Οταν ακούσαμε ότι μέσα στο ίδιο δωμάτιο-κελί στο Κρατικό Νικαίας συνωστίζονταν μια ντουζίνα Εκαμίτες για να προσέχουν μήπως ο Σορίν-"Σαμψών" σπάσει τις αλυσίδες (ή τους "ιμάντες") που τον καθήλωναν στο κρεβάτι, θαυμάσαμε την προνοητικότητα της ΕΛ.ΑΣ. και το πνεύμα συνεργασίας που επέδειξε το ιατρικό προσωπικό.
Μόνο όταν πληροφορηθήκαμε το θάνατο του Ελληνα κακοποιού στον Κορυδαλλό, καταλάβαμε. Η δικαιοσύνη είχε αποδοθεί. Ο υπεύθυνος για το μακελειό είχε πληρώσει. Και η θανατική ποινή είχε για μια ακόμα φορά επιβληθεί στην Ελλάδα, όπου υποτίθεται ότι έχει καταργηθεί εδώ και μια εικοσαετία.

Το τραγικό της ιστορίας αυτής είναι ότι σε κάθε φάση της η λεγόμενη "κοινή γνώμη", δηλαδή ο μέσος τηλεσχολιαστής, έβγαζε τα αντίθετα συμπεράσματα από εκείνα που θα βοηθούσαν τους "αρμόδιους" να βγουν απ' αυτό τον κύκλο του αίματος. Το αναίμακτο τέλος της πρώτης απαγωγής, δεν ικανοποίησε κανέναν. Το συμπέρασμα των περισσότερων ήταν ότι επρόκειτο περί φιάσκου. Απέκλεισαν λοιπόν τη δυνατότητα στην αστυνομία και την κυβέρνηση να επαναλάβει το σκηνικό της Λυκόβρυσης. Ολοι απαιτούσαν δράση. Και η αστυνομία έδρασε. Αλλά και μετά το μακελειό, το γενικό συμπέρασμα που επικράτησε είναι ότι έπρεπε να είχε εκτελεστεί εγκαίρως ο Ματέι ("έπρεπε να τον γαζώσουν", δηλώνει ο κ. Ρίζος του "Αδέσμευτου", "καθυστέρησαν να τον καθαρίσουν" προσθέτει ο κ. Αναστασιάδης του "Φλας"), και ως υπαίτιοι της αποτυχίας υποδεικνύονται ο εισαγγελέας (που εμπόδισε την εν ψυχρώ εκτέλεση) και οι Εκαμίτες (που δίστασαν να πυροβολήσουν στο ψαχνό). Και ιδού τώρα η λύση που μας προτείνουν οι αστυνομολόγοι εντός και εκτός κυβερνήσεως: Να αλλάξει, λέει, ο νόμος που δένει τα χέρια της αστυνομίας. και να διευκολύνονται οι ειδικές δυνάμεις να πυροβολούν εν ψυχρώ, σε έκτακτες περιστάσεις, και να μην κινδυνεύουν να υποστούν εκ των υστέρων πειθαρχικό ή ποινικό έλεγχο.
Χρειάζεται αλήθεια κάτι τέτοιο η ΕΛ.ΑΣ.; Μπορεί κανείς σοβαρά να υποστηρίξει ότι τα χέρια των αστυνομικών είναι δεμένα, όταν το αστυνομικό δελτίο είναι γεμάτο κάθε μέρα από περιστατικά εκτέλεσης λαθρομεταναστών από αστυνομικές περιπόλους; Και είναι άραγε δυνατόν να έχουν κανένα παράπονο οι αστυνομικοί ότι δεν τους καλύπτει το κράτος, όταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι υποθέσεις κουκουλώνονται κάτω από την εγκληματική δικαιολογία της "τυχαίας εκπυρσοκρότησης του υπηρεσιακού όπλου"; Μήπως δεν κατέληξε στο αρχείο και η υπόθεση της καταγγελίας για βασανιστήρια μέσα στα αστυνομικά τμήματα;
Εξίσου λαθεμένη είναι και η κοινή πεποίθηση ότι φταίει η "λειψή εκπαίδευση" της αστυνομίας, και ότι καμιά άλλη αστυνομία της Ευρώπης δεν θα την πάθαινε έτσι. Ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Οι πολυδιαφημισμένες ειδικές δυνάμεις των "προηγμένων" στον τομέα της καταστολής κρατών έχουν συνδέσει το όνομά τους με τις πιο αιματηρές αστυνομικές επιχειρήσεις.
Η Γερμανία, για παράδειγμα, που τόσο τη ζηλεύουν οι νοσταλγοί της θανατικής ποινής, έζησε πριν λίγα χρόνια ένα ανάλογο επεισόδιο, με εξίσου τραγική κατάληξη. Οι ομοιότητες είναι εκπληκτικές:
Τον Αύγουστο του 1988, δυο σεσημασμένοι κακοποιοί βρέθηκαν κυκλωμένοι από αστυνομικούς στην τράπεζα που επιχειρούσαν να ληστέψουν στο Γκλάντμπεκ, κοντά στη Βρέμη. Ακολούθησε γενικό αλαλούμ με αποτέλεσμα το θάνατο δύο ομήρων. Στην αστυνομία καταλογίστηκε ότι δεν μπόρεσε να εμποδίσει τους δυο ληστές να καταλάβουν ολόκληρο λεωφορείο με 31 επιβάτες. Οι συγγενείς των νεκρών υπέβαλαν αγωγές στις αρχές, γιατί δεν περίμεναν το τελεσίγραφο των απαγωγέων. Ενα από τα θύματα εξέπνευσε επειδή δεν υπήρχε κατάλληλο ασθενοφόρο στην επιχείρηση. Και όλο το επεισόδιο μεταδόθηκε "live" από τηλεοράσεις και ραδιόφωνα, ενώ ορισμένοι δημοσιογράφοι έπαιξαν ρόλο μεσάζοντα. Σ' όλο αυτό το διάστημα, η αστυνομία δεν είχε αποκλείσει την περιοχή, με αποτέλεσμα οι "περίεργοι" να αναμιγνύονται με τους δράστες και τα αυτοκίνητά τους να παρεμποδίζουν την κίνηση των ειδικών δυνάμεων!
Οσοι, λοιπόν, περιμένουν πώς και πώς πότε θα γίνουμε Γερμανία, ας αναλογιστούν μήπως αυτή η φοβερή αποτελεσματικότητα της γερμανικής αστυνομίας είναι και η αιτία της πληθώρας περιπτώσεων απαγωγής ομήρων. Αν και στην Ελλάδα υπήρχε τόσο ανεπτυγμένος μηχανισμός αποκλεισμού και περικύκλωσης κάθε τράπεζας που δέχεται επίθεση ληστών, είναι εύκολο να φανταστούμε ότι ένα σοβαρό ποσοστό από αυτά τα αναίμακτα και καθημερινά περιστατικά θα κατέληγαν σε μακελειό.
Αυτό έχει συμβεί στη Γερμανία. Και, αντίθετα από την εντύπωση που επικρατεί, δεν ήταν η ανάπτυξη της πολιτικής βίας που προκάλεσε τη σκλήρυνση των γερμανικών υπηρεσιών καταστολής. Προηγήθηκε το 1971 ο θάνατος του ληστή τράπεζας Γκέοργκ Ραμελμάιερ μαζί με την όμηρό του Ινγκριντ Ρέπελ στο Μόναχο. Ακολούθησε η επέμβαση των ειδικών δυνάμεων κατά την Ολυμπιάδα του 1972 με θύματα τόσο τους πέντε Παλαιστίνιους κομάντο όσο και τους Ισραηλινούς ομήρους τους. Το 1974, και πάλι σε απόπειρα ληστείας τράπεζας στο Αμβούργο σκοτώθηκε ο Εμίλιο Γκονζάλες και τραυματίστηκε βαριά ο ένας όμηρος. Το 1983 σκοτώθηκαν οι όμηροι Καρλ Ντ. και Αλφρεντ Μ. όταν γαζώθηκε από τους αστυνομικούς το αυτοκίνητο της διαφυγής των απαγωγέων. Και το 1989 ο διευθυντής της αστυνομίας παραδέχτηκε ότι φταίνε οι Γερμανοί Ράμπο για την αιματηρή κατάληξη της απαγωγής της Μπετίνα Λίκερμαν.
Υπάρχει και μια άλλη αναλογία μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Και στις δυο χώρες η αστυνομική σκληρότητα έχει συνδεθεί με ιστορικές περιόδους που οι δυο λαοί επιθυμούν να λησμονήσουν, τα χρόνια της δικτατορίας εμείς, τη ναζιστική εποχή εκείνοι. Η θανατική ποινή δεν είναι εύκολο να επανέλθει ανοιχτά. Ομως μεγαλώνει συνεχώς η μερίδα του πολιτικού προσωπικού σ' αυτές και σε άλλες χώρες που καλοβλέπει τη μετάθεση της θανατικής ποινής στη δικαιοδοσία του αστυνομικού μηχανισμού. Στη Γερμανία υπάρχει μεγάλη πολιτική διαμάχη γύρω από το δικαίωμα των ειδικών δυνάμεων να εκτελούν κατά βούληση δράστες απαγωγών. Η εγκύκλιος της ομοσπονδιακής αστυνομίας προβλέπει ότι "κατά την απελευθέρωση ομήρων δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι σε μεμονωμένες περιπτώσεις θα υπάρξει ιδιαίτερη διακινδύνευση της ζωής των ομήρων" (PDV, παρ. 132). Μ' άλλα λόγια, προκειμένου να σωθούν οι όμηροι, δεν αποκλείεται να τους σκοτώσουμε! Η εγχείρηση μπορεί να πετύχει, ακόμα κι αν πεθάνει ο ασθενής. Εχει, μάλιστα, εφευρεθεί και ειδικός όρος, ο "τελικός πυροβολισμός σωτηρίας", για να περιγράψει την νόμιμη εκτέλεση κακοποιών. Η έμμεση αυτή επαναφορά της θανατικής ποινής, αρχίζει να συζητιέται σήμερα και στην Ελλάδα.
Αν, λοιπόν, θέλουμε να βγάλουμε κι εμείς ένα συμπέρασμα από την πρόσφατη τραγωδία της οδού Νιόβης, θα δανειστούμε τα λόγια ενός Γερμανού συγγραφέα, του Ρολφ Γκέσνερ: "Ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε την καταστροφή σε περιπτώσεις ομηρίας, είναι να δώσουμε απόλυτη προτεραιότητα στη ζωή των ομήρων, χωρίς κανένα υπολογισμό πολιτικού κόστους. Αυτό απαιτεί: Ολοκληρωτική απόσυρση των αστυνομικών δυνάμεων. Προσπάθεια να λυθεί η κρίση με ειλικρινείς και μη βίαιες διαπραγματεύσεις, χωρίς κόλπα και τεχνάσματα. Χρησιμοποίηση ως διαπραγματευτών πολιτών, οι οποίοι θα μπορούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των δυο μερών και να εξασφαλίσουν την ελεύθερη αποχώρηση των απαγωγέων με τους ομήρους και τα λύτρα, και να εγγυηθούν την ειρηνική εξέλιξη, μέχρι την τελική απελευθέρωση των ομήρων."

(Ελευθεροτυπία, 4/10/1998)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ