ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ - ΒΕΓΟΡΑ
Η ιστορία δύο χωριών
Η εκλογική γεωγραφία της λίμνης
Τα αποτελέσματα των εκλογών από το 1956 μέχρι σήμερα εμφανίζουν μια σαφή διαφοροποίηση της ψήφου στα δυο διπλανά χωριά της Βεγορίτιδας. Η ΕΡΕ, και στη συνέχεια η Νέα Δημοκρατία, κυριαρχεί συντριπτικά στη Βεγόρα, εγγίζοντας ακόμα και το 70%. Η Αριστερά είναι ανύπαρκτη, ενώ και τα ακροδεξιά σχήματα, όποτε εμφανίζονται, κατακτούν αξιοπρεπές ποσοστό. Αντιθέτως, στον Αγιο Παντελεήμονα, από το 1963 που ηττάται για πρώτη φορά η ΕΡΕ από την Ενωση Κέντρου, διαπιστώνουμε κυριαρχία της κεντροαριστεράς (με εξαίρεση τις εκλογές της μεταπολίτευσης). Το ΚΚΕ και η ευρύτερη Αριστερά διατηρούν πάντοτε σημαντική δύναμη, ακόμα και τις δύσκολες εποχές της καραμανλικής οκταετίας. Στις Ευρωεκλογές του 1994 αισθητή παρουσία είχε και το Ουράνιο Τόξο.
Η διαφοροποίηση αυτή της ψήφου τείνει να δώσει και ανοιχτά πολιτικό χαρακτήρα στη διαμάχη των δυο χωριών. Ομως θα ήταν λάθος να δώσει κανείς συγκεκριμένη κομματική ταμπέλα στο ένα ή στο άλλο. Δεν θα μπορούσε τότε να εξηγήσει το 66% που έδωσε ο Αγιος Παντελεήμονας (έστω και σε συνθήκες βίας και νοθείας) το 1961 στην ΕΡΕ, χωρίς να μιλήσει λχ για το ρόλο των τοπικών κομματαρχών (εν προκειμένω του Μακρή).
Οσο για τις προηγούμενες εκλογικές μάχες, για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία μόνο του Αγίου Παντελεήμονα, παρατηρούμε αρχικά μια σημαντική επιρροή των Φιλελευθέρων (50% το 1926, 57.8% το 1928, 65% το 1929, 48% το 1932), η οποία φθίνει στη συνέχεια (38.8% το 1933, 10.1% το 1936). Το Λαϊκό κόμμα από μόλις 3.5% το 1928, ανεβαίνει στο 30% το 1929 για να περιοριστεί στο 15% το 1932. Το ΚΚΕ και η Αριστερά στο ίδιο διάστημα διατηρούν μια σημαντική δύναμη: 36% το 1926, 26.4% το 1928, 15.7% το 1932, 20.1% το 1933, 19.5% το 1936 (ως Παλλαϊκό Μέτωπο). Στις εκλογές του 1946, όπου το ΚΚΕ απείχε, παρατηρείται μια μείωση των ψήφων κατά 30%. Ενδιαφέρον έχει και η σημαντική παρουσία του "Μεταρρυθμιστικού Εθνικού Κόμματος" του Σωτ. Γκοτζαμάνη που έλαβε 32% το 1936, με βασικό σύνθημά του "η Μακεδονία στους Μακεδόνες". Το κόμμα αυτό κατηγορήθηκε ότι υπέθαλπε τις τάσεις αυτονόμησης της Μακεδονίας.
Οι ντόπιοι, οι πρόσφυγες και η γη
Πολύ πριν αρχίσουν να υποχωρούν τα νερά της Βεγορίτιδας, η διαμάχη για τη γη βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγκρουσης των γηγενών κατοίκων της Μακεδονίας με την εκάστοτε κεντρική εξουσία και κατ' επέκταση με τους πρόσφυγες που αυτή εγκατέστησε στην περιοχή. Ηδη από το 1882 αναφέρονται τα παράπονα των κολίγων του Πάτελι προς τον χριστιανό ιδιοκτήτη του χωριού, ο οποίος μάλιστα συντηρούσε και το ελληνικό σχολείο.
Οι σοβαρότεροι σύγχρονοι μελετητές αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην οικονομική διάσταση της μειονεκτικής θέσης που βρέθηκαν οι ντόπιοι όταν έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών. "Η αντιπαράθεση των Σλαβοφώνων με την κρατική εξουσία είχε τις ρίζες της αποκλειστικά σε οικονομικά αίτια", φθάνει να αποφανθεί ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης ("Σλαβόφωνοι και Πρόσφυγες", στο "Ταυτότητες στη Μακεδονία").
Είναι γεγονός ότι η εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία συντελέστηκε με εφαρμογή ενός σαφούς σχεδίου εθνολογικής τακτοποίησης της περιοχής, και δεν μπορεί να συγκριθεί με την ανεξέλεγκτη μεταφορά εξαθλιωμένου πλήθους προσφύγων στις παρυφές των αστικών κέντρων της Παλιάς Ελλάδας. Στη Μακεδονία επικρατούν οι λόγοι εθνικής ασφάλειας και όχι της οικονομίας. Οπως εκτιμά ο Δημήτρης Πεντζόπουλος στο κλασικό έργο του για τις ανταλλαγές πληθυσμών "μολονότι είναι αλήθεια ότι η Μακεδονία προσέφερε πολλά πλεονεκτήματα για τη φθηνή και άμεση αποκατάσταση των προσφύγων, ο αριθμός των ατόμων που εγκαταστάθηκαν εκεί ξεπερνά κάθε αριθμό που θα μπορούσε να δικαιολογηθεί βάσει οικονομικών επιχειρημάτων. Πολλοί οικισμοί λχ δημιουργήθηκαν σε ορεινές και μάλλον άγονες περιοχές, ενώ στην Κεντρική Ελλάδα υπήρχαν περισσότερο εύφορες γαίες. Αυτή η πολιτική υπαγορεύθηκε από την ανάγκη υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας." (Dimitri Pentzopoulos, The Balkan exchange of minorities and its impact upon Greece, Mouton, Paris 1962).
Ο γενικός διευθυντής εποικισμού Σ. Γούδας απέστειλε το 1924 με εμπιστευτικό έγγραφο έναν εθνολογικό χάρτη της περιοχής προς τις υπηρεσίες αποκατάστασης προσφύγων. "Ο ειρημένος χάρτης και οι πίνακες", εξηγούσε ο ίδιος, "συνετάγησαν επί τη βάσει πληροφοριών των κατά τόπους εποικιστικών αρχών εν συνεννοήσει μετά των Πολιτικών και Στρατιωτικών τοιούτων και εσκόπουν την υπό της υπηρεσίας ημών εξακρίβωσιν των ξένων εν Μακεδονία στοιχείων και την κατ' αναλογίαν παρεμβολήν προσφυγικών συνοικισμών μεταξύ τούτων εις τρόπον ώστε να καταστώσιν τελείως ακίνδυνα εφεξής."
Είναι επόμενο ότι οι γηγενείς αισθάνθηκαν τη σκόπιμη αυτή πίεση του ελληνικού κράτους διά μέσου των προσφύγων. "Ο πρόσφυγας είχε την αίσθηση ότι, ως Ελληνας, βρισκόταν στον τόπο του, ενώ ο Βούλγαρος δεν ήταν παρά ένας ανεπιθύμητος", παρατηρεί ο Ζακ Ανσέλ στο μνημειώδες έργο του ("La Macedoine", Παρίσι 1930). Ακόμα και ο Φίλιππος Δραγούμης διαμαρτύρεται το 1925: "Καθ' ον τρόπον διεξήχθη μέχρι τούδε η αποκατάστασις, δημιουργείται ζήτημα Μακεδονίας διεθνές, διότι εδόθη εις αυτήν χαρακτήρ εποικισμού, ως εάν η Μακεδονία να μην ήτο ελληνική χώρα αλλά δορυάλωτος αποικία."
Την κατάσταση περιγράφει ο Κωνσταντίνος Καραβίδας, υπάλληλος τότε του υπουργείου Εξωτερικών στην περιοχή και αρμόδιος σε θέματα εποικισμού: "Οι πρόσφυγες έμπαιναν αθρόοι στα χωρία των εντοπίων χωρικών μακεδόνων και τους έπαιρναν τα ανοιγμένα χωράφια (όχι τα χέρσα, διότι οι έποικοι δεν μπορούσαν τότε να οργώσουν), τους σταύλους, μέρος των σπιτιών, τις κότες, τα τεντζερέδια τους κλπ και επιπλέον τους ύβριζον ως Βουλγάρους. Αυτό λοιπόν ήτο πίεσις και κίνδυνος βαρύς διά τους εντοπίους."
Τις συνέπειες αυτής της πολιτικής στα αισθήματα και τη συνείδηση των γηγενών κατέγραψε ο Καραβίδας σε έκθεσή του τον Σεπτέμβριο του 1925: "Η γενική αυτή ανωμαλία έλαβε την μορφήν ασθενούς οικονομικού διωγμού δι' όλους τους αλλοφώνους σλαυογλώσσους, ελληνόφρονας και μη. Δια τους σλαυοφώνους η είσοδος των προσφύγων ήλθεν ως ένα κλονισμός ολοκλήρου του καθεστώτος της γεωκτησίας. Δηλαδή -καθ' όσον οι πρόσφυγες εκ μοιραίας ανάγκης πιεζόμενοι, ετράπησαν προς το ασθενέστερον τμήμα του πληθυσμού, οίον ήτο το σλαυοφώνων, εις ους αμφισβήτησαν μετά της κατοικίας και ολόκληρον την κτηματικήν περιουσίαν και αυτήν έτι την επί μορτή συνήθη καλλιέργειαν -εξ ων οι πλείστοι επέζων πλησίον των τσιφλικιούχων- αρχόμενοι μάλιστα από της καλυτέρας γης. Είναι όθεν ευνόητον πως όλαι αυταί, και άι πλέον συμπαγείς από εθνικής απόψεως συνειδήσεις, ερρευστοποιήθησαν εκ νέου και εστάθησαν μετέωροι." (Αρχείο Φιλίππου Δραγούμη, φ. 1041, εγγρ. 5, σ. 4-5).
(Ελευθεροτυπία,
15/3/1998)
www.iospress.gr ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ - ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ |