Με τη δράση της, η RAWA ανατρέπει τα δυτικά στερεότυπα για τις γυναίκες του Αφγανιστάν



Ο πόλεμος των γυναικών

 

"RAWA: ο παράνομος στρατός του Αφγανιστάν"
                («BBC News», 25/9/2001)

 

 


Η υποκρισία που κρύβεται πίσω από την όψιμη ενασχόληση των δυτικών μέσων ενημέρωσης με τις γυναίκες του Αφγανιστάν έχει πλέον γίνει φανερή. Εξίσου προφανές είναι ότι το ενδιαφέρον γι' αυτές εξαντλείται συνήθως στην απλή απεικόνισή τους: μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, οι «αόρατες» γυναίκες με την μπούρκα έγιναν το απαραίτητο εικονογραφικό καρύκευμα κάθε αναφοράς στα γεγονότα που ακολούθησαν την 11η του περασμένου Σεπτεμβρίου. Υπάρχουν, βέβαια, και ορισμένες φωνές που τολμούν να καυτηριάσουν την αδιαφορία που κρύβεται πίσω από την εμβληματική αυτή χρήση των γυναικών του Αφγανιστάν. Ανάμεσά τους και κάποιες Αφγανές που, ανατρέποντας τα δυτικά στερεότυπα για τις γυναίκες της χώρας τους, υποδεικνύουν με τις απόψεις και τη δράση τους ότι η πλήρης θυματοποίηση των γυναικών του Αφγανιστάν κινδυνεύει να οδηγήσει στον αποκλεισμό τους από τις εξελίξεις. Ο λόγος, για τις γυναίκες της RAWA (Επαναστατική Ενωση των Γυναικών του Αφγανιστάν), της μοναδικής ίσως οργάνωσης που αντιστάθηκε πραγματικά στους Ταλιμπάν. 

Ο «διμέτωπος» αγώνας

Η αμηχανία που νιώθουν οι δυτικοί δημοσιογράφοι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με τις γυναίκες της RAWA, τις συνήθως πολύ νέες αυτές Αφγανές, που δεν τους θυμίζουν σε τίποτε τις γνώριμες φιγούρες με την ολόσωμη καλύπτρα, ξεκινά από την ονομασία της οργάνωσής τους. Γιατί «επαναστατική» μια οργάνωση γυναικών, που κατά τα λοιπά μοιάζει αφιερωμένη σε «φιλανθρωπικές» δραστηριότητες; Οι γυναίκες της RAWA απαντούν φροντίζοντας να καθησυχάσουν το συνομιλητή τους: «Ο λόγος είναι απλός. Υποστηρίζουμε τη δημιουργία μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, βασισμένης στην ελευθερία του λόγου, της σκέψης και της έκφρασης. Σε μια χώρα που κυβερνάται από οπισθοδρομικούς φονταμενταλιστές και όπου οι γυναίκες δεν θεωρούνται ανθρώπινα όντα, κάτι τέτοιο συνεπάγεται μια σαρωτική επανάσταση».

Εκδοχές αυτής της θέσης θα βρούμε σε κάθε συνέντευξη μέλους της RAWA σε κάποια δυτική εφημερίδα ή περιοδικό. Υπάρχει και μια δεύτερη, ακόμη πιο αμυντική, εξήγηση: στη γλώσσα τους, λένε, η λέξη «επαναστατικός» δεν κουβαλά τις ίδιες συνδηλώσεις με την αντίστοιχη αγγλική λέξη, δεν παραπέμπει στην ένοπλη πάλη ή/και στην κομμουνιστική ιδεολογία. Μολαταύτα, δυτικά δημοσιεύματα αναφέρονται κάποτε στις ακροαριστερές και πιο συγκεκριμένα στις μαοϊκές συμπάθειες της οργάνωσης. Οι γυναίκες της RAWA διαψεύδουν τις σχετικές πληροφορίες, σπεύδοντας να διευκρινίσουν ότι, ούτως ή άλλως, οι εχθροί τους κυκλοφορούν διάφορες φήμες εις βάρος τους: τις αποκαλούν πόρνες, αφηγούνται διάφορα τερατώδη για τη δράση τους και συμβουλεύουν τους γονείς να μη στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία της RAWA γιατί θα τους τα δηλητηριάσουν.

Ισως δεν έχει νόημα να επιμείνουμε στο σημείο αυτό: είναι βέβαιο ότι οι δυτικοί δημοσιογράφοι, κατά κύριο λόγο οι άνδρες, δεν αποφεύγουν τις παγίδες ενός καλά κρυμμένου σεξιστικού εξωτισμού, όταν παρουσιάζουν στο κοινό τους κάποιο μέλος της RAWA. Την τάση αυτή ενισχύει το γεγονός ότι τα μέλη της οργάνωσης είναι αναγκασμένα να χρησιμοποιούν ψεύτικα ονόματα και να κρύβουν το πρόσωπο όταν πρόκειται να εμφανιστούν στην τηλεόραση. «Θα ήθελα να μπορούσατε κι εσείς να τη δείτε», γαργάλισε το κοινό του ο πολύς Λάρι Κινγκ στο τέλος της συνέντευξής του με νεαρό μέλος της RAWA, που αυτοσυστήθηκε ως Ταχμένα Φαριάλ. «Είναι τόσο νόστιμη!» (CNN, 1/10).

Υπάρχει, ωστόσο, τρόπος να προσεγγίσει κανείς τις γυναίκες της RAWA αδιαφορώντας για τις συχνά αυθαίρετες ταξινομήσεις που επιχειρούν οι δυτικοί δημοσιογράφοι, προσκολλημένοι σε τυπολογίες που απηχούν εμπειρίες κινημάτων που άνθησαν σε πολύ διαφορετικά ιστορικά συμφραζόμενα. Το νήμα προσφέρουν οι ίδιες με τα κείμενά τους, τις εκδόσεις τους και τη δουλειά τους εντός και εκτός Αφγανιστάν: η οργάνωση, αν και αυτοπροσδιορίζεται φεμινιστική, προτιμά να προβάλλει τον «πολιτικό και κοινωνικό» χαρακτήρα της. Ιδρύθηκε στην Καμπούλ το 1977 ως ανεξάρτητη οργάνωση γυναικών με στόχο να αγωνιστεί για τα γυναικεία δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη στο Αφγανιστάν. Στο κλίμα εκείνων των καιρών πιστεύουμε ότι πρέπει να αποδοθεί και η επιλογή της ονομασίας της, που σήμερα ηχεί από παρωχημένη έως ύποπτη στα αυτιά των Αμερικανών, κυρίως, δημοσιογράφων. 

Ψυχή της οργάνωσης υπήρξε η ποιήτρια Μέενα, που εγκατέλειψε τις σπουδές της στο πανεπιστήμιο για να αφιερωθεί στην εκπαίδευση των γυναικών. Αν η RAWA ξεκίνησε με την πρόθεση να «δώσει φωνή στις καταπιεσμένες Αφγανές», οι πολιτικές εξελίξεις οδήγησαν σύντομα στον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων της: το πραξικόπημα του 1978 και η σοβιετική εισβολή ανάγκασαν τις γυναίκες της RAWA να εγκαταλείψουν τα αρχικά τους σχέδια και να αφοσιωθούν στην αντίσταση κατά των Σοβιετικών. Με τη διαφορά ότι γι' αυτές ο αγώνας υπήρξε πάντοτε «διμέτωπος»: από τη μια κατά των εισβολέων και των εγχώριων υποστηρικτών τους, από την άλλη κατά των φονταμενταλιστικών ομάδων που συγκροτούσαν τότε τον κορμό της αφγανικής αντίστασης. Ετσι, παραμένει ακόμη άγνωστο ποιοι ακριβώς βρίσκονταν πίσω από τη δολοφονία τής μόλις τριαντάχρονης Μέενα στην Κουέτα του Πακιστάν, το Φεβρουάριο του 1987.

Η ίδια η οργάνωση αποδίδει τη δολοφονία στη συνεργασία πρακτόρων της διαβόητης Χαντ (αφγανική πτέρυγα της Κα-Γκε-Μπε) και ανθρώπων συνδεδεμένων με κάποια φονταμενταλιστική ομάδα, κατά πάσαν πιθανότητα εκείνη του Γκουλμπουντίν Χεκματιάρ. Ο συνδυασμός μοιάζει παράδοξος, προσφέρει όμως μια ιδέα για το μίσος που είχε προκαλέσει η δραστηριότητα αυτών των γυναικών τόσο στους συνεργάτες των Σοβιετικών όσο και στους ορκισμένους αντιπάλους τους, τους τόσο προσφιλείς τότε στη Δύση Μουτζαχεντίν.

Στην παρανομία

Από την εποχή της δολοφονίας της Μέενα ίσαμε σήμερα, η RAWA πέρασε στην παρανομία. Την πάλη κατά των Σοβιετικών ακολούθησε η πάλη κατά των Μουτζαχεντίν, κι αυτήν η πάλη κατά των Ταλιμπάν. Η έδρα της οργάνωσης βρίσκεται στο Πακιστάν, όπου τα περίπου 2.000 μέλη της ζουν -και εκεί- σε κατάσταση ημιπαρανομίας: στις διαδηλώσεις τους έχουν να αντιμετωπίσουν την πακιστανική αστυνομία και τους οπαδούς των Ταλιμπάν, Αφγανούς και Πακιστανούς, οι οποίοι έχουν βαλθεί να τις εξοντώσουν. Το κλίμα αυτό δεν τις εμποδίζει να εργάζονται συστηματικά στα στρατόπεδα όπου καταλήγουν τα αλλεπάλληλα κύματα των Αφγανών προσφύγων, μαθαίνοντας γράμματα σε γυναίκες και παιδιά και ασχολούμενες με τη φροντίδα των αρρώστων. 

Σημαντικότερη είναι ασφαλώς η δράση τους στο εσωτερικό του Αφγανιστάν: εκεί, οι γυναίκες της RAWA διατηρούν ένα δίκτυο πραγματικών «κρυφών σχολειών» για γυναίκες και κορίτσια, διδάσκουν στις γυναίκες κάποια τέχνη που μπορούν να ασκήσουν στο σπίτι, αφού τους απαγορεύεται να δουλέψουν έξω, οργανώνουν μυστικές επισκέψεις άρρωστων γυναικών σε γιατρούς κ.ο.κ. Εκτός όλων αυτών, χάρη σε μικρές κάμερες που κρύβουν κάτω από την μπούρκα τους, έχουν κατορθώσει να κινηματογραφήσουν τις φρικαλεότητες των Ταλιμπάν και να τις κάνουν γνωστές έξω από τα αφγανικά σύνορα. (Σε μέλος της RAWA οφείλουμε το φιλμάκι με την εκτέλεση της γυναίκας στο γήπεδο της Καμπούλ.) Στις δραστηριότητές τους ας προστεθεί η κυκλοφορία του περιοδικού τους «Παγιάμ-ε-Ζαν» («Μήνυμα των Γυναικών») και, κυρίως, η πλούσια και εξαιρετικά ενημερωμένη ιστοσελίδα τους (rawa.org). (Προσοχή: όλως τυχαίως, στο Διαδίκτυο ξεφυτρώνουν διαρκώς ιστοσελίδες με παραπλήσια ονομασία και πορνογραφικό περιεχόμενο!) 

Είναι αλήθεια πως οι γυναίκες της RAWA δεν είναι οι μόνες που δραστηριοποιούνται για την ανακούφιση των γυναικών του Αφγανιστάν. Κάποιες γυναικείες οργανώσεις τις κατηγορούν ότι δεν εκπροσωπούν «το μέσο όρο της Αφγανής» και ότι είναι «ακροαριστερές», παραδέχονται ωστόσο ότι είναι «καλά οργανωμένες και έχουν κατορθώσει να εξασφαλίσουν την αλληλεγγύη των γυναικών της Δύσης» (βλ. «Washington Post», 8/10). Αλλες πάλι Αφγανές διαφωνούν με την «απόλυτη» στάση της RAWA προς όλες τις φονταμενταλιστικές ομάδες, και κυρίως με τη θέση τους ότι η Βόρεια Συμμαχία είναι εξίσου επικίνδυνη με τους Ταλιμπάν. Τον Ιούνιο του 2000, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Πορείας των Γυναικών, Αφγανές της διασποράς και μέλη δυτικών γυναικείων οργανώσεων συγκεντρώθηκαν στο Ντουσάμπε του Τατζικιστάν και συνέταξαν μια Χάρτα των Δικαιωμάτων των Αφγανών Γυναικών. Αντιπροσωπεία τους πέρασε στο βόρειο Αφγανιστάν, όπου συναντήθηκε με το δολοφονημένο τώρα πια Μασούντ και του ζήτησε να υπογράψει το ντοκουμέντο ως μελλοντικός ηγέτης της χώρας. Εκείνος δέχθηκε, αλλά συμπλήρωσε ιδιοχείρως ότι «όλα αυτά πρέπει να σεβαστούν την αφγανική κουλτούρα».

Λέξη δεν θα βρούμε στα κείμενα της RAWA για το παραπάνω επεισόδιο. Θα διαβάσουμε, αντιθέτως, την άποψη ότι τόσο ο Μασούντ όσο και οι υπόλοιποι φονταμενταλιστές «πολέμαρχοι» ουδόλως διαφέρουν από τους Ταλιμπάν και ότι επείγει ο άμεσος αφοπλισμός όλων. Στο μεταξύ, από τις 11 Σεπτεμβρίου, η RAWA έχει για μία ακόμη φορά διατυπώσει ευθαρσώς τις (για πολλούς ουτοπικές) πολιτικές της θέσεις: Η οργάνωση καταδίκασε αμέσως το τρομοκρατικό χτύπημα, φροντίζοντας όμως να υπενθυμίσει τις ευθύνες των ΗΠΑ στην εδραίωση των Ταλιμπάν και στην «κατασκευή» του Μπιν Λάντεν. Αντιτάχθηκε σθεναρά στον πόλεμο («Με τον τρόπο αυτό θα τιμωρηθεί ο λαός και όχι οι Ταλιμπάν») και ενημερώνει συστηματικά για τα θύματα των βομβαρδισμών από την ιστοσελίδα της. Αν και μη μοναρχική, πρότεινε μια δημοκρατική, μη ισλαμική, κυβέρνηση υπό τον βασιλιά Ζαχίρ Σαχ, από την οποία θα αποκλειστούν όλοι ανεξαιρέτως οι φονταμενταλιστές. Και κάτι ακόμη πιο «εξωφρενικό»: σύμφωνα με δήλωση εκπροσώπου της στο BBC (18/10), στη μελλοντική κυβέρνηση απαιτεί να συμμετάσχει και η ίδια, ως νόμιμος εκπρόσωπος των Αφγανών γυναικών.

 

 

(Ελευθεροτυπία, 3/11/2001)

 

www.iospress.gr