ΕΝΑΣ ΕΞΤΡΕΜΙΣΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ
Ο δικός μας Μιχάλης
Τιμήθηκε από τη Βουλή, τον πρόεδρο της
Δημοκρατίας, όλα τα κόμματα. Το άξιζε. Ισως, όμως, η πιο τιμητική αναφορά στον
Μιχάλη Παπαγιαννάκη είναι ο προσωπικός τόνος που έδωσε στα συλλυπητήριά της η
Αλέκα Παπαρήγα, σπάζοντας για χάρη του το αυστηρό πρωτόκολλο του Περισσού.
Οταν πριν από έξι μήνες έφτασε στα χέρια μας το ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε
στις επόμενες σελίδες, η πρώτη μας σκέψη ήταν να το δείξουμε στον Μιχάλη
Παπαγιαννάκη, που αναφερόταν ονομαστικά, μαζί με άλλους, ως ύποπτος για
βομβιστικές ενέργειες της Δημοκρατικής Αμυνας. Το έγγραφο αυτό ήταν άλλο ένα
τεκμήριο της αντιδικτατορικής του δράσης και αποδείκνυε ότι την περίοδο της
δικτατορίας βρισκόταν στο στόχαστρο των διεθνών μυστικών υπηρεσιών, μαζί με
άλλους γνωστούς και άγνωστους αντιστασιακούς. Του το δείξαμε μόλις το επέτρεψε η
κατάσταση της κλονισμένης υγείας του. Εκείνος του έριξε μια φευγαλέα ματιά,
μόρφασε ειρωνικά και το άφησε δίπλα στο κρεβάτι του. Δεν είχε ανάγκη καμιά
έκθεση μυστικών υπηρεσιών για να επιβεβαιώσει την προσωπική αγωνιστική του
διαδρομή.
Αλλά πόσοι από τους πολλούς που έμαθαν με συγκίνηση το θάνατό του την περασμένη
Τρίτη μπορούσαν να διανοηθούν ότι ο γνωστός μειλίχιος πολιτικός με τους καλούς
τρόπους και την ευρωπαϊκή πατίνα είχε σχέση με δυναμικές ενέργειες αντίστασης
κατά τη διάρκεια της δικτατορίας; Και πόσοι άλλοι γνωρίζουν τον αφανή του ρόλο
στην επεισοδιακή απελευθέρωση του Μίκη Θεοδωράκη από τον Σερβάν Σρεμπέρ το 1970,
μια ενέργεια που πραγματοποιήθηκε με «καραμπόλα», μετά την άρνηση της χούντας να
απελευθερώσει τον καθηγητή Καράγιωργα που μόλις είχε καταδικαστεί στη δίκη της
Δημοκρατικής Αμυνας;
Αυτή ήταν, αυτή είναι, η γοητεία του πολιτικού Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Κανένα
πολιτικό και ιδεολογικό καλούπι δεν τον χώραγε. Και ο ίδιος ποτέ δεν επιδίωξε να
αξιοποιήσει το πλούσιο αγωνιστικό του παρελθόν για να χτίσει μια εικόνα «ηγέτη».
Προτιμούσε πάντα την άμεση πολιτική ανταλλαγή επιχειρημάτων από την αναφορά σε
ένδοξες ή σκοτεινές σελίδες του παρελθόντος της Αριστεράς.
Από την πλούσια διαδρομή σχεδόν μισού αιώνα του Παπαγιαννάκη στο χώρο της
ελληνικής Αριστεράς και της ευρωπαϊκής διανόησης επιλέξαμε να θυμίσουμε τις
αρχές της δεκαετίας του 1990. Ηταν το ξεκίνημα της πρώτης από τις τρεις
διαδοχικές θητείες του στο Ευρωκοινοβούλιο και η περίοδος που αναδείχτηκε σε
ηγετικό στέλεχος του ενιαίου τότε Συνασπισμού. Τότε ήταν που έγινε γνωστός και
στο ευρύ κοινό, χάρη στη δημιουργία των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών που
αμέσως τον λάτρεψαν: όχι μόνο «έγραφε καλά» στο γυαλί, αλλά ο λόγος του ήταν
κατανοητός, καθόλου «ξύλινος» και προκαλούσε τον ευθύ αντίλογο. Μάλιστα τότε
πολλοί θεωρούσαν ότι ο Παπαγιαννάκης υπήρξε ο πιο προβεβλημένος έλληνας
πολιτικός. Μετρήσεις, βέβαια, δεν υπήρχαν ακόμα. Πάνω απ’ όλα, ήταν για μας η
περίοδος που τον γνωρίσαμε από κοντά και νιώσαμε την έκπληξη μόλις ανακαλύψαμε
ότι πίσω από αυτόν τον «φιλελεύθερο της αριστεράς», τον «σοσιαλδημοκράτη» (όπως
αυτοπροσδιορίζεται στη συνέντευξη που έδωσε στον Σταύρο Θεοδωράκη, Τα Νέα,
28/2/09) κρυβόταν ένας γόνιμος ριζοσπαστισμός και μια «εξτρεμιστική» προσήλωση
σε ιδέες και αρχές. Και τότε μπορέσαμε να αντιληφθούμε τη βαθιά πολιτική και όχι
μόνο προσωπική φιλία που τον συνέδεε με δυο άλλες εξαιρετικές μορφές της
ανανεωτικής αριστεράς: τον Φίλιππο Ηλιού και τον Αγγελο Ελεφάντη.
Το βασικό χαρακτηριστικό του Παπαγιαννάκη, έτσι όπως ξετυλίχτηκε η δράση του
εκείνα τα χρόνια, είναι η άρνησή του να ακολουθήσει το ρεύμα της εποχής και η
προθυμία του να συνταχθεί με όσους διώκονταν ή αδικούνταν από την κρατική
αυθαιρεσία. Ηταν ο πρώτος που επιχείρησε -και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε- να
αξιοποιήσει η ελληνική αριστερά ορισμένες πλευρές του «ευρωπαϊκού κεκτημένου»
και να δικαιωθούν μέσω Ευρώπης ομάδες και πολίτες που βρίσκονταν μέχρι τότε στο
πολιτικό περιθώριο. Χαρακτηριστική είναι η καμπάνια στα τέλη του 1990 για την
αναγνώριση του δικαιώματος των αντιρρησιών συνείδησης να αρνηθούν τη στράτευση
και για τη θεσμοθέτηση εναλλακτικής θητείας. Τότε ακόμα κρατούνταν 420
θρησκευτικοί αρνητές στράτευσης στις στρατιωτικές φυλακές.
Ο Παπαγιαννάκης μετέτρεψε σε ευρωπαϊκό το ζήτημα αυτό και λίγους μήνες αργότερα
προκλήθηκε διεθνές σκάνδαλο (10/5/91) όταν οι ελληνικές αρχές απαγόρευσαν σε
Ελληνες και ξένους βουλευτές και ευρωβουλευτές την είσοδο στους χώρους κράτησης
των φυλακισμένων αντιρρησιών συνείδησης στις φυλακές του Αυλώνα.
Οσοι έχουν παρακολουθήσει τις πιο πρόσφατες διεργασίες στο χώρο του Συνασπισμού
και τη φιλολογία για το ενδεχόμενο προσέγγισης με το ΠΑΣΟΚ θα εκπλαγούν μόλις
μάθουν ότι στις 12/4/91 η σχετική συζήτηση στον ενιαίο Συνασπισμό είχε εντελώς
διαφορετική εικόνα απ’ αυτή που φαντάζονται. Ο Παπαγιαννάκης υποστήριζε ότι δεν
είναι το μείζον θέμα της συγκυρίας η συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ενώ ο Φλωράκης
δήλωνε ότι πρέπει να προωθηθεί η πολιτική συνεργασία και η Παπαρήγα συμφωνούσε
υπέρ της συνεργασίας, αλλά χωρίς να τεθεί η αριστερά σε θέση άμυνας!
Σήμερα γνωρίζουμε ότι πολλοί από εκείνους που κατηγορούσαν επί χρόνια τον
Παπαγιαννάκη για τις «δεξιές» και «φιλοπασοκικές» του τάσεις έχουν στραφεί προς
εκείνες τις κατευθύνσεις που υποτίθεται ότι καταπολεμούσαν, ενώ εκείνος έμεινε
μέχρι τέλους πιστός στις θέσεις του για την αυτονομία της Αριστεράς. Στις 5/4/93
ο Μίμης Ανδρουλάκης παραιτήθηκε από κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Συνασπισμού,
τον οποίο χαρακτήρισε «εκφυλισμένο πολιτικό σχηματισμό» και επιτέθηκε στον
Παπαγιαννάκη: «Δεν μπορώ να εκπροσωπώ στη βουλή τις δεξιές απόψεις του Μιχάλη
Παπαγιαννάκη». Ο Μιχάλης αρκέστηκε σε έναν προφητικό αποχαιρετισμό: «Το πολιτικό
άλμα του Μίμη Ανδρουλάκη είναι δική του υπόθεση. Ωρα καλή στην πρύμνη του και
αέρα στα πανιά του».
Αλλά και όσοι επικρίνουν την ευρωπαϊκή του εμμονή και την πολιτική του επιλογή
να πραγματοποιηθεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση πάση θυσία, ασφαλώς δεν θυμούνται ότι
στις 8/6/92 ο Παπαγιαννάκης διατύπωνε τη θέση ότι η συνθήκη του Μάαστριχτ πρέπει
να εγκριθεί με δημοψήφισμα και όχι από τη βουλή.
Η σημερινή όψιμη ανακάλυψη των οικολογικών ευαισθησιών της ελληνικής κοινωνίας
χρωστάει πολλά στη δράση του Παπαγιαννάκη στο Ευρωκοινοβούλιο. Και πολλά από τα
στελέχη του σημερινού οικολογικού κινήματος, στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ και των
Οικολόγων Πράσινων, προέρχονται από εκείνη την εποχή και μαθήτευσαν δίπλα του. Η
συνεπής του στάση στα οικολογικά ζητήματα δεν ήταν καθόλου ανέξοδη. Στις 14/1/92
οι δήμαρχοι Θεσσαλίας έστειλαν επιστολή στην ηγεσία του Συνασπισμού, με την
οποία κατηγορούσαν τον Παπαγιαννάκη ότι με τις ερωτήσεις που κατέθεσε στο
Ευρωκοινοβούλιο σαμποτάρει την ολοκλήρωση του έργου της εκτροπής του Αχελώου,
«προβάλλοντας περιβαλλοντικά ζητήματα».
Ένα μόλις χρόνο αργότερα ο Παπαγιαννάκης δικαιώθηκε. Οπως δήλωνε ο ίδιος στον
«Ιό» (27/3/93), «η αμφισβήτηση του έργου πέρασε από τους μικρούς κύκλους
ευαίσθητων πολιτών στην ευρύτερη ελληνική κοινή γνώμη, πράγμα που ταρακούνησε
τους βουλευτές της περιοχής». Αυτό που τον έθλιβε ήταν το γεγονός ότι η
αμφισβήτηση συνδέεται και με αντίρροπα συμφέροντα: «Θέλω να είμαι όσο το δυνατόν
καλόπιστος, αλλά ειλικρινά η όψιμη οικολογίζουσα στροφή γεννά θλιβερές σκέψεις
για την ποιότητα του πολιτικού μας πολιτισμού».
Στην ίδια κατηγορία ζητημάτων που συνήθως αποφεύγουν οι πολιτικοί ανήκει και το
θέμα της επέκτασης των εγκαταστάσεων της Πετρόλα στην Ελευσίνα, το οποίο ο
Παπαγιαννάκης έθεσε με ερώτησή του στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 20/2/92. Η
υπόθεση, όπως είναι γνωστό, εκκρεμεί ακόμα (βλ.
«Ιός», 8/6/08).
Αλλά τα πιο «αντιδημοφιλή» ζητήματα που τόλμησε να θίξει εκείνη την περίοδο των
αρχών της δεκαετίας του 1990 ο Παπαγιαννάκης -ακόμα και σε αντίθεση με την
επίσημη κομματική γραμμή- είχαν σχέση με τα λεγόμενα «εθνικά θέματα», την
αναγνώριση των μειονοτήτων και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τον Φεβρουάριο του 1991
προκλήθηκε σκάνδαλο στην Αθήνα μόλις δημοσιεύτηκε η Εκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ
για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η οποία αναφερόταν σε μειονότητες στην Ελλάδα. Και
τόλμησε μόνο ο Παπαγιαννάκης να διαφωνήσει με το κλίμα υστερίας που κυρίευσε τα
μέσα ενημέρωσης και τα πολιτικά κόμματα: «Οσα θίγονται στην Εκθεση, η Ελλάδα τα
έχει αναγνωρίσει σε διεθνείς συμβάσεις και συναντήσεις. Τα περί ανθελληνικής
συνωμοσίας δεν με πείθουν».
Ενα χρόνο αργότερα ορισμένες αλυσίδες σούπερ μάρκετ κήρυξαν μποϊκοτάζ κατά των
ολλανδικών και των ιταλικών προϊόντων, εξαιτίας της «φιλοσκοπιανής» στάσης των
κυβερνήσεων των δύο χωρών. Το μποϊκοτάζ στηρίχτηκε από τη συντριπτική μερίδα των
μέσων ενημέρωσης. Με δηλώσεις του στον «Ιό» (29/2/92) ο Παπαγιαννάκης δεν
δίστασε να κατακρίνει την υστερία: «Δύσκολα πείθομαι ότι την κοινωνία των
πολιτών εκπροσωπούν ηγεμονικά εμπορικές επιχειρήσεις, αν και τίποτα δεν
αποκλείεται στη συγκεκριμένη στιγμή της κοινωνίας μας. Δεν πείθομαι σχεδόν
καθόλου από τους στόχους του μποϊκοτάζ. Εχω την αίσθηση μιας πολιτικής εύκολων
λύσεων (φαντάζομαι ότι με λίγότερο τυρί Γκούντα ελαφραίνει η συνείδηση του
καθενός…) και ενός ανεπίτρεπτου εκβιασμού. Ασε που καλλιεργεί και ένα κλίμα
αντιευρωπαϊσμού και μισαλλοδοξίας, χωρίς κόστος και χωρίς διέξοδο».
Για να υποστηρίξει τις απόψεις του σ’ αυτά τα τόσο δύσκολα θέματα ο
Παπαγιαννάκης δεν περιοριζόταν σε δημόσιες δηλώσεις. Όταν χρειαζόταν, έσπευδε
δίπλα σε διωκόμενους πολίτες για να εκδηλώσει την έμπρακτη συμπαράστασή του.
Στις 27/1/92 δικάζονταν 5 μέλη της ΟΑΚΚΕ που είχαν συλληφθεί να κολλούν αφίσες
με τίτλο «Όχι στο σοβινισμό. Να αναγνωριστεί η Σλαβική Μακεδονία». Το σύνθημα
μοιάζει τώρα μετριοπαθές και ασφαλώς θα ήταν μεγάλη επιτυχία της «εθνικής
γραμμής» να πετύχει κάτι τέτοιο. Αλλά τότε ζούσαμε την περίοδο των
συλλαλητηρίων, του Μεγαλέξανδρου και της Μακεδονίας που είναι μόνο μία. Ο
Παπαγιαννάκης αψήφησε το κλίμα τραμπουκισμού και τρομοκρατίας έξω από το
δικαστήριο και κατέθεσε με ψυχραιμία ότι η αφίσα αποτελεί μόνο αμφισβήτηση της
εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης και δεν περιέχει ύβρεις, όπως διατεινόταν το
κατηγορητήριο. «Μου προκαλεί ανησυχία η παραπομπή σε δίκη με τέτοιες
κατηγορίες», ήταν η κατάληξή του.
Σ’ αυτά τα ζητήματα οι θέσεις που διατύπωνε ο Παπαγιαννάκης μοιάζουν σήμερα
προφητικές. Στις 6/11/92, διαχωρίζοντας τη θέση του από το κόμμα του πρότεινε
(μαζί με τον Λεωνίδα Κύρκο) να δεχτεί η Ελλάδα μια ονομασία με γεωγραφικό
προσδιορισμό για την ΠΓΔΜ («Μακεδονική Δημοκρατία του Βαρδάρη»), κάτι που
αποτελεί σήμερα την πεμπτουσία της περήφανης εξωτερικής πολιτικής, αλλά τότε
αντιμετωπιζόταν περίπου ως προδοσία. Εκείνος που αντέδρασε περισσότερο στην
πρόταση αυτή από τον τότε Συνασπισμό ήταν ο Μίμης Ανδρουλάκης.
Ένα άλλο ζήτημα που έθεσε ο Παπαγιαννάκης πολύ πριν κάποια ελληνική κυβέρνηση
αναλάβει να το λύσει είναι η κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος στις νέες
ταυτότητες. Με άρθρο του στην «Ε» (10/3/93) εξήγησε εγκαίρως ότι «τις νομικές
εγγυήσεις τις χρειάζονται οι θρησκευτικές μειονότητας και όχι οι πλειονότητες».
Το σημαντικό είναι ότι όλες αυτές τις «αιρετικές» θέσεις και την προσωπική του
στράτευση κόντρα στο ρεύμα δεν απαιτούσε να υιοθετηθούν σώνει και καλά από τους
συντρόφους του. Πάλευε για μια Αριστερά που θα είναι «ένα νεφέλωμα, ένας μεγάλος
επιτελικός οργανισμός που όχι μόνο θα επιτρέπει αλλά θα επιβάλλει τη συμμετοχή,
τη συζήτηση, την αντίρρηση, τη συναπόφαση» (20/11/90). Το όραμά του είναι ακόμα
επίκαιρο.
ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΗ ΔΡΑΣΗ
Νιόνιο Καραγιάννη
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς
1. Ηλίας Νικολαΐδης (γνωστός ως Λιάκος)
2. Μιχάλης Παπαγιαννάκης
3. Luis Fontaine |
Ενας άρχοντας στην Αριστερά
«Δεν φαντάζομαι να με βάλατε με μέσο στην εντατική;» ρωτούσε μόλις ξαναβρήκε τις
αισθήσεις του. Ήταν στην αρχή της τελευταίας εξάμηνης διαδρομής του στο Γενικό
Κρατικό. Αυτός ήταν ο Μιχάλης. Δεν γούσταρε ρουσφέτια κι ας ήταν βουλευτής. Τον
ενοχλούσε πολύ αν βρισκόταν στη δύσκολη θέση να αρνηθεί κάποια «χάρη». Αυτό όμως
δεν αφορούσε την προθυμία του να βοηθήσει διωκόμενους και πολιτικά
κατατρεγμένους.
Στα αεροπλάνα έλυνε ισπανικά σταυρόλεξα όταν πηγαινοερχόταν κάθε εβδομάδα στις
Βρυξέλλες την περίοδο που ήταν ευρωβουλευτής. Χαλάρωνε το μυαλό του έτσι. Τις
πίπες που κάπνιζε τις έβαζε στις τσέπες του, με δυσάρεστες συνέπειες για τα
σακάκια του. Διάβαζε όλες τις εφημερίδες, ελληνικές και ξένες, και
παρακολουθούσε όλα τα δελτία ειδήσεων, όταν είχε χρόνο και ιδιαίτερα τώρα που
ήταν άρρωστος. Ήξερε τι ώρα έχει δελτίο το κάθε κανάλι και φυσικά παρακολουθούσε
όλα τα talk show ακόμα κι αυτά των «κίτρινων» καναλιών. Εκνευριζόταν, όμως, όταν
μέλη του Συνασπισμού πήγαιναν στις εβδομαδιαίες εκπομπές ανυπόληπτων
δημοσιογράφων.
Το βλέμμα του γινόταν κάποιες φορές κάπως απλανές και «έφευγε» από την κουβέντα
μετά το θάνατο του ενός από τους δυο του γιους. Το βλέπαμε συχνά αυτό το βλέμμα.
Του άρεσε πολύ το κόκκινο κρασί και τα ψάρια μόνο που ήταν αλλεργικός στις
γαρίδες. Του άρεσε ο χορός: η ροκ και το ταγκό, η μπόσα νόβα και ο απτάλικος και
χόρευε όταν είχε τα κέφια του. Άκουγε έθνικ μουσικές και τρελαινόταν για
φλαμένκο. Ψάρευε στη Ναύπακτο και στη Φολέγανδρο, όταν τον έπαιρνε κανένας φίλος
στη βάρκα ή στο καΐκι του. Η μανία του όμως ήταν να μαζεύει αχινούς, να τους
καθαρίζει και κυρίως είχε επιβάλει σε όλους να κολυμπούν πολύ βαθιά για να
πετάξουν τα αγκάθια. Θύμωνε με τα κουτσομπολιά και βαριόταν τις χαζοκουβέντες.
Ποτέ δεν μίλησε ξύλινα και ήταν επίμονος στις απόψεις του. Όμως άκουγε πάντα τον
συνομιλητή και όταν χρειαζόταν άλλαζε γνώμη αρκεί να είχε πειστεί. Σπάνιος
ακροατής αλλά και τέλειος συζητητής. Είχε χιούμορ και ακόμα και όταν κάτι τον
αφορούσε γέλαγε, δεν θύμωνε. Τον θύμωνε όμως να μιλούν άλλοι για λογαριασμό του
και να κάνουν εκτιμήσεις για την πολιτική του στάση, όταν ο ίδιος είχε
ξεκαθαρίσει πλήρως ότι θα ήταν ο τελευταίος που θα έφευγε από αυτόν το χώρο.
Δεν είχε απωθημένα ο Παπαγιαννάκης και αυτό έβγαινε αβίαστα στην καθημερινή αλλά
και στην πολιτική του ζωή. Μιλούσε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε κάποιον επίσημο
και στο γκαρσόνι της ταβέρνας που έφερνε το νερό. Δεν προσέβαλλε ποτέ κανέναν,
ακόμα κι αν κάποιες συμπεριφορές τον ενοχλούσαν πολύ. Ηταν απολύτως άσχετος με
τα αθλητικά αν και ενδιαφέρθηκε λίγο τότε με το θέμα της ντόπας. Ηταν άθεος,
αλλά σεβόταν απόλυτα όποιον είναι θρήσκος. Σιχαινόταν τον εθνικισμό. Η ασχολία
και η εμπλοκή του με τα περιβαλλοντικά ήταν παρούσα μέχρι το τέλος, δίπλα σε όλα
τα άλλα του πολιτικά ενδιαφέροντα. Το ίδιο και η αγωνία του για την εκπαίδευση.
Ήταν κατά τη γνώμη του το κυρίαρχο, το μεγαλύτερο σύγχρονο πρόβλημα και η μόνη
ελπίδα για κάτι καλύτερο.
Δεν έχανε την υπομονή του ο Παπαγιαννάκης ούτε τώρα στο τέλος. Με αφόρητους
πόνους συζητούσε για όλα. Του άρεσε η παρέα και οι φίλοι, ακόμα και όταν τον
εγκατέλειπαν πιά οι δυνάμεις του. Ηταν άρχοντας μέχρι το τέλος.
Ολοι οι δυνατοί χαρακτηρισμοί θα ακουστούν τώρα και οι περισσότεροι θα είναι
σωστοί. Γι’ αυτό και από μας, «γεια σου πουλί μου», όπως εσύ έλεγες πάντα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης από τις στήλες του «Ιού»:
- Για το μποϊκοτάζ ολλανδικών και ιταλικών προϊόντων (29/02/92)
- Για τη διπλή γλώσσα στην εξωτερική πολιτική (24/10/92)
- Περί της εκτροπής του Αχελώου (27/03/93)
- Τα μυστικά κονδύλια του ΥΠΕΞ και οι δημοσιογράφοι (23/10/93)
- Η άνοδος του Μπερλουσκόνι στην Ιταλία (02/04/94)
- Ο περιορισμός κοινοτικών γλωσσών στην Ε.Ε. (07/01/95)
- Για την κατάρρευση της πυραμίδας του SOE (22/1/95)
- Για τον αντισημιτισμό με σταλινική παράδοση του Γκαροντί (9/6/96)
- Για το μορατόριουμ στις στρατιωτικές ασκήσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και
τις αντιδράσεις στην πολιτική Ροζάκη (09/11/96)
- Για τα ανθρώπινα δικαιώματα σ’ όλο τον κόσμο (1/12/96)
- Για την υπερψήφιση της έκθεσης Κιλελέα για τις γλωσσικές μειονότητες (9/2/97)
- Για τη μη έκδοση στην Ιταλία του Ενρίκο Μπιάνκο (19/1/98)
- Για τη δίωξη της χρήσης ενδυμάτων από κάνναβη (9/1/99)
- Για τους πολιτικούς πρόσφυγες (6/10/02)
- Για τον αντισημιτισμό στην Ευρώπη (25/1/04)
- Για την κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων (13/3/05)
- Τα αδέσποτα ζώα στο Ευρωκοινοβούλιο (10/7/05)
- Για την αποποινικοποίηση της χρήσης των ναρκωτικών και το διαχωρισμό των
ουσιών (24/5/08)
Ελευθεροτυπία, 31/5/2009