Ακόμη και με τη λογική του, ο αρχιεπίσκοπος δεν δικαιούται να μιλά για «βαρβάρους»

Ανασκολοπισμού το ανάγνωσμα

 

"Κανένας λαός της Ευρώπης δεν είναι διατεθειμένος να απαρνηθεί την Ιστορία του"
(αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, 4/12/03)

Για μια ακόμη φορά, ο αρχιεπίσκοπος υπήρξε συνεπής στο ραντεβού του με τη δημοσιότητα. Χάρη στη συμβολή των ηλεκτρονικών ΜΜΕ, το κήρυγμά του στα Ανω Πατήσια εναντίον της εισόδου των "βάρβαρων" Τούρκων στη "χριστιανική" Ε.Ε. έφτασε όχι μόνο μέχρι το τελευταίο ελληνικό σπίτι, αλλά και στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου. 

Οσο για τη συνέχεια της υπόθεσης, αυτή ακολούθησε την πεπατημένη του λεκτικού ανταρτοπόλεμου που αιώνες Βυζαντίου και Τουρκοκρατίας κληροδότησαν στην καθ' ημάς Ορθοδοξία. Σχεδόν οι πάντες καταδίκασαν το ρατσιστικό "ατόπημα" του κ. Χριστόδουλου, κι ο ίδιος φρόντισε να τα μαζέψει, κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι στο σκληρό πυρήνα των οπαδών του: "Οσοι από εμάς έχουμε αναλάβει καθήκοντα να είμαστε ηγέτες του λαού μας", δήλωσε, "έχουμε το καθήκον να του προσφέρουμε τα πρότυπα του αγωνιζόμενου ανθρώπου, του αγωνιζόμενου χριστιανού. Αυτού ο οποίος προτιμά πολλές φορές να θυσιάζει την ηρεμία και την ησυχία του προς χάριν της δικαιοσύνης, της αλήθειας και των αρχών που υπηρετεί". 

Αποφεύγοντας να σχολιάσουμε ένα τόσο εύγλωττο ξέσπασμα μετριοφροσύνης ή να θυμίσουμε τα αυτονόητα (ότι κανείς απολύτως -εκτός ίσως από το πανταχού παρόν Αγιο Πνεύμα- δεν έχει εκλέξει τον κ. Χριστόδουλο ως ηγέτη οποιουδήποτε "λαού"), ας σταθούμε για λίγο στην ίδια την "πέτρα του σκανδάλου". Την επιχειρηματολογία, με άλλα λόγια, που ο προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας επιστράτευσε για να τεκμηριώσει το χαρακτηρισμό των σημερινών κατοίκων της γειτονικής χώρας ως "βαρβάρων" και να δικαιολογήσει την απαίτηση αποκλεισμού τους από την ενωμένη Ευρώπη.

Η ρατσιστική διαχρονία

Κεντρικό επιχείρημα του αρχιεπισκόπου υπήρξαν δύο συμβάντα του 17ου και του 19ου αιώνα: η απάνθρωπη μεταχείριση, από τους πασάδες της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δύο χριστιανών επαναστατών. Με αφετηρία αυτούς τους ανασκολοπισμούς του 1601 και του 1821, ο κ. Χριστόδουλος πραγματοποίησε στη συνέχεια ένα χρονικό (και λογικό) άλμα, ερχόμενος στο σήμερα: "Ο Αγιος Σεραφείμ στο Φανάρι στην Καρδίτσα κατηγορήθηκε ότι ήταν αναμεμειγμένος σε επανάσταση, γι' αυτό τον σούβλισαν. Οπως σούβλισαν τον Αθανάσιο Διάκο. Αυτοί που θέλουν σήμερα να μπουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Γι' αυτό αντιστεκόμαστε. Δεν μπορούν οι βάρβαροι να έλθουν μέσα στην οικογένεια των χριστιανών, διότι δεν μπορούμε να ζήσουμε μαζί". Οσο για τις όποιες αντιδράσεις, ο αρχιεπίσκοπος φρόντισε να τις κατακεραυνώσει προκαταβολικά: "Ολοι αυτοί που κάθονται και κρίνουν εκ του ασφαλούς, δεν έχουν διαβάσει Ιστορία". 

Ο ανιστόρητος και καθαρά ρατσιστικός χαρακτήρας των παραπάνω είναι κάτι παραπάνω από προφανής. Αν η λογική της "φυλετικής" συλλογικής ευθύνης (βάσει της οποίας ένας ολόκληρος πληθυσμός ευθύνεται για τη συμπεριφορά συγκεκριμένων ανθρώπων που τυχαίνει να έχουν την ίδια θρησκεία, γλώσσα ή εθνική καταγωγή) συνιστά την πεμπτουσία του ρατσισμού, η μηχανική αναγωγή γεγονότων ενός μακρινού παρελθόντος στο σήμερα αποτελεί τη βάση για την άρνηση της ιστορικής γνώσης. Η απόδοση ευθυνών στους σημερινούς Τούρκους (ή σε όποιον άλλο λαό) για βαρβαρότητες που διαπράχθηκαν πριν από 402 κι 182 χρόνια, ελάχιστα διαφέρει από τη λογική των αντισημιτικών εκείνων πογκρόμ που έβλεπαν στο πρόσωπο των Εβραίων της Ευρώπης τους ίδιους κι απαράλλαχτους ανθρώπους μ' "αυτούς που σταύρωσαν τον Χριστό". 

Εξίσου προφανής είναι η διαφορά αυτού του ρατσιστικού κηρύγματος από οποιαδήποτε ορθολογική συζήτηση σχετικά με τις προϋποθέσεις της εισδοχής της σημερινής Τουρκίας (και όποιας άλλης χώρας) στην Ε.Ε. ή τις επιπτώσεις αυτής της εισδοχής στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις εργασιακές σχέσεις (στην Τουρκία, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη). Η αλληλεπίδραση εκδημοκρατισμού και "εξευρωπαϊσμού" της γειτονικής χώρας είναι κάτι που επιδέχεται διάφορες ερμηνείες ή και μεταβολές στο πέρασμα του χρόνου. Το σούβλισμα του Αγίου Σεραφείμ και του Διάκου, αντίθετα, είναι γεγονότα μονοσήμαντα, τετελεσμένα και μη αναστρέψιμα.

Οι δικές μας σούβλες

Αν ήμασταν στη θέση του κ. Χριστόδουλου, θα το σκεφτόμασταν πάντως πολύ προτού καταφύγουμε σε τέτοιου είδους ρατσιστικούς αναχρονισμούς: η επίκληση βαρβαροτήτων του παρελθόντος σε βάρος των σημερινών (πραγματικών ή κατά φαντασίαν) απογόνων τους είναι ένα μαχαίρι που εύκολα μπορεί ν' αποδειχθεί δίκοπο.

Κατ' αρχήν, η ίδια η επανάσταση του '21 -όπως κάθε πραγματική επανάσταση, άλλωστε- περιλαμβάνει ουκ ολίγες σελίδες φρικαλεοτήτων που διαπράχθηκαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εκτός από την πασίγνωστη σφαγή χιλιάδων αμάχων στην Τριπολιτσά, μικρά ολοκαυτώματα των μουσουλμανικών κι εβραϊκών κοινοτήτων σημάδεψαν την απελευθέρωση των περισσότερων αστικών κέντρων της Νότιας Ελλάδας από τους ξεσηκωμένους προγόνους μας. Και μάλιστα με μεθόδους όχι ιδιαίτερα ανθρωπιστικές: το καλοκαίρι του 1821 στο Ναβαρίνο, λ.χ., οι επαναστάτες μάζεψαν τους αιχμάλωτους αμάχους σ' ένα νησάκι και τους άφησαν εκεί να πεθάνουν από την πείνα. 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός Γερμανού φιλέλληνα που πέρασε από εκεί, μερικούς μήνες αργότερα "φαινόταν τα πτώματα των παιδιών να θηλάζουν τις τελευταίες σταγόνες ζωής από το στήθος της μάνας τους" ("Οι ανώδυνες παρατηρήσεις του γερμανού φιλέλληνα Ντάνενμπεργκ", Αθήνα 1990, εκδ. Καραβία, σ. 53). 

Ακόμη πιο άσχημα (κι αδικαιολόγητα, με βάση το σημερινό μας πολιτισμό) ήταν τα πράγματα στο μακρινό Βυζάντιο -που επί Χριστόδουλου επανήλθε συμβολικά με την ανάρτηση κιτρινόμαυρων σημαιών με τον δικέφαλο σε όλες τις εκκλησίες της επικράτειας. Το παλούκωμα των μελλοθανάτων, που επιστρατεύθηκε από τον κ. Χριστόδουλο ως ύψιστη απόδειξη της "πατροπαράδοτης" βαρβαρότητας των Τούρκων, στο Βυζάντιο συνιστούσε έναν εξαιρετικά διαδεδομένο τρόπο τιμωρίας αδικημάτων όπως η στάση, η εσχάτη προδοσία ή η λιποταξία. Υποθέτουμε ότι ο φιλίστωρ προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας έχει διαβάσει τα σχετικά ιστορικά μυθιστορήματα της Πηνελόπης Δέλτα (π.χ. "Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου") ή την "Ιστορία του Ελληνικού Εθνους" του Κων/νου Παπαρρηγόπουλου. Σ' αυτή την τελευταία, ο εθνικός μας ιστορικός περιγράφει, μεταξύ άλλων, τις μαζικές σφαγές αιρετικών (μέσα Θ' αι.) που η εκκλησία μας γιορτάζει πανηγυρικά την Κυριακή της ορθοδοξίας: οι Βυζαντινοί χρονογράφοι της εποχής, διαβάζουμε, "μετά πολλής ψυχρότητος και αδιαφορίας αναφέρουσι την ανασκολόπισιν, την καρατομίαν, τον καταποντισμόν δέκα μυριάδων ανθρώπων" στο όνομα της ορθής πίστης. 

Για να παλουκωθείς στο όνομα της μαχόμενης ορθοδοξίας που αποτελεί το πολιτικό όραμα του αρχιεπισκόπου, δεν ήταν άλλωστε απαραίτητο σ' εκείνους τους καιρούς να έχεις υποπέσει σε οποιοδήποτε φταίξιμο. Το αποδεικνύει, αν μη τι άλλο, το τέχνασμα στο οποίο κατέφυγε ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Α', για να σταματήσει τις λιποταξίες στο βυζαντινό ναυτικό: "Κρυφά τη νύχτα παίρνει από τη φυλακή τριάντα Αγαρηνούς [αιχμαλώτους] και τους παραδίδει στον επικεφαλής της προσωπικής του φρουράς, με τη ρητή εντολή ότι, αν κάποιος αποκαλύψει τα σχεδιαζόμενα, θα τιμωρηθεί με πάρα πολύ αυστηρή ποινή. Στη συνέχεια διατάσσει να καούν τα γένια και τα μαλλιά των τριάντα αυτών Αράβων με φωτιά και πίσσα, να αλειφθούν τα πρόσωπά τους με κάπνα, να δεθούν τα πόδια τους σε διπλοκλειδωμένα σίδερα και σε κάποια ώρα της ημέρας να μαστιγωθούν ανελέητα με φραγκέλια στον ιππόδρομο, διότι δήθεν ήσαν λιποτάκτες του ναυτικού". Αμέσως μετά, "τους παίρνει και τους μεταφέρει στη Μεθώνη, για να τους ανασκολοπίσει ως δήθεν δειλούς δραπέτες πολέμων με τέτοιο τρόπο, ώστε ούτε κανείς από τους τοπικούς άρχοντες ούτε ο λαός της κοινότητας αλλά ούτε κι ο ίδιος ο επικεφαλής του στόλου να αντιληφθεί τα τεκταινόμενα. Ολοι, λοιπόν, οι αιχμάλωτοι ανασκολοπίστηκαν. [...] Χάρη στο ευφυές αυτό σχέδιο και με τη θυσία λίγων Αράβων αιχμαλώτων, ο αυτοκράτορας έσωσε το δικό του λαό από την τιμωρία" (Ιωσήφ Γενέσιος "Περί βασιλειών", μετάφραση Π. Νιάβης, Αθήνα 1994, εκδ. Κανάκη, σ. 230-2).

Με βάση τη ρατσιστική διαχρονία του κ. Χριστόδουλου, η ανήκουστη αυτή βαρβαρότητα του μακρινού παρελθόντος (με το οποίο ο ίδιος έχει επιλέξει να ταυτιστεί φαντασιακά) θα έπρεπε να θέτει την εκκλησία και το "λαό" του αρχιεπισκόπου εκτός πολιτισμένης ανθρωπότητας. Και, φυσικά, να τους αποκλείει από το ξεκοκάλισμα των περιζήτητων ευρωπαϊκών κονδυλίων, στο οποίο οι ημέτεροι απόγονοι της βυζαντινής ελληνορθοδοξίας με τόση σπουδή επιδίδονται...

 

(Ελευθεροτυπία, 13/12/2003)

 

www.iospress.gr