Το «μπιπ» του τσολιά


"Πήραν το τιμημένο"
        («ΑΥΡΙΑΝΗ», 5/7/2004)



Βάλθηκαν όλοι να το σβήσουν, όμως αυτό τούς νίκησε. Για το γνωστό σύνθημα με το «γαμημένο» Κύπελλο ο λόγος, που θα συνοδεύει την επιτυχία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου όσα χρόνια κι αν περάσουν. Με στημένους οπαδούς επιχείρησαν τα κανάλια να το μετατρέψουν σε «τιμημένο». Με τηλεοπτικά σποτάκια και ολοσέλιδες καταχωρίσεις αποπειράθηκε ο ΟΤΕ να το μεταγλωτίσσει σε «ονειρεμένο». Με απελπισμένες προτροπές πάσχιζε και ο κ. Κωστάλας να φέρει στο φιλότιμο τις δεκάδες χιλιάδες συγκεντρωμένους του Καλλιμάρμαρου που συνόδευαν με το «ανίερο» σύνθημα ακόμα και τις ευλογίες του κ. Χριστόδουλου.

Πρόκειται βέβαια για σημεία γλωσσικού κρετινισμού. Το σύνθημα αυτό έχει νόημα μόνο στην αυθεντική εκδοχή του που εκφράζει την απόλυτη ανυπομονησία, ενώ το «ονειρεμένο» και το «τιμημένο» δεν δένουν καθόλου με τη δεύτερη φράση. Οι «αποδεκτές» παραλλαγές του μαρτυρούν απλώς άτεχνη λογοκλοπή και αδυναμία των επαγγελματιών διαφημιστών να εφεύρουν ένα δικό τους γνήσιο σύνθημα που να πιάνει τόσο πολύ.

Το σύνθημα ακούστηκε για πρώτη φορά σε μαζική κλίμακα το Μάιο του 2003 από τους οπαδούς του ΠΑΟΚ στον τελικό Κυπέλλου με τον Αρη, αμέσως μετά το γκολ του Γεωργιάδη που έκρινε το ματς. Κυριάρχησε και στη φιέστα του Ολυμπιακού για το πρωτάθλημα λίγες μέρες αργότερα. Στην Πορτογαλία ξεκίνησε να φωνάζεται ως χαριτωμένη υπερβολή μετά την πρώτη επιτυχία. Πολύ γρήγορα έγινε το πιο δημοφιλές σύνθημα γιατί διατύπωνε παραστατικά την ελπίδα ότι η ομάδα θα φτάσει πιο πέρα. Οσο η Εθνική ξεπερνούσε τα εμπόδια τόσο δικαιωνόταν το σύνθημα. Δεν υπήρχε τρόπος να υποκατασταθεί από άλλο «ευπρεπέστερο».

Η υβριστική διάσταση των συνθημάτων στο γήπεδο είναι απολύτως συνδεδεμένη με την ένταση του οπαδού και με τη διάθεσή του να πλήξει τον αντίπαλο ή το διαιτητή κάτω από τη ζώνη. Η γλωσσική διαφορά εμποδίζει αυτή την άμεση ανταλλαγή επιθετικών και υβριστικών χαρακτηρισμών όταν παίζει η εθνική ομάδα (εκτός αν πρόκειται για ομάδες με κοινή γλώσσα -κάτι ξέρει η καημένη Εθνική Κύπρου!). Γι' αυτό το λόγο η βωμολοχική πλευρά των συνθημάτων για την εθνική ομάδα περιορίζεται συνήθως σε εσωτερική κατανάλωση και περιέχει λιγότερη συμβολική βία. Το κύριο στοιχείο τους παραμένει το χιούμορ και η υπερβολή. Οσοι το αγνοούν, απλώς δεν καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για παιχνίδι. Ειδικά, μάλιστα, αυτό το σύνθημα είναι απολύτως απαλλαγμένο από ενοχλητικά ρατσιστικά, σεξιστικά ή προσωπικά υπονοούμενα.

Η μικρή αυτή ιστορία είναι αρκετά διδακτική. Οταν το «γαμημένο» μετατρέπεται σε «ονειρεμένο» για τις ανάγκες που επιβάλλει η πολιτική ορθότητα των εθνικών μας χορηγών, τότε το πάνδημο πανηγύρι για την επιτυχία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου χάνει την αυθεντικότητά του. Μπαίνει στο καλαπόδι του τηλεοπτικού καθωσπρεπισμού και καταλήγει κίβδηλο. Ηταν φυσικό να ακολουθήσει η γνωστή προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης ή η «θεωρητικοποίηση» της επιτυχίας με πολιτικές, κοινωνιολογικές, ακόμα και θεολογικές προσεγγίσεις. Η τάση αυτή, που κορυφώθηκε στο Παναθηναϊκό Στάδιο, είχε γίνει ορατή από μέρες. Δεν υπήρχε την περασμένη Κυριακή το απόγευμα πιο θλιβερό θέαμα από τους γνωστούς τηλεαστέρες να παρουσιάζονται έξω από το γήπεδο της Λισαβόνας μεταμφιεσμένοι σε φίλαθλοι, επιδιώκοντας ακόμα και την τελευταία στιγμή να κερδίσουν μια παράσταση που δεν τους ανήκει.

Για να τελειώνουμε: το Κύπελλο είναι «γαμημένο» και όχι ονειρεμένο, ο τσολιάς έχει «πούτσα» και όχι «μπιπ», ο δε Φίγκο καλείται να μας πάρει πίπα και όχι «ου-ου». Οσοι μπορούν να γελάσουν και να διασκεδάσουν μ' αυτά, ας συνεχίσουν να πανηγυρίζουν. Οι υπόλοιποι ας επιστρέψουν στα αποστειρωμένα ελεγχόμενα ριάλιτι «εσωτερικού χώρου».

 

(Ελευθεροτυπία, 10/7/2004)

 

www.iospress.gr