Στο Ισραήλ, δικαστήριο αποφασίζει αν συνέβη η "Νάκμπα", ο διωγμός των Παλαιστινίων το 1948.




Η απαγορευμένη αραβική λέξη

 

"Κινδυνεύει η ακαδημαϊκή ελευθερία στο Ισραήλ"
                (Ι. Πάπε στο "Ιντιμίντια-Ισραήλ", 12/5/2002)

 

 

Δεν πρωτοτυπούσε ο υπουργός Παιδείας, όταν από τη μακρινή Κίνα "διόρθωνε" δίχως τον παραμικρό (εκσυγχρονιστικό) δισταγμό ένα σχολικό βιβλίο ιστορίας που -υποτίθεται πως- έθιγε ένα από τα μύρια ταμπού της νεοελληνικής ιστορικής αφήγησης. Τη δουλειά του έκανε ο άνθρωπος. Να μας συγχωρεθεί ο αφορισμός, αλλά οι λογοκριτικές (και, κυρίως, αυτολογοκριτικές) επεμβάσεις στη διδασκαλία της ιστορίας συνεχίζουν να επιβιώνουν ακόμη και σε κράτη που περηφανεύονται ότι έχουν ξεπεράσει τη φάση κατά την οποία η διδασκαλία της ιστορίας αντιμετωπιζόταν ευθέως ως αυτονόητο εργαλείο της "εθνικής" διαπαιδαγώγησης της νεολαίας τους. Αλλού, βέβαια, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η λογοκρισία (κρατική, δικαστική, αλλά και της επίσημης ακαδημαϊκής κοινότητας) της ιστορικής έρευνας παίρνει τη μορφή άμεσης καταστολής και εξοβελισμού κάθε "αιρετικής" φωνής. Μόνο που, δυστυχώς για τον κύριο Ευθυμίου, η διαφορά είναι ποσοτική, όχι ποιοτική. 

Ακαδημαϊκή "ομερτά"

Ο λόγος για το κυνήγι των μαγισσών που έχει εξαπολυθεί τον καιρό αυτό στα ισραηλινά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα εναντίον όσων τολμούν να αμφισβητήσουν την επίσημη ιστορική αφήγηση για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, και κυρίως του Ιλάν Πάπε, καθηγητή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Χάιφα. Γνωστός για σειρά έργων του σχετικών με την ισραηλινό-παλαιστινιακή διένεξη και την ιστορία της, ο Ιλάν Πάπε εγκαλείται από τον κοσμήτορα του πανεπιστημίου Μπεν Αρτζι για "σειρά συκοφαντικών και δυσφημιστικών δηλώσεων κατά των συναδέλφων του" και, κυρίως, για τη στάση του στην αποκάλυψη της "σφαγής της Ταντούρα" τον Μάιο του 1948. Η υπόθεση εκκρεμεί, καθώς ο πρύτανης του Πανεπιστημίου της Χάιφα ζητεί ήδη από τον εγκαλούντα να αναδιατυπώσει τις κατηγορίες του με τρόπο που η εξέτασή τους να εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ιδρύματος, αρμόδιου για την απομάκρυνση του "αντιρρησία" από το συγκεκριμένο ίδρυμα. Από την πλευρά του, ο κατηγορούμενος επιστήμονας καταγγέλλει το ζοφερό κλίμα που κυριαρχεί στα πανεπιστήμια της χώρας του και καλεί σε βοήθεια τη διεθνή ιστορική κοινότητα - όχι τόσο για τον ίδιο, όσο για τους φοιτητές του και τους μετρημένους στα δάχτυλα Παλαιστίνιους συναδέλφους του.

Πίσω από την όλη υπόθεση κρύβεται το μένος των ισραηλινών αρχών (ακαδημαϊκών και μη) κατά του Ιλάν Πάπε για το ρόλο του στην αποκάλυψη μιας από τις πιο σκοτεινές στιγμές της πρόσφατης ισραηλινής ιστορίας. Το "αμάρτημα" του ισραηλινού καθηγητή έγκειται στο γεγονός ότι, όταν έπεσε πάνω σε στοιχεία που αποδείκνυαν το μέγεθος της "Νάκμπα" ("Καταστροφής"), των δεινών δηλαδή που υπέστησαν οι Παλαιστίνιοι από τα ισραηλινά στρατεύματα το 1948, δεν τα αγνόησε, όπως επί δεκαετίες έκαναν πολλοί συνάδελφοί του, αλλά τα ερεύνησε και τα δημοσιοποίησε. Το κακό παράγινε, όταν ο αιρετικός επιστήμονας υποστήριξε τον φοιτητή Τέντι Κατζ, ο οποίος σύρθηκε στα δικαστήρια και στη συνέχεια αποβλήθηκε από το πανεπιστήμιο, επειδή σε μεταπτυχιακή εργασία του συγκέντρωσε στοιχεία για τη μαζική σφαγή άμαχων Παλαιστινίων στο χωριό Ταντούρα τον Μάιο του 1948. 

Το κρυμμένο μυστικό

Οπως εξηγεί σε ένα έντονα αυτοβιογραφικό κείμενό του στην αιγυπτιακή "Αλ Αχράμ" (17/5), μεγαλώνοντας σαν Εβραιόπουλο στη Χάιφα της δεκαετίας του '50, ο Ιλάν Πάπε δεν είχε ακούσει λέξη για τη "Νάκμπα". Την εποχή εκείνη διασώζονταν ακόμη μερικά υπολείμματα της παλιάς αραβικής πόλης, τα οποία οι καθηγητές του τοποθετούσαν σε ένα ακαθόριστο και μακρινό παρελθόν, αποφεύγοντας να αναφερθούν στα πιο πρόσφατα ιστορικά γεγονότα. Οι τρεις όλοι κι όλοι Παλαιστίνιοι συμμαθητές του ψέλλιζαν τότε κάτι περί "Νάκμπα", αλλά δεν τολμούσαν να αμφισβητήσουν καθαρά τα λεγόμενα των δασκάλων τους. 

Χρόνια αργότερα, υποψήφιος πια διδάκτορας της Οξφόρδης, ο Πάπε βρέθηκε αντιμέτωπος με ιστορικά δεδομένα που αποκρύπτονταν συστηματικά από την επίσημη ισραηλινή ιστοριογραφία: ερευνώντας σε βρετανικά και ισραηλινά αρχεία προκειμένου να αντλήσει πληροφορίες για το θέμα της διατριβής του (τη βρετανική πολιτική κατά τον πόλεμο του 1948), ανακάλυπτε ότι πολλά παλαιστινιακά χωριά είχαν εκκενωθεί μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, ότι οι κάτοικοί τους είχαν εκδιωχθεί με απίστευτη βαναυσότητα και ότι τα ίδια αυτά χωριά αυτομάτως είχαν μετονομαστεί και εποικιστεί από Εβραίους. 

Η "Νάκμπα", ο συστηματικός διωγμός των Παλαιστινίων από τις εστίες τους, αποκτούσε πια για τον νεαρό επιστήμονα συγκεκριμένη μορφή - το ίδιο και η συνειδητή απόκρυψή της: επιστρέφοντας το 1984 στο Ισραήλ και ξεκινώντας την ακαδημαϊκή του καριέρα, ο Ιλάν Πάπε θα διαπίστωνε ότι η άρνηση της "Νάκμπα" από το ισραηλινό πανεπιστημιακό κατεστημένο αποτελούσε ένα από τα πολλά συμπτώματα του συστηματικού αποκλεισμού των Παλαιστινίων και της ιστορίας τους από τον επιστημονικό λόγο της χώρας.

Είναι αλήθεια ότι προς το τέλος της δεκαετίας του '80 μερικοί θαρραλέοι Ισραηλινοί επιστήμονες, οι λεγόμενοι "νέοι ιστορικοί", έμελλε να αμφισβητήσουν την επίσημη εκδοχή για τα γεγονότα του 1948 και να θέσουν επί τάπητος το πρόβλημα της ιστορικής αποκατάστασης της "Νάκμπα". Την ίδια ακριβώς εποχή, η παλαιστινιακή κοινότητα του Ισραήλ ξεκινούσε κι αυτή από την πλευρά της μια προσπάθεια αποκάλυψης και επανοικειοποίησης του πρόσφατου παρελθόντος της. Το αποτέλεσμα ήταν εκρηκτικό, καθώς η ιστορική συζήτηση έφερνε και πάλι στο προσκήνιο ένα ακανθώδες ζήτημα με άμεσες πολιτικές "παρενέργειες": θα απασχολούνταν οι επικείμενες ισραηλινό-παλαιστινιακές διαπραγματεύσεις και με το (ξεχασμένο) πρόβλημα των προσφύγων του 1948; Στο θέμα αυτό, η ισραηλινή αντίδραση υπήρξε άμεση. Η Κνεσέτ αποφάσισε ομόφωνα να απαγορεύσει σε κάθε Ισραηλινό πολιτικό έστω και να συζητήσει το αίτημα για επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων του 1948 στα σπίτια τους, ενώ ο τότε πρωθυπουργός Εχούντ Μπάρακ δεσμεύτηκε σχετικά στα σκαλιά του αεροπλάνου που θα τον μετέφερε στο Καμπ Ντέιβιντ όπου θα συναντούσε τον Γιασέρ Αραφάτ τον Αύγουστο του 2000. 

Η ιστορία στο εδώλιο

Στο ήδη τεταμένο αυτό κλίμα επρόκειτο να ξεσπάσει το "σκάνδαλο της Ταντούρα". Στις 21 Ιανουαρίου του 2000, η εφημερίδα "Μααρίβ" έκανε γνωστά στο ευρύ κοινό τα πορίσματα μιας μεταπτυχιακής εργασίας που μόλις είχε εγκριθεί από το Πανεπιστήμιο της Χάιφα. Στη μελέτη αυτή, ο φοιτητής Τέντι Κατζ προσέγγιζε τον πόλεμο του 1948 μέσα από τη μικροκλίμακα πέντε παραθαλάσσιων παλαιστινιακών χωριών, κυρίως του Ουμ Ζεμιάτ και της Ταντούρα. Στο τέταρτο κεφάλαιο της εργασίας του, ο Κατζ υποστήριζε ότι στις 22 και 23 Μαϊου του 1948, οι ισραηλινές δυνάμεις προέβησαν στην αναίτια σφαγή διακοσίων περίπου αμάχων χωρικών της Ταντούρα, η πλειονότητα των οποίων υπήρξαν αγόρια και νέοι άνδρες. 

Βασισμένη κατά κύριο λόγο σε προφορικές μαρτυρίες επιζώντων Παλαιστινίων και Ισραηλινών παλιών πολεμιστών, η εργασία του Κατζ προσέφερε στοιχεία για τη "Νάκμπα" που ήταν αδύνατο να αντληθούν από τις στρατιωτικές εκθέσεις της εποχής, υποχρεωμένες ούτως ή άλλως να παρουσιάζουν μια εξωραϊσμένη εκδοχή των πολεμικών γεγονότων. Οπως ήταν επόμενο, η δημοσιοποίηση της μελέτης προκάλεσε την άμεση αντίδραση των βετεράνων του πολέμου, οι οποίοι έσπευσαν να μηνύσουν τον ερευνητή για συκοφαντική δυσφήμηση. 

Η δίκη ξεκίνησε στις 13 Δεκεμβρίου 2000 και κράτησε δύο μόλις ημέρες. Στο διάστημα αυτό, οι συνήγοροι των αντιδίκων του Κατζ έκαναν τα πάντα προκειμένου να ανακαλύψουν ανακρίβειες στην απόδοση των μαγνητοφωνημένων συνεντεύξεων, στις οποίες ο μελετητής βάσιζε τα ανεπιθύμητα πορίσματά του. Κατόρθωσαν έτσι να εντοπίσουν μερικά σημεία στα οποία η απομαγνητοφώνηση μιας κουβέντας ή το σχόλιο που τη συνόδευε παρουσίαζαν κάποια απόκλιση από τη μαγνητοφωνημένη συζήτηση. Παρόλο που τα σημεία αυτά δεν αλλοίωναν στο παραμικρό την ουσία των πορισμάτων του Κατζ, οι κατήγοροί του είχαν πια στα χέρια τους το επιχείρημα που τους έλειπε. Το βράδυ της δεύτερης ημέρας της δίκης, και κάτω από την ισχυρή πίεση συγγενών και φίλων, ο Κατζ υπέγραψε ένα κείμενο στο οποίο ομολογούσε το "λάθος" του και διέψευδε τα στοιχεία που είχε συλλέξει για τη σφαγή της Ταντούρα. Με κλονισμένη την υγεία του, και έχοντας να αντιμετωπίσει την ανοιχτή εχθρότητα του πανεπιστημίου που λίγο καιρό πριν είχε βαθμολογήσει την επίμαχη εργασία του με "άριστα", ο Κατζ είχε προς στιγμήν λυγίσει. Η αδυναμία του, ωστόσο, δεν θα διαρκούσε για πολύ. Λίγες ώρες αργότερα, ο ερευνητής αναιρούσε την υπογραφή του και ζητούσε από το δικαστήριο να μην κάνει δεκτή την "ομολογία" του. Αλλά αδίκως. Επιλέγοντας να κλείσει την υπόθεση μια ώρα αρχύτερα, η δικαστής Ντρόρα Πίλπελ θεώρησε το ζήτημα λήξαν. Εναν περίπου χρόνο αργότερα, και αφού είχε ανακαλύψει συμπληρωματικά στοιχεία που ενίσχυαν με γραπτές πηγές τα ευρήματα της εργασίας του, ο Τέντι Κατζ απομακρυνόταν από το Πανεπιστήμιο της Χάιφα.

Ολο αυτό το διάστημα, ο Ιλάν Πάπε στάθηκε στο πλευρό του διωκόμενου φοιτητή, υποστηρίζοντας σε όλους τους τόνους ότι έφτασε πια η ώρα να κοιτάξει η ισραηλινή κοινωνία κατάματα την πρόσφατη ιστορία της - και να πληρώσει τις συνέπειές της. Δίχως, ωστόσο, αυταπάτες. Οπως εξηγεί ο ίδιος σε πρόσφατα κείμενά του, πέρασε πια ο καιρός που οι ισραηλινές αρχές επιδίωκαν απλώς την αποσιώπηση -δηλαδή την πάση θυσία απόκρυψη- του άβολου παρελθόντος. Στην τρέχουσα συγκυρία, όλο και πληθαίνουν εκείνοι που μιλούν για τη "Νάκμπα", εμφανίζοντάς την ως ένα δυσάρεστο πλην όμως αναπότρεπτο επεισόδιο της πρόσφατης ισραηλινής ιστορίας, ικανό να λειτουργήσει ως υπόδειγμα για την έξοδο της χώρας από το σημερινό αδιέξοδο...

 

(Ελευθεροτυπία, 8/6/2002)

 

www.iospress.gr