Η ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ


Στο εδώλιο του Στρασβούργου

1.   2

 

Με την πρόσφατη σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν και σε ένα θεσμό με σημαντική, αλλά εν πολλοίς άγνωστη δραστηριότητα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με ποιους όρους και ποιες προσδοκίες μπορεί ένας ευρωπαίος πολίτης να βρει στο Στρασβούργο το δίκιο του; Ποιες αποφάσεις αφορούν την Ελλάδα;

 
Το έσχατο ένδικο μέσο

Το Συμβούλιο της Ευρώπης (ΣτΕ), την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), την Επιτροπή και το Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τα γνωρίζουμε είτε από την εποχή της αποπομπής της Χούντας των συνταγματαρχών, είτε, πρόσφατα, από τις καταδίκες της χώρας μας για παραβιάσεις ατομικών δικαιωμάτων πολιτών, ιδίως στον τομέα των θρησκευτικών ελευθεριών ή των μειονοτικών δικαιωμάτων. Για ορισμένους οι αποφάσεις του Δικαστηρίου, στις ατομικές προσφυγές αδικουμένων πολιτών, φαίνονται σαν απειλή για την ελληνορθόδοξη παράδοση, σαν μια επιπλέον παρέμβαση της Δύσης. Αυτή η ρητορική βεβαίως δεν αντέχει σε οποιαδήποτε σοβαρή συζήτηση. Η ελληνική κυβέρνηση από το 1988 έχει υπογράψει για λογαριασμό της χώρας το άρθρο 25 της ΕΣΔΑ για το δικαίωμα της ατομικής προσφυγής και από τότε οι τελεσίδικες εγχώριες δικαστικές αποφάσεις μπορούν να επανακριθούν σε ανώτερο βαθμό, ως προς τον σεβασμό των άρθρων της Σύμβασης.
Από το 1949 που δημιουργήθηκε το ΣτΕ έχει επεξεργαστεί 150 συμβάσεις, με κορυφαία την ΕΣΔΑ, στην οποία, όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα έχει προσχωρήσει στις 28.11.1950. Τί διαφοροποιεί την ΕΣΔΑ από το ανάλογο νομικό υλικό που έχει παραχθεί παγκοσμίως και τι αποτελέσματα έχει; Ο διδάκτωρ νομικός Δημήτρης Χριστόπουλος που εργάστηκε στις νομικές υπηρεσίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, μας εξηγεί: "Η ΕΣΔΑ δημιούργησε ένα μοναδικό δικαιοδοτικό μηχανισμό, στο χώρο του διεθνούς δικαίου, που επιτρέπει στον κάθε άνθρωπο ο οποίος συναλλάσσεται με κάποιο κράτος μέλος του ΣτΕ, να προσφεύγει ατομικά, ενώπιον της Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και εφόσον η αναφορά του κριθεί παραδεκτή, καταλήγει στο Δικαστήριο. Η Επιτροπή λειτουργεί ως φίλτρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις πολλές χιλιάδες προσφυγές που έχουν φτάσει έως την Επιτροπή, μόνο το 5% έχει γίνει αποδεκτό. Αρα μόνο αυτό το ποσοστό εκδικάζεται. Οι όροι είναι αυστηρότατοι. Κάθε πολίτης έχει τυπικά τα δικαιώματα που απορρέουν από τη Σύμβαση, αλλά οι διαδικασίες καθιστούν δύσκολη, σχεδόν αδύνατη μερικές φορές, την άσκησή τους". Με λίγα λόγια ο προσφεύγων οφείλει να εξασφαλίσει τη βοήθεια ενός ειδικού και μάλιστα από τα πρώτα βήματα της δικαστικής του εμπλοκής, πολύ πριν εξαντλήσει τα εγχώρια ένδικα μέσα, ώστε να φτάσει τυπικά εντάξει στην Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δικαστήριο. "Εάν ο πολίτης δεν επικαλεσθεί τα άρθρα της ΕΣΔΑ ήδη από τον πρώτο βαθμό στα ελληνικά δικαστήρια, τότε είναι πολύ πιθανό -όταν θα φτάσει η προσφυγή του κάποτε στο Στρασβούργο- να απορριφθεί ως αβάσιμη, ακριβώς γι' αυτό. Ετσι έγινε με μία προσφυγή του Σαδίκ, της οποίας το ουσιαστικό μέρος, ωστόσο, είχε γίνει αποδεκτό", υπογραμμίζει ο κ. Χριστόπουλος.
Η πρώτη ατομική προσφυγή κατά της Ελλάδας φτάνει στο Δικαστήριο του Στρασβούργου το 1991 (η υπόθεση της καταδίκης για "προσηλυτισμό" στην Κρήτη του Μάρτυρα του Ιεχωβά κ. Κοκκινάκη) και έκτοτε έως σήμερα, έχουμε 26 προσφυγές (από τις πολλές εκατοντάδες) που ολοκλήρωσαν τη διαδρομή τους ως το Δικαστήριο. Από αυτές τις 26 μόνο οι 8 έχουν απορριφθεί και επομένως στις υπόλοιπες 18 υποθέσεις καταδικάστηκε η Ελλάδα -η οποία είναι και το πρώτο κράτος μέλος του ΣτΕ το οποίο καταδικάζεται για ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας. "Είναι χαρακτηριστικό", λέει ο κ. Χριστόπουλος, "ότι στα χρόνια ζωής της ΕΣΔΑ στην ελληνική έννομη τάξη, οι ρυθμοί των προσφυγών οι οποίες αναφέρονται στην Επιτροπή και ακόμα περισσότερο οι ρυθμοί των προσφυγών που φτάνουν εντέλει στο Δικαστήριο, αυξάνουν με γεωμετρικό τρόπο. Είχαμε μία προσφυγή το 1991 που έφτασε στο Δικαστήριο, άλλη μία το 1992, τρείς το 1993, δύο το 1994, τρεις το '95, επτά το 1996, και οκτώ τους εννέα μήνες του 1997". Αυτό προφανώς σημαίνει ότι υπάρχει μια αυξανόμενη εξοικείωση του ελληνικού νομικού χώρου και των πολιτών, με τις διαδικασίες της Σύμβασης.
Αλλά το πρόβλημα παραμένει: οι προσφυγές που τελικά κρίνονται στο Στρασβούργο είναι μετρημένες στα δάκτυλα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν ουσιαστικό ενδιαφέρον. Ας δούμε όσες αναφέρονται σε καταδίκες, προϊόντα της "εθνικής ανασφάλειας" των ελληνορθοδόξων δικαστηρίων της επικράτειας. (Τις υπόλοιπες κατηγορίες προσφυγών θα τις βρείτε στις διπλανές στήλες.) Στις 26.9. 96 η Ελλάδα καταδικάστηκε γιατί δεν επέτρεψε στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να ιδρύσουν τόπο λατρείας στο Ηράκλειο. Η κυβέρνηση αποζημιώσε τους προσφεύγοντες (Μανουσάκη και άλλους) με 4 εκατομμύρια για τα δικαστικά έξοδα, ενώ το υπουργείο Παιδείας (και Θρησκευμάτων) εξέδωσε απόφαση με την οποία επιτρέπει τη λειτουργία του λατρευτικού χώρου. Τον Μάιο του 1997 αποκαταστάθηκαν οι κύριοι Τσιρλής και Κουλούμπας (είχαν φυλακιστεί παράνομα 15 μήνες, για άρνηση στράτευσης, αν και ήταν αναγνωρισμένοι θρησκευτικοί λειτουργοί των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά). Η Ελληνική κυβέρνηση πλήρωσε περίπου 10 εκατομμύρια για την ηθική βλάβη και τα δικαστικά έξοδα. Το ίδιο έγινε και με την προσφυγή του κ. Γεωργιάδη. Στην υπόθεση της αποβολής από το σχολείο της μαθήτριας Βαλσαμή, επειδή δεν συμμετείχε στην παρέλαση, η χώρα μας πλήρωσε 600.000 δρχ για τα έξοδα και το υπουργείο υποχρεώθηκε μετά την απόφαση (18.12.96) να σταματήσει την ανάλογη δράση και των υπολοίπων ορθοδόξων φονταμενταλιστών σχολαρχών. Με τον ίδιο τρόπο το Δικαστήριο δικαίωσε και τη μαθήτρια Ευστρατίου από την Κομοτηνή. Στην υπόθεση Πεντίδη (9.6.97), που ήταν παρόμοια με αυτή του Μανουσάκη -δηλαδή άρνηση λειτουργίας λατρευτικού τόπου, στην Αλεξανδρούπολη αυτή τη φορά- η κυβέρνηση θέλοντας να αποφύγει μια ακόμα καταδίκη, αξιοποίησε τη λύση του φιλικού διακανονισμού. Αλλες τέσσερις υποθέσεις παραβίασης θρησκευτικής ελευθερίας βρίσκονται στον προθάλαμο του Δικαστηρίου. Πρόκειται για ορισμένες σκανδαλώδεις υποθέσεις καταπάτησης ατομικών ελευθεριών που περνάνε στα "ψιλά" της ελληνικής πραγματικότητας. Η παρακολούθηση από την ΕΥΠ πολιτών, Μαρτύρων του Ιεχωβά, στο Κιλκίς (προσφυγή Τσαβαχίδη), η άρνηση διορισμού στο Σώμα Ορκωτών Λογιστών του κ. Θλιμμένου, αν και πέρασε τις εξετάσεις (2ος στη σειρά), λόγω της καταδίκης του από το Στρατοδικείο ως αρνητή στράτευσης, είναι υποθέσεις που θα κριθούν τους επόμενους μήνες. Το ίδιο θα συμβεί και με την προσφυγή των κυρίων Λαρίσση, Μανδαλαρίδη και Σαραντή, της Εκκλησίας της Πεντηκοστής, που καταδικάστηκαν με την περίφημη περί "προσηλυτισμού" κατηγορία από το Αεροδικείο, καθώς και με την προσφυγή της Καθολικής Εκκλησίας, της Παναγίας Χανίων, διότι η ελληνική δικαιοσύνη δεν τους αναγνωρίζει την νομική τους υπόσταση!
Οπως είναι φανερό το ΣτΕ όχι μόνο προσπαθεί, χωρίς να έχει σαφή δικαιοδοσία, να επιφέρει αλλαγές σε εθνικούς νόμους, αλλά και να επαναφέρει την ελληνική δικαιοσύνη στην (ελληνική) συνταγματική τάξη! Βέβαια όλα αυτά απαιτούν πολύ χρόνο -ο μέσος χρόνος που μεσολαβεί από την δικαστική αυθαιρεσία έως την τελική δικαίωση του προσφεύγοντος είναι πάνω από 4 χρόνια. Ωστόσο, ο Δ. Χριστόπουλος δεν είναι απαισιόδοξος: "Σε μια εποχή που η 'μικρή' Ευρώπη, αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή του Σένγκεν φαίνεται ότι έχει εγκλωβιστεί σε μια πολιτική δυναμική κοινωνικού αποκλεισμού και λιτότητας, πιστεύω ότι ορισμένα από τα νομολογιακά κεκτημένα του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου μπορούν να αποτελέσουν αφετηρία κριτικής και άμυνας των πολιτών μέσα σε τέτοιες πολιτικές συνθήκες. Η νομολογία του Δικαστηρίου, παρόλες τις εξ ορισμού αδυναμίες που έχει επιδείξει κυρίως σε ζητήματα που αφορούν τα λεγόμενα δεύτερης γενιάς κοινωνικοικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα, αποτελεί ό,τι πιο δημοκρατικό έχει να επιδείξει μεταπολεμικά η ευρωπαϊκή νομική οικοδόμηση. Ας μη γελιόμαστε όμως. Είναι τέτοιοι οι θεσμικοί συσχετισμοί δυνάμεων που τα περιθώρια επηρεασμού μιας συνολικής πορείας της ενωμένης Ευρώπης είναι ασφαλώς περιορισμένα".


Αποφάσεις για όλα τα γούστα

Οι κάθε λογής πονεμένοι εγχώριοι εθνοκεντριστές μάλλον θα απογοητευθούν έτσι και ρίξουν μια ματιά στον απολογισμό τεσσάρων δεκαετιών δραστηριότητας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου: καμιά απολύτως ιδιάζουσα τάση ενασχόλησης με τον καθ' ημάς ομφαλό της γης δε διαφαίνεται στα πεπραγμένα του άντρου του 666! Με 36 προσφυγές και 18 καταδίκες μέχρι σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς στα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου (36,7 και 16,6 αντίστοιχα). Ακόμα και η πατροπαράδοτη `δικομανία' του Ελληνα αποδεικνύεται εδώ απλή οδοντόπαστα απέναντι στους ομοειδείς και ομόφυλους Ιταλούς, που φαίνεται πως νιώθουν στο Στρασβούργο κυριολεκτικά σα στο σπίτι τους αφού από αυτούς προέρχεται το 28,8 % του συνολικού αριθμού των προσφυγών -μολονότι έχουν ταυτόχρονα τις χειρότερες επιδόσεις όσον αφορά την κατάληξή τους (μόλις 27% κατέληξαν στη διαπίστωση παραβιάσεων). Το ρεκόρ επιτυχίας αντίθετα -αν εξαιρέσουμε τις ιδιάζουσες περιπτώσεις του Λουξεμβούργου και της Μάλτας- ανήκει στους Ιρλανδούς (75%) και ακολουθούν οι Ισλανδοί (66,6%) και, σε σαφώς μαζικότερο επίπεδο, οι Βέλγοι (60%).
Στην ηλεκτρονική του σελίδα στο Internet, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο παραθέτει λεπτομερειακά τις αλλαγές που οι αποφάσεις του επέφεραν στη νομοθεσία αλλά και την πρακτική της δημόσιας διοίκησης στις εγκαλούμενες χώρες τα τελευταία χρόνια. Τα παραδείγματα καλύπτουν μίαν ευρύτατη γκάμα θεμάτων - από την αναστολή της απέλασης κάποιων μεταναστών από τη Γαλλία ή την παροχή αναδρομικής αναπηρικής σύνταξης στην ελβετίδα Schuler-Zgraggen μέχρι τη νομιμοποίηση της κομμουνιστικής προπαγάνδας στη γειτονική μας Τουρκία και τη διευκόλυνση της παροχής πληροφοριών στις Ιρλανδέζες σχετικά με τη δυνατότητά τους για νόμιμες εκτρώσεις στο εξωτερικό. Στις σχετικές αλλαγές συμπεριλαμβάνονται επίσης ορισμένες αλλαγές στο Στρατιωτική Ποινική Δικονομία του Βελγίου ή στη φινλανδική νομοθεσία τη σχετική με την προσωρινή κράτηση, το διακίωμα των Ολλανδών να ασκούν έφεση για τις εισφορές που απαιτούν για την κοινωνική τους ασφάλιση οι επαγγελματικοί σύλλογοι, καθώς και η δυνατότητα των ταξιτζήδων της Ισλανδίας να ανήκουν σε διαφορετικά συνδικάτα. Στη Γερμανία, τέλος (και συγκεκριμένα στα ομόσπονδα κρατίδια της Βαυαρίας, της Σαξονίας και της Βάδης-Βιρτεμβέργης) κάποιοι πολίτες πέτυχαν την κατάργηση των τελών πυροσβεστικής ως αντίθετων προς την ισότητα των δυο φύλων, δεδομένου ότι υποχρέωση για την καταβολή τους είχαν μόνο οι άντρες...



Το κόστος της ανεξιθρησκίας

Στις 26 Σεπτεμβρίου 1996, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκανε δεκτή την προσφυγή του Τίτου Μανουσάκη και άλλων τριών ελλήνων πολιτών, μελών της θρησκευτικής κοινότητας "Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά", και αποδοκίμασε τις ελληνικές αρχές για τη στάση τους σε θέματα που άπτονται της θρησκευτικής ελευθερίας. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης (20 Μαϊου '96), τις θέσεις της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων παρουσίασε στο Δικαστήριο ο εκπρόσωπός της Χρήστος Ροζάκης, από την αγόρευση του οποίου μεταφράσαμε τα αποσπάσματα που ακολουθούν:

Τα πραγματικά περιστατικά είναι μάλλον απλά: στις 30 Μαρτίου 1983, ο πρώτος αιτών (Τ. Μανουσάκης) μίσθωσε με ιδιωτικό συμφωνητικό μία αίθουσα στο Ηράκλειο Κρήτης. Το συμβόλαιο προέβλεπε ότι η αίθουσα μπορύσε να χρησιμοποιηθεί "για οιοιουδήποτε είδους συγκεντρώσεις, γάμους κ.λπ. χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά". Στις 28 Ιουλίου 1983, οι αιτούντες απηύθυναν αίτηση στον υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ζητώντας άδεια να εγκαινιάσουν αυτόν τον τόπο λατρείας. Υστερα από μακρά περιπέτεια με τη διοίκηση στην οποία ενεπλάκησαν οι αιτούντες και η οποία αφορούσε την τυπική διαδικασία βεβαίωσης των υπογραφών τους, μία νέα αίτηση κατατέθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1983. Η τελευταία επιστολή του υπουργού, με την οποία ενημέρωνε τους αιτούντες για την τύχη της αίτησής τους, τους απεστάλη στις 10 Δεκεμβρίου 1984, δηλαδή πριν από δώδεκα χρόνια. Η επιστολή τους ενημέρωνε ότι οι αρχές εξέταζαν ακόμη το αίτημά τους.
Στις 3 Μαρτίου 1986, η Εισαγγελία Ηρακλείου άσκησε δίωξη κατά των αιτούντων στη βάση του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 1363/1938, όπως τροποποιήθηκε από το νόμο 1672/1939, κατηγορώντας τους ότι "είχαν δημιουργήσει... οίκο προσευχής για θρησκευτικές συγκεντρώσεις και τελετές των πιστών μιας άλλης λατρείας... χωρίς την άδεια της αναγνωρισμένης εκκλησιαστικής αρχής και του υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, άδεια που απαιτείτο για την κατασκευή και τη λειτουργία του ναού οιουδήποτε δόγματος". Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απήλλαξε τους αιτούντες για το λόγο ότι "η συγκέντρωση πιστών οιουδήποτε δόγματος, εφ' όσον δεν υπάρχουν πράξεις προσηλυτισμού, είναι ελεύθερη, ακόμη και όταν λαμβάνει χώρα χωρίς άδεια". Κατά την εκδίκαση της έφεσης του Εισαγγελέα, το δικαστήριο καταδίκασε τον κάθε έναν από τους αιτούντες σε ποινή φυλάκισης τριών μηνών μετατρέψιμη σε χρηματική και σε χρηματικό πρόστιμο 20.000 δραχμών (15 Φεβρουαρίου 1990). Οι αιτούντες άσκησαν αναίρεση στον Αρειο Πάγο, υποστηρίζοντας ότι η υποχρέωση υποβολής αίτησης για άδεια εν όψει της δημιουργίας οίκου προσευχής αντίκειται στο Ελληνικό Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Εντέλει, στις 20 Σεπτεμβρίου 1993, η αστυνομία του Ηρακλείου σφράγισε την πόρτα εισόδου της αίθουσας που είχαν μισθώσει οι αιτούντες. (...)
Η Επιτροπή ήταν δύσκολο να αντιληφθεί πώς η καταδίκη των αιτούντων είναι δυνατόν να θεωρηθεί θεμιτή απλώς και μόνον επειδή εγκατέστησαν και χρησιμοποίησαν τόπο λατρείας χωρίς προηγουμένως να έχουν εξασφαλίσει την άδεια των αρχών. Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη το γεγονός ότι οι αιτούντες είναι μέλη ενός κινήματος του οποίου οι θρησκευτικές τελετουργίες και πρακτικές είναι ευρέως γνωστές και εγκεκριμένες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες συγκαταλέγεται και η Ελλάδα. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή δεν μπορούσε να υποτιμήσει το γεγονός ότι η πραγματική αιτία της καταδίκης των αιτούντων υπήρξε η αναβλητική συμπεριφορά των αρχών στο θέμα της αίτησης για χορήγηση άδειας.
Συμπερασματικά, κύριε πρόεδρε και κύριοι δικαστές, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η καταδίκη σε βάρος των αιτούντων, δηλαδή ποινή φυλάκισης τριών μηνών (ανεξαρτήτως, προφανώς, της μετατρεψιμότητάς της) και το ταυτόχρονο πρόστιμο, είναι σαφώς δυσανάλογη προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς και δεν ικανοποιεί τους όρους που θέτουν οι επιτακτικές κοινωνικές ανάγκες σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Στη συμπεριφορά του συγκεκριμένου κράτους και των ποικίλων κρατικών αρχών ως προς την παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή παρατηρεί μία παρέμβαση, η οποία εμποδίζει την ελεύθερη άσκηση του δικαιώματος που προβλέπει το άρθρο 9 της Σύμβασης. Και δεν μπορεί να κάνει αποδεκτό τον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τον οποίο η καταδίκη δεν αποσκοπούσε στον περιορισμό αυτής της ελευθερίας, αλλά σκόπευε να τιμωρήσει την απείθεια των αιτούντων στο τρέχον νομοθετικό καθεστώς (...).

(Ελευθεροτυπία, 19/10/1997)

 

www.iospress.gr                                   ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ