ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΜΕΣΩ ΤΡΙΤΟΥ

Αυτόχειρες σε ξένα χέρια

1.  /  2.

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Σφαίρα και συμπάθεια


Ακόμα και η αυστηρή εισαγγελέας του Μικτού Κακουργιοδικείου των Αθηνών, Ευσταθία Σπυροπούλου το παραδέχτηκε στην καταδικαστική της αγόρευση: "Ο Μονσελάς, αντί να στηρίξει ηθικά και ψυχικά την πάσχουσα από μια μορφή κατάθλιψης Βαγενά, αντί να της δώσει νότες χαράς και αισιοδοξίας, προσφέρθηκε να τη βοηθήσει να αυτοκτονήσει". Πρόκειται επομένως, για μιά τυπική περίπτωση αυτοκτονίας μέσω τρίτου, για μια ιδιότυπη "ευθανασία" (άλλωστε πολλές από τις "ευθανασίες" είναι κρυφές "αυτοκτονίες" με τη μεσολάβηση άλλου) που δικαιολογημένα απασχόλησε την κοινή γνώμη και δίχασε τους ειδικούς, αφού δεν ήταν "μια ακόμα στυγερή δολοφονία". Τα ζητήματα που έθεσε η εξέλιξη μιας φαινομενικά συνηθισμένης "ερωτικής απογοήτευσης" είναι φανερό ότι ξεπερνούν το γράμμα του νόμου.

ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΜΕ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ

"Από εγκληματολογική άποψη το ερώτημα από την πρώτη στιγμή ήταν αν ο Μονσελάς διέπραξε μια μορφή ανθρωποκτονίας ή αν "συμμετείχε", αν τη βοήθησε στην αυτοκτονία πυροβολώντας την ως προέκταση του χεριού της", μας λέει ο καθηγητής εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης. "Θα αποτελούσε σημαντική τομή αν μπορούσε να εφαρμοστεί το άρθρο 301 του Ποινικού Κώδικα, αλλά στην υπόθεση αυτή έχουμε κάτι περισσότερο από 'τη βοήθεια σε αυτοκτονία" που αναφέρει η διάταξη. Μπορεί η Βαγενά να ήταν εκείνη που βρήκε το όπλο, αυτή που του το έδωσε, αυτή που τον έβαλε στην όλη ατμόσφαιρα θανάτου, αυτή που τον έφτασε ως εκεί, όμως ο Μονσελάς πυροβόλησε. Ενώ ψυχολογικά και ηθικά πιό πολύ είδα την υπόθεση σαν αυτοκτονία μέσω τρίτου, ποινικά ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διακριθεί και να τεκμηριωθεί. Το γράμμα του νόμου δεν βοηθά".
Ρωτήσαμε τον κ. Πανούση αν η πράξη του Μονσελά μπορούσε να θεωρηθεί ως "ανθρωποκτονία με συναίνεση" η οποία προβλέπεται από άλλο άρθρο του Π.Κ. "Το άρθρο 300 περιγράφει την ανθρωποκτονία 'ύστερα από σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος και από οίκτο γι' αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια'. Ομως θα έπρεπε να επεκταθεί η έννοια της 'ανίατης ασθένειας' στην όποια ψυχική πάθηση είχε το θύμα. Αν και υπάρχουν αποφάσεις δικαστηρίων οι οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως ανίατες και ψυχοπάθειες, στην περίπτωση της Βαγενά δεν υπήρξε έδαφος για τέτοια τεκμηρίωση. Είχαμε ενδείξεις κατάθλιψης. Στον καθένα λίγο πολύ μπορεί να συμβεί. Δεν είχαμε καμιά πραγματογνωμοσύνη, ούτε εγκλεισμό σε ψυχιατρείο, ώστε να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρχε έστω μια διαπιστωμένη ψυχική διαταραχή, κάποια ψυχοπάθεια. Ούτε στο εδώλιο του κατηγορουμένου καθόταν κάποιος ειδικός άνθρωπος, ένας γιατρός ο οποίος θα έλεγε ότι προέβη στην πράξη επειδή η ασθενής του ήταν μια ανίατη ψυχικά περίπτωση και τον παρακαλούσε να δώσει εκείνος το τέλος. Είχαμε έναν απλό άνθρωπο, έναν παρκαδόρο άσχετο με όλα τα παραπάνω, ο οποίος δεν θεώρησε ότι η πράξη του αποτελούσε ένα είδος 'ευθανασίας' -όπως την εννοούμε εμείς. Αρα και η εφαρμογή του άρθρου 300 θα ήταν τραβηγμένη. Αλλωστε, απέφυγα τελείως να αναφερθώ στον όρο 'ευθανασία'. Επέμεινα στην περιγραφή της 'ατμόσφαιρας θανάτου', της απελπισίας. Οπως δεν θεωρώ δολοφόνο έναν γιατρό που παίρνει την πρωτοβουλία να τελειώσει έναν ανίατο ασθενή, αλλά διαπράττει παράλληλα αδίκημα σύμφωνα με το νόμο, περίπου έτσι δεν θεώρησα και τον Μονσελά δολοφόνο."

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ

Ωστόσο, παρόλη τη γενική συμπάθεια προς τα δύο πρόσωπα του δράματος, ο θύτης επρόκειτο να κριθεί ως περισσότερο ή λιγότερο "ψυχρός φονιάς", όπως τον χαρακτήρισε η εισαγγελέας, η οποία μάλιστα τον κατηγόρησε ότι "δεν έδωσε στο θύμα νότες χαράς και αισιοδοξίας" παραβλέποντας ότι και κανείς άλλος και ιδίως από το στενό της περιβάλλον, δεν κατάφερε να στηρίξει και να αποτρέψει την οδοντίατρο από την πραγματοποίηση του προαναγγελθέντος διαβήματός της. "Οταν με ρώτησαν στο δικαστήριο -συνεχίζει ο συνομιλητής μας- γιατί αυτή συμπάθεια για τον Μονσελά, απάντησα πως δεν νομίζω ότι η συμπάθεια στρέφεται ιδιαίτερα προς αυτόν, αλλά προς το θύμα. Γιατί σήμερα σπανίως κάποιος πεθαίνει από αγάπη. Η Βαγενά πέθανε από αγάπη. Δεν είχε το θάρρος να σκοτωθεί και βρήκε άνθρωπο για να σκοτωθεί, ώστε να μην σκοτώσει. Είναι μια πλήρης αντιστροφή: φόνος πάθους 180 μοιρών. Δηλαδή, ήθελε να σκοτώσει το σύζυγο, δεν μπορούσε να το κάνει, θέλησε να σκοτώσει τον εαυτό της, δεν μπόρεσε ούτε αυτό και έβαλε έναν τρίτο να σκοτώσει τον εαυτό της, ενώ θα μπορούσε να βάλει ένα τρίτο να σκοτώσει τον άντρα της. Θα μπορούσε σ' αυτή την κατάσταση που δημιούργησε να σκοτωνόταν και ο τρίτος, δηλαδή ο Μονσελάς. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο θανάτου θα μπορούσε να φτάσει ως το τέλος του 'παιχνιδιού' και να στρέψει το όπλο και εναντίον του εαυτού του."
Μιλώντας όμως για την "επικουρία σε αυτοκτονία" δεν μπορούμε να αποφύγουμε το κλασικό ζήτημα του δικαιώματος στη ζωή και στο θάνατο. Μπορεί άραγε, να εκχωρηθεί αυτό το δικαίωμα σε κάποιον άλλο; "Οπως είναι γνωστό, και πέρα από θρησκευτικές, ηθικές και φιλοσοφικές απόψεις, ποινικά η αυτοκτονία δεν τιμωρείται. Αν όμως, αυτή τη βούληση μου να σκοτωθώ στην εκχωρήσω και ζητήσω από σένα να το κάνεις τότε υπάρχει ποινική ευθύνη. Οι ποινικολόγοι αναγνωρίζουν το δικαίωμα στη ζωή και στο θάνατο μόνο στον ιδιωτικό χώρο. Από τη στιγμή που μεταφέρεται σε κάποιον τρίτο, ευθύνη του τρίτου υπάρχει. Κατά την κρατούσα άποψη το ατιμώρητο της αυτοκτονίας δεν σημαίνει πως το άτομο δικαιούται να διαθέσει τη ζωή του κατά τρόπο που να νομιμοποιεί την ανθρωποκτόνο πράξη ενός άλλου. Αρα οφείλουμε να μελετήσουμε το μέγεθος της ποινικής ευθύνης του τρίτου, μελετώντας τη σχέση θύτη-θύματος που σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι περίπλοκες. Το κριτήριο πάντως, κατά τη γνώμη μου, είναι το ποιος αναλαμβάνει την πρωτοβουλία. Γυρίζω πάλι στην υπόθεσή μας. Ο δράστης ήταν ένας υπάλληλος πάρκινγκ, δεν ήθελε να σκοτώσει κανένα, δεν είχε καμιά προηγούμενη επαφή με το θύμα, δεν είχε 'ανθρωποκτόνο διάθεση' -την πυροβόλησε με κλειστά μάτια, από ένα μέτρο απόσταση την έπληξε λοξά και χαμηλά και όχι στο κεφάλι. Συνεπώς, κίνητρο δεν είχε, βούληση ανθρωποκτόνο δεν είχε, την ίδια δεν την ήξερε πριν τον προσεγγίσει, ποιος λοιπόν πήρε την πρωτοβουλία σ' αυτή τη σχέση και στην όλη κλιμάκωση αυτού που ονομάζω 'ατμόσφαιρα θανάτου'; Την πρωτοβουλία την είχε η Βαγενά. θα μπορούσαμε να πούμε ότι και οι δύο υπήρξαν θύματα και δράστες".
Αλλά στην ιστορία των απονενοημένων διαβημάτων διά τρίτου υπάρχουν και οι οργανωμένες μέθοδοι αυτοκτονίας μέσω τρίτου, οι "λέσχες αυτοκτονίας, όπως περίπου τις περιέγραψε ο Λόντον και ο Στίβενσον. Εκεί έχουμε πληρωμένους φονιάδες που αναλαμβάνουν σύμφωνα με την επιθυμία του υποψηφίου αυτόχειρα, να τον εκτελέσουν απροειδοποίητα. "Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις -μας θυμίζει ο κ. Πανούσης. Οταν χρησιμοποιείς ένα πρόσωπο το οποίο δεν γνωρίζει τίποτα για την πρόθεση σου να αυτοκτονήσεις. Μπορεί να 'ναι ο αφελής υπηρέτης, η γριά μαγείρισσα π.χ, στους οποίους δίνεις το δηλητήριο και τους ζητάς κάποια στιγμή να το βάλουν στο ποτό ή το φαγητό σου σαν ένα οποιοδήποτε φαρμακάκι, χωρίς εκείνοι να ξέρουν γιατί πρόκειται. Μπορεί φυσικά, και αυτό είναι συχνό, να χρησιμοποιηθεί και ο γιατρός. Η συναίνεση στο θάνατο ψιθυρίζεται στο αυτί του γιατρού."
 


(Ελευθεροτυπία, 12/3/1995)

 

www.iospress.gr                                          ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ