ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ-ΕΛ.ΑΣ
Τα κάτω άκρα της αστυνομίας
Τρομοκράτες με ονοματεπώνυμο
Η συζήτηση για τις προνομιακές σχέσεις των ακροδεξιών συμμοριών με τις δυνάμεις καταστολής είναι και παλιά και πλούσια. Η τελευταία φονική επιδρομή της Χρυσής Αυγής εναντίον τριών ανύποπτων νέων του Νέου Αριστερού Ρεύματος, τον περασμένο Ιούνιο απέναντι από τα δικαστήρια της Ευελπίδων, και η αδυναμία της Αστυνομίας να διαλευκάνει το έγκλημα, ξανάφερε το θέμα στην επιφάνεια. Τα εύλογα και πολύ σοβαρά ερωτήματα που δημιουργήθηκαν, με βάση τις εξελίξεις των ημερών, ακόμα δεν έχουν απαντηθεί. Ενας από τους δράστες που αναγνωρίστηκε από τα θύματα, ο Αντώνης (Περίανδρος) Ανδρουτσόπουλος, γνωστό (και τηλεοπτικό) στέλεχος της ναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής, δεν έχει ακόμα εντοπιστεί. Και το ένταλμα που τον καταζητεί για απόπειρα δολοφονίας κατά συρροή, δεν εκδόθηκε παρά μόνο όταν η υπόθεση έφυγε από τα λαγωνικά της αστυνομίας και πέρασε στα χέρια της τακτικής ανάκρισης. Χρειάστηκε, δηλαδή, να
κυλήσει ένας μήνας από την ημέρα που ο "Περίανδρος" αναγνωρίστηκε και μηνύθηκε για να αρχίσουν επισήμως οι έρευνες για τον εντοπισμό του. Για τους υπόλοιπους του φονικού κομάντο, τους άλλους 7-9 ροπαλοφόρους ομοϊδεάτες του Ανδρουτσόπουλου, ουδείς γνωρίζει.
Και όμως, το έγκλημα δεν ήταν "τέλειο". "Τεχνικά" η ΕΛ.ΑΣ είχε απεριόριστο έδαφος και γνώσεις για να το εξιχνιάσει σε λίγα 24ωρα. Το απόγευμα της 16ης Ιουνίου, λίγα βήματα μακριά από τα φρουρούμενα δικαστήρια, μια ολιγάριθμη ομάδα Χρυσαυγιτών (η οποία από το πρωί στριφογύριζε ανέμελα στην περιοχή και συνομιλούσε μάλιστα με ορισμένους άνδρες των ΜΑΤ) δεν υπήρχε περίπτωση να "εξατμιστεί". Την αποτελούσαν συγκεκριμένα πρόσωπα που βρίσκονταν εκείνη την ημέρα στην Ευελπίδων είτε ως κατηγορούμενοι για παλιά βιαιοπραγία της Χρυσής Αυγής, είτε ως συμπαραστάτες της οργάνωσης. Πριν ο Τύπος ξεσκεπάσει την υπόθεση, η ηγεσία της αστυνομίας -και ο κ. Ρωμαίος- είχαν δώσει το στίγμα: "Πρόκειται για διαμάχη ακροκινούμενων ομάδων"! Τα αστυνομικά όργανα που βρίσκονταν κοντά ή έφτασαν λίγα λεπτά μετά στον τόπο του εγκλήματος για λόγους που ακόμα δεν έχουν διευρευνηθεί, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποφύγουν τους αυτόπτες μάρτυρες: "Φθάνοντας στην κεντρική πύλη των δικαστηρίων βρήκα δύο θυρωρούς και τους είπα τι συνέβαινε. Ηρθε κι ένας αστυνομικός. Είπα και σ' αυτόν ότι κάποιοι απέναντι με ξύλα χτυπάνε. Ημουν σε κατάσταση πανικού. Ο αστυνομικός μου είπε 'και 'γω τι να κάνω. Μόνος μου είμαι. Πάρε το εκατό'", καταθέτει μία αυτόπτης. "Στους αστυνομικούς του περιπολικού που ήρθε, εγώ η ίδια τους είπα ότι οι δράστες είναι μέλη της Χρυσής Αυγής και κάποια κυρία άκουσα που φώναζε στους αστυνομικούς 'τώρα φύγαν απ' την οδό Ωλένου'. Οι αστυνομικοί είχαν ρωτήσει αν είδε κανείς τους δράστες. Οταν εγώ τους απάντησα ότι πρόκειται για μέλη της Χρυσής Αυγής. Οι αστυνομικοί δεν ζήτησαν από εμένα να τους δώσω τα στοιχεία μου, ούτε τους άκουσα να ζητούν τα στοιχεία από άλλους παρευρισκόμενους. Δεν είδα τους αστυνομικούς να κινούνται για την αναζήτηση των δραστών", λέει άλλη μάρτυρας.
Η δικογραφία που προέκυψε από την -πράγματι φιλότιμη- δουλειά της 9ης τακτικής ανακρίτριας, περιέχει σημαντικές ενδείξεις για τα "τεχνικά" σφάλματα των αστυνομικών. Ενώ, όπως όλοι θυμόμαστε, η ΕΛ.ΑΣ (και η κυβέρνηση) αγνοούσαν πεισματικά -και παρά τις αποκαλύψεις του Τύπου- την ταυτότητα των εγκληματιών, στην πραγματικότητα είχαν στα χέρια τους διάφορα "λαβράκια". Ο ίδιος ο επικεφαλής των "μέτρων τάξης" εκείνο το πρωϊνό της 16ης Ιουνίου, είχε ενημερώσει εγκαίρως τους εγκεφάλους της υπηρεσίας του: "Την ίδια μέρα στο ίδιο κτίριο συνέπεσε να εκδικάζεται υπόθεση έξι μελών της Χρυσής Αυγής. Σε συμπαράσταση των κατηγορουμένων μελών της Χρυσής Αυγής παρευρίσκοντο και άλλα 10 περίπου άτομα του ιδίου χώρου", καταθέτει ο Ι. Παπατσίμπας. Από ανώνυμο τηλεφώνημα, λίγο μετά τη φονική επίθεση, η αστυνομία οδηγήθηκε στην "ανακάλυψη" ενός από τους συμπαραστάτες-Χρυσαυγίτες. Και εκείνος (Ιωάννης Βούλδης, ονομάζεται, και ήταν μαζί με τους συνοδευόμενους από τη διμοιρία του αρχιφύλακα Κ. Τριπολίτη συναγωνιστές του έως τη συμβολή Μουστοξύδη και Ευελπίδων) τους είπε όλα σχεδόν τα ονόματα και τα στοιχεία των τσαμπουκάδων φίλων του. Αν τον ρωτούσαν, θα μπορούσε να τους περιγράψει με λεπτομέρειες, το ντύσιμο, την κόμμωση, το ύψος και το βάρος του καθενός κομάντο. Τα ονόματα του "Περίανδρου" Ανδρουτσόπουλου, του αδελφού του Νίκου, του Χαράλαμπου Κουσουμβρή και των άλλων "υπερπατριωτών", ήταν, επομένως, στη διάθεση της ΕΛ.ΑΣ πολύ νωρίς. Ταυτόχρονα, η Ασφάλεια θα μπορούσε να πάρει περιγραφές του μπουλουκιού των Χρυσαυγιτών και από τους άνδρες των ΜΑΤ που τους συνόδευσαν εκτός δικαστηρίων -μισή μόνον ώρα πριν την επίθεση. Αν συνδύαζε αυτές τις περιγραφές με τα τηλεοπτικά βίντεο που υπήρχαν άφθονα στη δημοσιογραφική πιάτσα, και με τις καταθέσεις των αυτοπτών (που όπως είπαμε αγνόησε συστηματικά) θα είχε φτάσει πολύ εύκολα στους φονιάδες.
Αντ' αυτού, η ΕΛ.ΑΣ, ανέκρινε τον μικρό αδελφό του Κουσουμβρή, Χρυσόστομο-Χαρίλαο, που έλεγε -με την άνεσή του- διάφορα ψέματα: ότι ήταν διακοπές με
μια κοπέλα που δεν θυμάται πώς τη λένε, σε ένα μέρος που δεν μπορεί ακριβώς να το περιγράψει κ.ο.κ. Δεν αξιοποίησε τον πατέρα ενός μετανοημένου Χρυσαυγίτη που βρισκόταν για συμπαράσταση του
γιου στα δικαστήρια για την παλιά υπόθεση. Κι ας είχε καταθέσει ο
γιος στο Αστυνομικό Τμήμα Κυψέλης ότι εκείνη τη μέρα στα δικαστήρια "όπου παρευρέθηκε ο συνήγορός μου και ο πατέρας μου, μέλη της εν λόγω οργάνωσης προέβησαν σε προπηλακισμό και φραστικές επιθέσεις κατά του πατέρα μου, λέγοντας 'ο γιός σου είναι προδότης, μας πούλησε'". Τις ίδιες ώρες, το πανελλήνιο έμενε εμβρόντητο, όταν -πάλι ο Τύπος το έφερε στο φως- βρέθηκε ένας αστυφύλακας που ήταν παρών, απειλήθηκε και ο ίδιος από τους "Περίανδρους", και ο οποίος όλως περιέργως δεν εμφανίστηκε στην υπηρεσία του για να βοηθήσει στην εξιχνίαση της υπόθεσης, ούτε η υπηρεσία του ήξερε ότι το καφενείο, στο οποίο συνέβησαν τα γεγονότα, ανήκε στη σύζυγό του. Αν
διαβάσει κανείς τις προανακριτικές καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, ανθρώπων (συγγενών και φίλων) του "αποστασιοποιημένου" αστυφύλακα, και τις συγκρίνει με όσα είπαν στην τακτική ανακρίτρια, θα καταλάβει το λάκκο στη φάβα. Το μόνο που ενδιέφερε τους αστυνομικούς -όπως προκύπτει από τις καταθέσεις και όλων των άλλων περιοίκων μαρτύρων- ήταν να αποδειχθεί ότι την ώρα του φονικού οι δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ είχαν προλάβει να απομακρυνθούν από την πλατεία Δεληγιάννη. Γιατί, συνεπώς, να ενοχλήσει τον αυτόπτη αστυφύλακα;
Αδιαφορία, συμπτώσεις, ή "ας ανοίξουν και μερικά κεφάλια αναρχοκομμουνιστών, αφού εμείς έχουμε δεμένα τα χέρια"; Ωσπου να κατανοήσουμε επ' ακριβώς το μηχανισμό συγκάλυψης, θα έχει ξεχαστεί ο "Περίανδρος", οι φίλοι του, αλλά και οι υψηλοί προστάτες τους. Σε ποιο μελλοντικό ακροατήριο θα εξακριβωθεί η ταυτότητα των δραστών, όταν τις πρώτες ώρες μετά την επίθεση, μάρτυρες, αλλά και αστυνομικοί που είχαν προσωπικές επαφές με το μπουλούκι των Χρυσαυγιτών μισή ώρα πριν, αγνοήθηκαν; Από τη δικογραφία φαίνεται καθαρά ότι οι φονιάδες είναι οι 8-10 Χρυσαυγίτες από το μπουλούκι των περίπου 15 που ήταν στα δικαστήρια. Αυτοί ήταν από τις πρώτες ώρες γνωστοί στην ΕΛ.ΑΣ. Γιατί δεν μπήκε στα σπίτια τους; Γιατί δεν εξέδωσε αμέσως εντάλματα; Γιατί δεν έκανε τον κόπο να καλέσει για έναν (ακόμα) καφέ τον φίρερ της ναζιστικής γκρούπας, Νίκο Μιαχαλολιάκο; Γιατί έδωσε τόση αξία στην ανάληψη της ευθύνης από το φάντασμα ενός κάποιου Εθνικού Αγώνα Δράσης - που δήθεν δεν έχει σχέση με την "αδελφή οργάνωση της Χρυσής Αυγής", αλλά απλώς καθαρίζει για την τιμή των σωμάτων ασφαλείας;
(Ελευθεροτυπία, 27/9/1998)
www.iospress.gr ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ |