ΕΝΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗΣ «ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ» (ΚΕΘΕΑ)
 

Εφιάλτης στην «Οδό Ονείρων»

 

Η ομάδα της επανένταξης του προγράμματος Εν Δράσει σε ρόλο δημοσιογράφου-ρεπόρτερ. Επιλέχτηκε το θέμα, βρέθηκε λίγος πολύτιμος χρόνος και σήμερα οι στήλες του «Ιού» γράφονται απ’ αυτούς.
 


Όταν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι έχουν ζήσει στο πετσί τους την προσβολή, την κατηγοριοποίηση, το κυνηγητό και το αδιέξοδο, τότε μπορούν να πλησιάσουν την πραγματικότητα και να γευτούν σχεδόν την απόγνωση μιας μερίδας άλλων ανθρώπων που ζουν ανάμεσα μας σαν σκιές. Ο λόγος για τους «λαθραίους», τους πρόσφυγες, τους μετανάστες χωρίς χαρτιά που μετά τον αναγκαστικό εκπατρισμό τους φτάνουν στην Ελλάδα και καταλήγουν στα άθλια κτίρια της Σωκράτους ή στις ουρές της Πέτρου Ράλλη. Το ρεπορτάζ αυτό επιλέχθηκε και γράφτηκε από την ομάδα επανένταξης του Εν Δράσει (ΚΕΘΕΑ), δηλαδή από εκείνους τους ανθρώπους που πάλεψαν με το «θηρίο» των ναρκωτικών και βγαίνουν νικητές. Ύστερα από πρόσκληση των υπευθύνων του προγράμματος, ένα μέλος του Ιού ξεκίνησε από το φθινόπωρο μια σειρά εβδομαδιαίων συναντήσεων με τις ομάδες του Εν Δράσει. Κάθε φορά διαλέγαμε μαζί ένα θέμα της επικαιρότητας, το συζητούσαμε και σήμερα φιλοξενούμε στη στήλη τη δική τους έρευνα.

                        Ο Ιός




Στην ατέλειωτη ουρά

Καθημερινά, ακούμε για μετανάστες, πρόσφυγες και τα προβλήματα τους. Η νομιμοποίησή τους αποτελεί γι’ αυτούς το μόνο δρόμο για μία δεύτερη ευκαιρία και ένα καλύτερο αύριο. Η ταλαιπωρία που περνούν για την απόκτηση του δελτίου ‘αιτήσαντος ασύλου’, της red card, μας παρότρυναν να πάμε στο Τμήμα Αλλοδαπών στην Πέτρου Ράλλη και να δούμε από κοντά το τι συμβαίνει.

Ήταν Παρασκευή απόγευμα. Η μέρα που πηγαίνουν εκεί, περιμένοντας στην ουρά, με την ελπίδα να τους καλέσουν την επομένη το πρωί στο τμήμα ασύλου. Το παράδοξο είναι πως όχι μόνο θα περιμένουν μια ολόκληρη ημέρα, αλλά και όσους καλέσουν την επομένη, αν πληρούν τις προϋποθέσεις, θα τους δώσουν μόνο ένα μικρό χαρτάκι με τη σφραγίδα του τμήματος ασύλου και μία ημερομηνία. Ένα κοινό χαρτί ραντεβού, με το οποίο αργότερα θα αποκτήσουν το δελτίο αιτήσαντος ασύλου. Εάν αποκτήσουν το δελτίο, θα χρειαστεί να περιμένουν πάνω από 2-3 χρόνια για να περάσουν από επιτροπή, η οποία με την σειρά της θα αποφασίσει εάν οι αιτούντες δικαιούνται το πολυπόθητο άσυλο.

Ξεκινήσαμε το ρεπορτάζ μιλώντας με τους αστυνομικούς. Η συμπεριφορά τους απέναντι στους αλλοδαπούς ήταν άψογη. Γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Ενας από εμάς το έχει βιώσει αυτό. «Φόρεσαν» μάλλον τα καλά τους για μας. Μας είπαν πως όλο το βάρος είναι πάνω τους και ότι η πολιτεία δεν μεριμνά για το θέμα. «Αφήσανε ένα μεγάλο πρόβλημα καθαρά πολιτικό στις δικές μας πλάτες και εμείς πρέπει να το διαχειριστούμε», μας λέει ο επικεφαλής, και εξηγεί: «Εμείς πρέπει να επιλέξουμε ποιοί θα περάσουν και ποιοί όχι, πώς θα παραμείνουν ήρεμοι όλη τη νύχτα, πώς θα τους διώξουμε μετά, όταν ανοίγουν το πρωί τα εργοστάσια και θα αρχίσουν να περνάνε οι νταλίκες. Όλο το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας περνάει τελικά μόνο από αυτό το αστυνομικό τμήμα. Λες και δεν υπάρχουν άλλες υπηρεσίες στη χώρα, νομαρχία, δήμοι, Βουλή. Όταν πρέπει να φυλάξουμε όλη τη νύχτα μέχρι και 4.000 απελπισμένους ανθρώπους αλλά και να προφυλαχτούμε και εμείς είναι φυσικό ότι θα υπάρξουν και στιγμές μεγάλης έντασης».

Ενας άλλος συμπληρώνει: «Νομίζετε ότι απελαύνεται τελικά κανείς; Όχι, όλοι έρχονται ξανά και ξανά και αν δεν φροντίσει η χώρα τους να τους πάρει πίσω μένουν εδώ. Τι θα κάνουν λοιπόν; Κι εγώ άμα πεινάσω, την τρίτη μέρα μπορεί να κλέψω».

«Τόσα βράδια και τόσες μέρες εδώ παθαίνουμε και εμείς το σύνδρομο της Στοκχόλμης, ιδρυματισμό. Γινόμαστε ένα με αυτούς που περιμένουν», προσθέτει μια γυναίκα αστυνομικός.

Μας μίλησαν για την εκμετάλλευση αλλοδαπών από δικηγόρους ακόμα και μπροστά στο τμήμα. Τους ρωτήσαμε αν κάνουν κάτι για αυτό και η απάντηση ήταν όχι, «διότι δεν υπάρχουν επίσημες καταγγελίες και οι δικηγόροι ισχυρίζονται πως κάνουν την δουλειά τους σε έναν δημόσιο χώρο». Ένας από μας (αλλοδαπός) ρώτησε έναν από τους αστυνομικούς ξανά για τη συμπεριφορά τους για να πάρει την εκνευρισμένη απάντηση: «εγώ αν έρθω στην πατρίδα σου και πουλάω τσάντες στον δρόμο ποια θα είναι η συμπεριφορά των αστυνομικών απέναντί μου;»

Πηγαίνοντας προς τα μέσα, αυτό που είδαμε ήταν απερίγραπτο. Μία ατέλειωτη ουρά ανθρώπων, της οποίας το τέλος δεν φαινόταν. Η οδός Σαλαμινίας ήταν αποκλεισμένη έως τη γέφυρα του Κηφισού. Τους πλησιάσαμε και τους κάναμε ερωτήσεις. Εδώ βοήθησαν τα αραβικά που μιλάει ο Μωχάμετ μια και οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ούτε αγγλικά ούτε φυσικά και ελληνικά. Οι περισσότεροι δεν γνώριζαν τα δικαιώματά τους. Κάποιοι ήταν απλοί οικονομικοί μετανάστες, δεν είχαν όμως και άλλη επιλογή διότι αυτή τη στιγμή δεν παρέχονται άδειες παραμονής και αναγκαστικά πηγαίνουν εκεί για την απόκτηση του δελτίου για τους πρόσφυγες. Μας είπαν τα παράπονα τους. «Δέχονται μόνο τους Αφγανούς ή τους Σουδανούς και όποιον έχει πόλεμο στην χώρα του». Όλοι τους ήταν εκεί από τα ξημερώματα με την ελπίδα να είναι πρώτοι στην ουρά και να τους δεχτούν στο τμήμα. Περίμεναν για βδομάδες ίσως και μήνες να τους διαλέξουν. Μάταια βέβαια. Οι αρχές δεν ενημερώνουν ποιούς θα δεχτούν και ποιούς όχι. Ταλαιπωρία και ψεύτικες ελπίδες.

Οι αστυνομικοί μας είπαν πως υπάρχει ενημέρωση, όμως στις ουρές δεν ήξεραν τίποτα. Μας είπαν πως η «διαλογή» γίνεται συνήθως σύμφωνα με τη φυσιογνωμία ή την ηλικία (αν είναι μικρά παιδιά) ή το φύλο ή ό,τι άλλο. Μας είπαν για την άσχημη και πολλές φορές βίαιη συμπεριφορά των αρχών: «κάποιοι περνούν από πάνω μας και αν δεν υπακούμε σε ό,τι μας λένε μας φτύνουν». Πολλοί δεν έχουν να φάνε και περνούν συμπατριώτες τους για να τους πάνε ένα πιάτο φαΐ τις ατέλειωτες ώρες της αναμονής.

Μας μίλησαν για εκμετάλλευση και από κάποιους δικηγόρους. «Δεν μπορούμε να πάμε σε αυτούς όταν μας κοροϊδεύουν και μας παίρνουν τα λεφτά». Πολλοί κρατούνται από τις ελληνικές αρχές για χρονικό διάστημα τριών ίσως και παραπάνω μηνών για την παράνομη παραμονή τους στη χώρα. Μετά τους αφήνουν ελεύθερους, με μια απόφαση που τους δίνει τη δυνατότητα να φύγουν από τη χώρα μέσα στο διάστημα ενός μήνα. Οι αλλοδαποί δεν φεύγουν ύστερα από όλο αυτό τον κόπο που έκαναν για να έρθουν εδώ. Ούτε άσυλο παίρνουν ούτε και άδεια παραμονής. Όλοι σχεδόν οι μετανάστες μας είπαν πως ήρθαν για ένα καλύτερο αύριο διότι εκεί στις χώρες τους οι συνθήκες διαβίωσης είναι άθλιες (κινδυνεύει ακόμα και η ζωή τους) και συμφωνούσαν πως παρόλη την ταλαιπωρία δεν θα τα παρατήσουν για να γυρίσουν πίσω.

Τη δεύτερη μέρα συναντήσαμε στην ουρά τους αλλοδαπούς που είχαν ήδη πάρει το δελτίο και πήγαιναν εκεί για ανανέωση. Κάτι που ακούγεται πολύ απλό αλλά είναι τραγικό για αυτούς τους ανθρώπους. Ξανά από τις 6 τα ξημερώματα στην ουρά και όλοι να περιμένουν να βγει ο υπάλληλος από το τμήμα ασύλου για να μαζέψει τις κάρτες τους. Μόλις βγήκε ο υπάλληλος, άρχισαν να σπρώχνουν ο ένας τον άλλον για να προλάβουν να δώσουν τις κάρτες πίσω από τα κάγκελα πριν φύγει ο υπάλληλος. Διάφοροι δικηγόροι έμοιαζαν σαν να παραμόνευαν για υποψήφιους «πελάτες». Μία καντίνα στο πλάι με κάποιους που συμπληρώνουν αιτήσεις για τους αλλοδαπούς, παίρνοντας για την κάθε «αίτηση» 3 ευρώ. Ενας από μας κάθισε στην καντίνα και παρατηρούσε. Ενα τραπεζάκι στο βάθος και δύο τύποι που συμπλήρωναν χαρτιά όχι με «αιτήσεις» αλλά με τα ονόματα του κάθε μετανάστη. Οι «υπάλληλοι» τους γράφουν το όνομα και μετά τους στέλνουν πίσω από μια κουρτίνα για να βγάλουν φωτογραφία. Δικηγόροι μπαινοβγαίνουν φέρνοντας συνεχώς και νέους «πελάτες». Ο κάθε δικηγόρος κρατάει ένα μάτσο κάρτες. «Ελα Νίκο σου έφερα πελάτη. Του έχω πει 70. Κανόνισέ τα εσύ». Ο «πελάτης» ήταν ένας Σύριος γύρω στα 30 και δεν καταλάβαινε τίποτα από αυτά που έλεγε ο δικηγόρος. Του ζήταγε λεφτά για να του ανανεώσει την κάρτα. 50 ευρώ του είπε στην αρχή κι όταν ο Σύριος έντρομος έβγαλε ότι είχε στην τσέπη του τα μέτρησε κι ήταν 46 ευρώ. Στο τέλος ο δικηγόρος του τα ξανάδωσε πίσω λέγοντας: «Αστονε, λέει ότι δεν θέλει».

Οι δικηγόροι δεν θέλησαν να μας μιλήσουν και εκνευρισμένοι μας έλεγαν να κλείσουμε το μαγνητόφωνο. Ρωτήσαμε τον ιδιοκτήτη της καντίνας. «Ολα καλά πάνε, οι αστυνομικοί και οι δικηγόροι τη δουλειά τους κάνουν. Οι μετανάστες είναι αυτοί που χτυπούν και κλέβουν ο ένας τον άλλον. Εγώ έχω άδεια από την εφορία να παρέχω αυτή την υπηρεσία στους αλλοδαπούς».

Αυτή η αίτηση δεν απαιτείται από το τμήμα ασύλου. «Ταλαιπωρούμαστε έως τις τρεις το μεσημέρι και ίσως παραπάνω, μέρες δηλαδή γιατί κανείς δεν μας λέει πως θα μας ανανεώσουμε τις κάρτες» λέει ένας Αφγανός. «Δεν έχω δει άσχημη συμπεριφορά από τους αστυνομικούς ή από κάποιον άλλο. Εάν η συμπεριφορά μας είναι σωστή τότε δεν υπάρχει πρόβλημα», μας λέει ένας άλλος νέος. Μια κοπέλα μας είπε πως την δέχτηκαν κατευθείαν. Την κάρτα της την έδωσε σε κάποιον άντρα, για να τη δώσει αυτός με τη σειρά του στον υπάλληλο για ανανέωση: «ποδοπατιούνται και εγώ είμαι γυναίκα δεν θα τα κατάφερνα μόνη μου». Οι δικηγόροι που βρίσκονταν εκεί ζητούσαν 50-60 ευρώ για να ανανεώσουν τις κάρτες. Κάτι που φυσικά μπορούν να κάνουν μόνοι τους χωρίς λεφτά οι αλλοδαποί. Το μόνο που χρειάζεται είναι να καταφέρουν να δώσουν τα χαρτιά τους στον υπάλληλο πριν φύγει.

Στον Συνήγορο του Πολίτη

Στα γραφεία του Συνηγόρου του Πολίτη μας υποδέχτηκαν και μας μίλησαν οι Ε. Κουτρούμπα, Μ. Βουτσίνου, Ε. Μαρκάκη και Ε. Μάρκου. Μας είπαν ότι με αφορμή την αναστολή της διαδικασίας παραλαβής αιτημάτων από το τμήμα ασύλου της Δ/σης Αλλοδαπών Αττικής για αόριστο χρονικό διάστημα πραγματοποίησαν μια εκδήλωση όπου παρουσίασαν τις προτάσεις του Συνηγόρου. Η αναστολή έγινε λόγω της πρακτικής αδυναμίας της υπηρεσίας να διεκπεραιώσει τα ήδη υποβληθέντα αιτήματα, με εξαίρεση τις ευπαθείς ομάδες (εγκύους ή ανήλικους). Η ακατάσχετη μαζική εισροή μεταναστών χωρίς χαρτιά έχει τα χαρακτηριστικά μιας επιδεινούμενης ανθρωπιστικής κρίσης και η λογική του θεσμού του ασύλου επιβάλλει, όπως μας τόνισαν οι εκπρόσωποι του ΣτΠ, την ουσιαστική αποκέντρωση των διαδικασιών ασύλου, κατά το πρότυπο πολλών άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Αποκέντρωση, η οποία θα συνοδεύεται από μετακίνηση διοικητικών μηχανισμών και εξειδικευμένου προσωπικού στην περιφέρεια και ιδίως στα βασικά και κύρια σημεία εισόδου στη χώρα.

Στο GCR

Η Αλεξία, δικηγόρος της μη κυβερνητικής οργάνωσης GCR (Ελληνικό Συμβούλιο για τους πρόσφυγες), μας είπε ότι ένας πρόσφυγας που έχει τη ροζ κάρτα σημαίνει ότι έχει περάσει από συνέντευξη, αλλά το αίτημά του για άσυλο είναι σε εκκρεμότητα. Όταν τελικά φτάσουν τα αιτήματα για άσυλο στην επιτροπή ασύλου κατά 99,9% απορρίπτονται.

Στην Πέτρου Ράλλη εξετάζονται 65 έως 70 άτομα την ημέρα από 5-6 αστυνομικούς μέσα σε 5 ώρες. Αυτό σημαίνει ότι κάθε συνέντευξη μπορεί να διαρκεί 10 λεπτά, ενώ υπάρχουν άνθρωποι με τεράστια πολιτικά προβλήματα στη χώρα τους, που χρειάζονται τουλάχιστον 2 ώρες για να εξηγήσουν την κατάστασή τους. Αυτή η συνέντευξη που είναι από τα σημαντικότερα στάδια για το αν κάποιος δικαιούται άσυλο, έχει καταντήσει μια διαδικασία χωρίς καμία αξία.

Δεν υπάρχει ενημέρωση. Συνήθως οι πρόσφυγες ενημερώνονται από τους ομοεθνείς τους και όταν καταλάβουν ότι πρέπει να πάνε στην Πέτρου Ράλλη αρχίζει ο Γολγοθάς. Μόνο μία μέρα την εβδομάδα μπορούν να πάρουν ραντεβού και μέσα από χιλιάδες οι αστυνομικοί διαλέγουν τυχαία περίπου 300. Μέσα σε αυτούς που επιλέγονται είναι και άνθρωποι που είναι τραυματισμένοι, με αποτέλεσμα πολλοί πρόσφυγες να προσποιούνται τους τραυματίες, στην απόγνωσή τους να επιλεγούν.

Επειδή το ποσοστό των προσφύγων είναι κατά μεγάλο μέρος οικονομικοί μετανάστες συνήθως από Πακιστάν, οι αστυνομικοί προσπαθούν να διαλέγουν ανθρώπους από Ιράκ, Αφγανιστάν, με κριτήριο τη φυσιογνωμία. Αν κάποιος από αυτούς έχει την «ατυχία» να μοιάζει με Πακιστανό, μπορεί να μην επιλεγεί ποτέ. Εάν στο ενδιάμεσο τον συλλάβουν χωρίς χαρτιά μπορεί να απελαθεί. Και στην περίπτωση που η απέλαση είναι ανέφικτη λόγω πολέμου στη χώρα του, αυτός ο άνθρωπος κρατείται. Αν ο πρόσφυγας δεν παρακολουθείται από κάποια μη κυβερνητική οργάνωση, δεν έχει σχεδόν καμία τύχη.

Η λύση σύμφωνα και με το GCR είναι να γίνουν και στη χώρα μας υπηρεσίες ειδικές για τους μετανάστες και το άσυλο, όπως έχουν άλλες χώρες με εμπειρία στα θέματα των μεταναστών. Μόνο με αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής μπορεί να γίνει κάτι. «Δεν είναι δυνατόν το 2008 να έχουμε 29.573 απορριπτικές αποφάσεις και μόνο 358 πρόσφυγες να έχουν πάρει άσυλο».

Στο PRAXIS

Αναζητήσαμε μια απάντηση και από τη μη κυβερνητική οργάνωση PRAXIS. Ο κ. Τ. Αντύπας, πρόεδρος της οργάνωσης, είναι κι αυτός κατηγορηματικός: «Ζητούν άσυλο 22.000 άνθρωποι και δεν γίνονται δεκτές πάνω 110 αιτήσεις. Από το 2005 δεν έχει ανοίξει η νομιμοποίηση στην Ελλάδα». Ο κ. Αντύπας μας μίλησε για το τι μπορούν να προσφέρουν σαν οργάνωση: μια υποστήριξη σε 150 περίπου άτομα το χρόνο, ιατρική βοήθεια και φάρμακα, στέγη για 6 μήνες σε 600 άτομα. Τέλος βοηθούν με νομικούς και μεταφραστές και προσπαθούν να τους μάθουν ελληνικά. Σφίχτηκε το στομάχι μας όταν ο κ. Αντύπας είπε ότι «όλοι οι πρόσφυγες βρέθηκαν στη λάθος χώρα τη λάθος στιγμή». Μας μίλησε και ο κοινωνικός λειτουργός Μ. Σταμνιώτης: «Δυστυχώς στη χώρα μας έχουν προτεραιότητα αρχικά οι έλληνες και οι ευρωπαίοι μετά οι νόμιμοι μετανάστες και οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και τελευταίοι των τελευταίων οι αιτούντες άσυλο. Με μαθηματική δηλαδή ακρίβεια οδηγούνται οι περισσότεροι στην παραβατικότητα για να ζήσουν».

Στο Mosaic

Το Mosaic είναι μια μονάδα του ΚΕΘΕΑ που οι συντελεστές του δρουν στις γειτονιές και στις κοινότητες των μεταναστών. Μιλήσαμε με τον Δημήτρη, υπεύθυνο της μονάδας, για τα προβλήματά των προσφύγων και των μεταναστών και πώς η μονάδα μελέτησε τις συνολικές ανάγκες τους. Το Mosaic διοργάνωσε εκδρομές, πάρτυ και συναντήσεις. Ετσι σύντομα οι συντελεστές του κατάφεραν να προσεγγίσουν ένα αρκετά μεγάλο πλήθος ανθρώπων.

Ο βαθύτερος στόχος τους ήταν να υποστηρίξουν ψυχολογικά τους πρόσφυγες και να τους βοηθήσουν να βρουν στέγη, εργασία, να φτιάξουν τα χαρτιά τους, να μάθουν ελληνικά. Συνεργάστηκαν με μία ομάδα εθελοντών δικηγόρων. Ελάχιστοι από τους πολιτικούς πρόσφυγες που υπέστησαν ακόμα και βασανιστήρια πήραν άσυλο. Επί πέντε χρόνια υπέβαλλε αίτηση κάποιος από το Κουρδιστάν και η υπόθεση ολοκληρώθηκε μετά από 6 χρόνια. Με τη συνολική βοήθεια που τους παρέχεται, οι άνθρωποι ηρεμούν, βρίσκουν συμπαράσταση, εμπιστεύονται τους συνανθρώπους τους.

Ο Δημήτρης επίσης μας ενημέρωσε για τις αρνητικές συνέπειες που έχει πάνω στους μετανάστες η συνθήκη του Δουβλίνου, η οποία λέει ότι ένας μετανάστης που ζητάει άσυλο σε ένα κράτος πρέπει να δώσει τα δαχτυλικά του αποτυπώματα, δεν έχει δικαίωμα να πάει σε άλλο κράτος να ξαναζητήσει άσυλο και κάθε τέτοια προσπάθεια τιμωρείται με απέλαση στο συγκεκριμένο κράτος που έχει την τελική «ευθύνη» για αυτόν. «Το κράτος, το οποίο έχει ήδη πάρει τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα, τα παρουσιάζει αυτά σε νούμερο σε αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρώπης και εξοικονομεί χρήματα από αυτά για τις ανάγκες της παραμονής τους». Αραγε πού πηγαίνουν όλα αυτά τα λεφτά που προορίζονται για τους ξυπόλητους που ζούνε στο δρόμο;
 

 

Ραούλ, ετών 53

Ο Ραούλ από το Ιράν είναι ένας από τους ελάχιστους που κατάφεραν να πάρουν πολιτικό άσυλο. Ανήκει λοιπόν στο 0,015%. Είναι παντρεμένος με 4 παιδιά και όταν μας συνάντησε κρατούσε στα χέρια του ένα μεγάλο φάκελο. «Εδώ μέσα είναι η ζωή μου από το 2005 που ήρθα στην Ελλάδα». Εγγραφα, εισιτήρια, αιτήσεις, απορρίψεις και χαρτιά που άλλοι στη θέση του θα είχαν πετάξει. Όλα ήταν αρχειοθετημένα σε διαφάνειες με ημερομηνίες. Μας μίλησε κοντά μια ώρα: «Ηρθα περπατώντας από το Ιράν. Εκανα ενάμιση μήνα να φτάσω. Πέρασα από το ναρκοπέδιο στο Σουφλί και με συνέλαβαν. Με στείλανε στη Σάμο και εκεί με …ξέχασαν. Μετά από τρεις μήνες ήρθα στην Αθήνα. Στη χώρα μου ήμουν στρατιωτικός, αντίθετος με την κυβέρνηση και κινδύνευα κι εγώ και η οικογένειά μου. Με υποχρέωσαν να χωρίσω, όμως ακόμα τους στέλνω χρήματα και τους αγαπώ. Ενα χρόνο έψαχνα τρόπους για να βγάλω χαρτιά. Πήγα στο GCR (Ελληνικό Συμβούλιο για τους πρόσφυγες) αλλά δεν πήρα βοήθεια. Μετά στο PRAXIS αλλά και στην Ύπατη Αρμοστεία. Περίμενα μέρες ολόκληρες στην Π. Ράλλη. Ηταν σχεδόν πάντα κλειστά. Έφυγα και κρυβόμουν στα βουνά, εκεί κοιμόμουνα και κατέβαινα μόνο για να βρω δουλειά. Τελικά πήρα άσυλο. Εχω τώρα πλέον χαρτιά, αλλά όχι και δουλειά, είμαι μεγάλος. Ζω σε ένα δυάρι με άλλους 7. Στο ένα δωμάτιο ζούμε οι 6 και στο άλλο ο έβδομος που έχει και το σπίτι. Δίνω 100 ευρώ το μήνα. Μαζεύω τις νύχτες παλιοσίδερα για να έχω τα χρήματα. Νιώθω φόβο, αν και έχω μάθει να επιβιώνω. Το μόνο που θέλω είναι να βρω δουλειά και το μόνο που ξέρω είναι να πολεμάω».

Όλη την ώρα που μας μιλούσε είχε χαμηλά τα μάτια του κι έκρυβε τα δάχτυλά του. Είναι μια συνήθεια που αποκτούν όσοι μπαίνουν στην Ελλάδα και αμέσως δακτυλοσκοπούνται. Τους σημαδεύουν για να μπορούν να τους απελάσουν αν συλληφθούν ακόμα και για μια απλή εξακρίβωση, ενώ ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτό τους στερούν τη δυνατότητα να πάνε σε άλλη χώρα.
 



 

Ναντίρ, ετών 20

Ο Ναντίρ από το Αφγανιστάν ήρθε στην Ελλάδα δεκατεσσάρων χρονών. «Το καράβι είχε προορισμό την Ελλάδα, στην οποία δεν επιθυμούσα να μείνω. Ψάχνοντας τρόπους για το πώς να φύγω από την Ελλάδα με πλησίασαν κάποιοι άνθρωποι που γνώριζαν τη γλώσσα μου για να μου προσφέρουν βοήθεια. Αργότερα κατάλαβα ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πληρωμένοι γιατί με παρέπεμψαν να δώσω τα δαχτυλικά μου αποτυπώματα, χωρίς εγώ να γνωρίζω πως δεν είχα πλέον το δικαίωμα να ταξιδέψω αλλού. Μου έδωσαν αμέσως ροζ κάρτα, την οποία ανανέωναν κάθε 6 μήνες αλλά ποτέ άσυλο. Κάποιοι που τόλμησαν να ταξιδέψουν σε άλλο κράτος γιατί δεν ήταν καλυμμένοι εδώ, τιμωρήθηκαν με απέλαση στην Ελλάδα και αυτή τους τιμώρησε με 6 μήνες φυλάκιση, δίνοντας 30 μέρες διορία για αναχώρηση στη χώρα τους, μετά την αποφυλάκισή τους. Οι άνθρωποι αυτοί, βγαίνοντας από την φυλακή, μην έχοντας χρήματα, αναγκάζονται να τρώνε από τα σκουπίδια και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, παρά να μείνουν στους δρόμους, με αποτέλεσμα κάποιοι να αυτοκτονήσουν, κάποιοι να τρελαθούν και οι περισσότεροι να γίνουν χρήστες ηρωίνης, πεταμένοι στο δρόμο χωρίς ελπίδα για το αύριο».




Στις κοινότητες των κυνηγημένων

Απευθυνθήκαμε στις μεγάλες κοινότητες προσφύγων για να μάθουμε από πρώτο χέρι τα προβλήματά τους.

Πακιστανοί: Ο εκπρόσωπος της κοινότητας μας εξηγεί τον τρόπο οργάνωσής τους: «Τα περισσότερα μέλη μας έχουν εδώ φίλους και οικογένειες. Εμείς είμαστε σημείο αναφοράς. Αν κάποιος π.χ. αγνοείται, μέσα από την εφημερίδα μας ψάχνουμε και βοηθάμε να βρεθεί. Συνεργαζόμαστε με ανθρώπους που μαθαίνουν στα μέλη μας αφιλοκερδώς τα ελληνικά, τα παιδιά μας πηγαίνουν στα σχολεία και τώρα προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα σχολείο για να μαθαίνουν και την πακιστανική κουλτούρα. Το παράπονό μας είναι ότι ενώ υπάρχουν παραρτήματα αλλοδαπών σε διάφορες πόλεις όλα τα χαρτιά πρέπει να φτιάχνονται στην Πέτρου Ράλλη». Στην ερώτησή μας πώς βοηθάει η κοινότητα αυτούς που στριμώχνονται στην Π. Ράλλη, μας απάντησαν ότι δεν μπορούν να κάνουν και πολλά πράγματα. «Οι περισσότεροι όταν βλέπουν τους δικηγόρους να καλημερίζονται με τους αστυνομικούς νομίζουν ότι πληρώνοντάς τους θα βοηθηθούν για να πάρουν άσυλο. Οι αστυνομικοί δεν μας φέρονται καλά, μας βρίζουν και μας χτυπούν». Τέλος ο εκπρόσωπος της πακιστανικής κοινότητας μας ευχαρίστησε που ασχολούμαστε με τα δικά τους προβλήματα και μας ζήτησε να βοηθήσουμε τα μέλη της κοινότητας που έχουν πρόβλημα με ναρκωτικά.

Σουδανοί: Ο πρόεδρος Α. Ζιαντ μας είπε ότι η κατάσταση στη χώρα του και ο εμφύλιος μετά την αυτονόμηση του Νταρφούρ το 2006 οδήγησε σε εκατόμβες νεκρών και πάνω από 2,5 εκ. πρόσφυγες. Ενώ η κοινότητά τους δέχεται μέλη που υπογράφουν πρώτα χαρτί ότι δεν θα κάνουν καμιά παραβατική πράξη το ελληνικό κράτος δεν αναγνωρίζει τη συμβολή τους και σφράγισε το Σύνδεσμο Σουδανών Προσφύγων από το 2008, ενώ δεν τους επιτρέπει να καταθέτουν αιτήσεις για πολιτικό άσυλο. Κάθε μέρα η κοινότητα φροντίζει για 70 περίπου άτομα. Ενώ η σύμβαση της Γενεύης τους δίνει το δικαίωμα να χαρακτηρίζονται πρόσφυγες η Ελλάδα δεν το σέβεται αυτό. Η κοινότητα αναγκάστηκε να κλείσει τα γραφεία της και όταν πήγαμε στην περιοχή να τους ψάξουμε σε δύο παλιές διευθύνσεις όλοι οι γείτονες αρνήθηκαν να μας πούνε οτιδήποτε. Ούτε ο περιπτεράς δεν ήξερε κι όμως μέχρι το 2008 η κοινότητα υπήρχε και λειτουργούσε στην Κυψέλη. Ενα υπόγειο με κάγκελα και μια μεγάλη κλειδαριά βρισκόταν τώρα στην παλιά διεύθυνση της κοινότητας. Ερμαια στην τύχη τους οι σουδανοί πρόσφυγες.

Αφγανοί: Πηγαίνοντας στην Πλατεία του Αγ. Παντελεήμονα συναντήσαμε μια παρέα Αφγανών που στην αρχή μας κοίταγαν επιφυλακτικά. Απάντησαν στις ερωτήσεις μας και νιώσαμε μεγάλη ντροπή. Αναρωτηθήκαμε το σημαίνει πολιτισμός, φιλοξενία, αλληλεγγύη και ανθρωπιά στην Ελλάδα. Ενας νεαρός μας είπε ότι δεν έχει σπίτι και μένει σε μια πανσιόν με 100 άτομα, χωρίς χαρτιά και με μεγάλο φόβο. Δεν μπορεί να πάει στο νοσοκομείο, γιατί δεν έχει ροζ κάρτα και δουλεύει 8 με 9 ώρες την ημέρα για 600 ευρώ το μήνα. Ελπίζει όμως ότι όλα θα φτιάξουν αν πάρει την κάρτα και κάποτε θα βρει ένα σπίτι στην Ελλάδα για να στεγάσει τα όνειρά του και θα πάψει να φοβάται μήπως τον διώξουνε από την πλατεία που συναντάει τους φίλους του. Μας είπαν και καλά λόγια για τους έλληνες. Ότι πολλοί τους βοηθάνε και χωρίς λεφτά τους μαθαίνουν ελληνικά και αυτό ίσως ξεπληρώνει κάπως τις ατέλειωτες ώρες στην Πέτρου Ράλλη. Εμείς σκεφτήκαμε την ώρα εκείνη τους παππούδες μας που πήγαν κάποτε κι αυτοί σε ξένες χώρες και μάλιστα χωρίς να υπάρχει πόλεμος στην Ελλάδα. Όπως εκείνοι τότε έτσι κι αυτοί τώρα πρέπει να χωρέσουν στην Ελλάδα.


 

Η ατελείωτη ουρά των κρυμμένων ξυπόλητων της Αθήνας χαμογελάει και αυτό είναι το απίστευτο. Χαμογελούν ευγενικά και περιμένουν ελπίζοντας. Από την άλλη μεριά, οι ρεπόρτερ του Εν Δράσει με «πρόεδρο» τον Χάλεντ (μετανάστη δεύτερης γενιάς που φιλοδοξεί δουλεύοντας και σπουδάζοντας να γίνει γρήγορα δημοσιογράφος - ανταποκριτής σε εμπόλεμες ζώνες) και μέλη τους Μωχάμετ, Νίκο, Παυλίνα, Πένυ, Δημήτρη, Μαρία, Κέλη, Αναστασία, Βούλα, Στεφάν, Παναγιώτη, Σταύρο, Αγάπη, Παναγιώτη Τ, Θανάση, Βασίλη, Γιώργο, Μαριάνα, Πέτρο, Νικολέτα, Αθανασία και Βίκυ με παρόμοια χαμόγελα ετοίμασαν το ρεπορτάζ για τους πρόσφυγες που ξαφνικά απόκτησαν τουλάχιστον γι’ αυτούς πρόσωπο κι έπαψαν να είναι ‘αόρατοι’.


 

 

Ελευθεροτυπία, 24/5/2009

 

www.iospress.gr