ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ
Οι «ολίγον» βασανιστές της χούντας
Ο σημερινός εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και
ένας καθηγητής του ΕΜΠ συναντήθηκαν πριν από 35 χρόνια σε μια δίκη με θέμα τα
βασανιστήρια φοιτητών από την αστυνομία της χούντας. Το αποτέλεσμα της
συνάντησης αυτής έχει μεγάλη επικαιρότητα.
Συμπληρώνονται την Τρίτη 42 χρόνια από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Η
δικτατορία του 1967 έχει πιά περάσει στην ιστορία. Οι τελευταίες γενιές που την
έζησαν δίνουν σιγά σιγά τη σκυτάλη στις επόμενες. Οι μαρτυρίες λιγοστεύουν και
το ενδιαφέρον για την περίοδο εκείνη περιορίζεται σε ειδικευμένους επιστήμονες
και ερευνητές ειδικών αρχείων. Όμως το περιεχόμενο των ζητημάτων που τέθηκαν
πριν από τέσσερις δεκαετίες εξακολουθεί να στοιχειώνει τη σημερινή πολιτική
πραγματικότητα στην Ελλάδα. Το περιεχόμενο του φοιτητικού ασύλου, η αστυνομική
αυθαιρεσία, η συγκάλυψη των βιαιοτήτων κατά πολιτών, η δυσκολία να αποδοθεί
δικαιοσύνη σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχουν αξιοσημείωτες ομοιότητες με την
περίοδο της μεταπολίτευσης.
Όπως έχουμε ξαναγράψει με άλλη ευκαιρία («Οι
12 μήνες που δεν άλλαξαν τον κόσμο», Ιός, 18/11/07), η εικόνα που έχουμε ως
κοινωνία για τη δικτατορία βασίζεται στον τρόπο που πραγματοποιήθηκε η
κατάρρευσή της και στερεώθηκε το καθεστώς της μεταπολίτευσης. Σε μεγάλο βαθμό,
δηλαδή, βλέπουμε σήμερα τη δικτατορία μέσα από τα γυαλιά της μεταπολίτευσης. Από
την άλλη, όμως, μεριά, ορισμένα γεγονότα που σημάδεψαν εκείνη την περίοδο δεν
είναι τόσο μακρινά από τη σημερινή πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.
Φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα ένα σημαντικό ντοκουμέντο της μεταπολίτευσης.
Πρόκειται για τα πρακτικά μιας δίκης που διεξήχθη στις 15 Δεκεμβρίου 1975 στο
Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών. Ηταν μια από τις λίγες δίκες που διεξάχθηκαν
εκείνη την εποχή για να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τα βασανιστήρια πολιτών από
τα όργανα της δικτατορίας.
Η αξία του ντοκουμέντου ενισχύεται από το γεγονός ότι στην υπόθεση αυτή
πρωταγωνιστούν δύο πρόσωπα που έχουν και σήμερα μια εξέχουσα κοινωνική θέση, σε
διαφορετικά βέβαια πόστα. Ο εισαγγελέας της δίκης εκείνης στην Πάτρα δεν είναι
άλλος από τον κ. Γεώργιο Σανιδά, τον σημερινό εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο
οποίος έχει επιδείξει ιδιαίτερη δραστηριότητα την τελευταία περίοδο. Αλλά και ο
μηνυτής, αυτός που υπέστη τα βασανιστήρια, είναι ο τότε φοιτητής Γιάννης
Πουντουράκης, ο οποίος είναι σήμερα καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο,
στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών στον Τομέα
Επικοινωνιών, Ηλεκτρονικής και Συστημάτων Πληροφορικής.
Τα περιστατικά που οδήγησαν στη σύλληψη περιγράφουμε σε διπλανές στήλες. Από τα
επίσημα πρακτικά της δίκης μεταφέρουμε τα βασικά στοιχεία από την κατάθεση του
κ. Πουντουράκη:
«Εγώ συνελήφθην την 16η Μαρτίου 1973, ήτο δε ημέρα Παρασκευή, απέξω από τη Λέσχη
του Πανεπιστημίου Πατρών, από αστυνομικούς, κατ’ εντολήν του κατηγορουμένου Α.Σ.
και ενός άλλου αστυνόμου, ονόματι Λ., επειδή ήμουν μέλος της επιτροπής και
πρόεδρος των Κρητών φοιτητών. Τότε ζητούσε η επιτροπή μια αίθουσα να
συνεδριάσουμε, αλλά τότε είχον απαγορευθή αι συνεδριάσεις εις το Πανεπιστήμιον.
Την πρωίαν της ημέρας εκείνης ευρισκόμουν μαζί με άλλα μέλη της απεργιακής
επιτροπής εις το γραφείον του εκπροσώπου του Πανεπιστημίου Πατρών, όπου σε
κάποια στιγμή μας επήραν τηλέφωνο από την Λέσχην των φοιτητών, όπου είχον ούτοι
εισέλθει, ότι η αστυνομία τους ειδοποίησε να εξέλθουν της Λέσχης, άλλως θα
εξεβάλλοντο βιαίως. Κατόπιν τούτων εμείς επήραμε ταξί προκειμένου να πάμε εις
την λέσχην. Όταν φθάσαμε εις την διασταύρωσιν των οδών Αλέξ. Υψηλάντου και
Γεροκωστοπούλου, ο τροχονόμος που ήτο εκεί μας απηγόρευσε να περάσωμε, τότε
εμείς κατεβήκαμε από το ταξί και μόλις μας αντελήφθησαν οι αστυνόμοι Σ. και Λ.
του είπον του τροχονόμου να μας επιτρέψη να περάσουμε. Όταν εφθάσαμε εις την
Λέσχην φοιτητών, ο Α.Σ. έδωσε εντολήν να μας συλλάβουν και αφού μας συνέλαβαν
μας έβαλαν μέσα σε ένα αυτοκίνητο περιπολικό και μας μετέφεραν εις την Ασφάλεια.
Όταν μας επήγαν εις τον 1ον όροφον εκεί ήσαν 15-20 αστυνομικοί οι οποίοι άρχισαν
να μας κτυπούν με κλωτσιές, γροθιές και μας έριξαν κάτω από τα κτυπήματα. Όλα
αυτά εγένοντο κατ’ εντολήν των κατηγορουμένων. Κατόπιν μας επήγαν σε μία μεγάλη
αίθουσα, όπου ήλθε και ο κατηγορούμενος Α.Σ. και μας είπε ότι, το Πανεπιστήμιον
το φτιάξαμε εμείς και δεν ημπορείτε εσείς να το διαλύσετε και άλλα πολλά, ήθελε
δε να μας εκμηδενίση την προσωπικότητα. Εμένα μάλιστα με ερώτησε ο Α.Σ. γιατί
τραγουδάμε το τραγούδι ‘Πότε θα κάνει ξαστεριά’ και του απήντησα ότι είναι
δημοτικό τραγούδι. Εν συνεχεία με ερώτησε πότε πρωτοτραγουδήθηκε και εγώ του
απήντησα ‘προ 500 ετών’ και ακολούθως με ερώτησε γιατί το τραγουδάμε και του
είπα ‘γιατί είχαμε Τούρκους’ και αυτός τότε μου είπε ‘σήμερα έχουμε Τούρκους;’
Και εγώ του απήντησα ‘δεν ξέρω’. Τότε άρχισε να με βρίζη.
Κατόπιν έπαιρναν έναν-έναν φοιτητήν οι αστυνομικοί. Εμένα με ωδήγησαν εις τον
4ον όροφον, όπου εκεί ήτο ο κατηγορούμενος Γ.Α., ο Α.Σ., ο Λ.Π. και άλλοι
αστυνομικοί, αφού με πέταξαν κάτω μου πέρασαν τα πόδια μέσα σε μια καρέκλα και ο
κατηγορούμενος Λ.Π. μου κρατούσε τα πόδια παραπάνω από τους αστραγάλους και ο
κατηγορούμενος Γ.Α. με κτυπούσε με ένα ξύλο το οποίον είχε μήκος ένα μέτρο η δε
διάμετρος αυτού ήτο 2,5-3 εκατοστά εις τα πέλματα των ποδών μου. Το ξύλο αυτό το
σήκωνε ψηλά και έπαιρνε φόρα προκειμένου να μη κτυπήση, μάλιστα ενθυμούμαι
χαρακτηριστικά ότι σε μία στιγμή που τράβηξα τα πόδια μου κτύπησε το ξύλο σε ένα
πλευρό της καρέκλας και έσπασε τούτο. Ο κατηγορούμενος Γ.Α. με κτυπούσε κατ’
αυτόν τον τρόπον επί τρία τέταρτα της ώρας και αυτός ήτο ο φάλαγξ που μου
έκαμαν. Κατά την ώραν του μαρτυρίου του φάλαγγος ο κατηγορούμενος Α.Σ. ήτο
παρών. Με κτυπούσαν και μου έλεγαν να παραιτηθώ από μέλος της απεργιακής
επιτροπής των φοιτητών, αλλά επειδή εγώ ηρνούμην να πράξω τούτο μου έλεγαν τούτο
‘θα σε κτυπούμε μέχρι να μας πης ότι θα παραιτηθής’ και οι τρεις κατηγορούμενοι.
Όταν σηκώθηκα από κάτω με έβαλαν να κάνω τροχάδην και ο κατηγορούμενος Γ.Α. με
κτυπούσε με μία βέργα ξύλινη στις παλάμες, στους μηρούς και στην πλάτη. Το
τροχάδην πιστεύω με έβαλαν να το κάνω προκειμένου να κυκλοφορήση το αίμα εις τα
πόδια μου. Μάλιστα όταν κατόπιν με επήγαν σε ένα δωμάτιο ο κατηγορούμενος Α.Σ.
μου είπε ‘τα ήθελες και τα έπαθες’. Μετά από το δωμάτιο αυτό που με είχαν, με
πήρε ο κατηγορούμενος Γ.Α. να δώσω κατάθεσι, εκεί όμως δεν με κτύπησε. Εγώ
εζήτησα δικηγόρο προκειμένου ν’ απολογηθώ, τον κ. Στεφανόπουλον, αλλά δεν μου
επέτρεψαν και την άλλη ημέρα με παρέπεμψαν στο αυτόφωρο, αλλά επειδή εγένοντο
διαδηλώσεις από τους φοιτητάς ανεβλήθη η δίκη για να γίνη την 10/8/1973. Λέγω
ότι με εκτυπούσαν προκειμένου να μου πάρουν κατάθεσιν, δηλαδή να ωμολογήσω
προκειμένου να με παραπέμψουν εις δίκην με κατηγορία ότι προέτρεπα τους
συμφοιτητάς μου εις απεργίαν. Όταν μου έπαιρνε κατάθεσι ο Γ.Α. έγραφε ότι ήμουν
μέλος της επιτροπής, ότι είχα πάει εις την λέσχην και εις το Πανεπιστήμιον, την
οποία κατάθεσιν εγώ θα την υπέγραφα. Αυτά που έγραφε εις την κατάθεσίν μου ήσαν
αλήθεια.
Με κτυπούσαν προκειμένου να με εξουθενώσουν και να με βγάλουν από την επιτροπήν
του απεργιακού αγώνος. Ο πρώτος λόγος που κτυπούσαν ήτο να παραιτηθώ από μέλος
της επιτροπής κι ο δεύτερος λόγος να μη αρνηθώ να καταθέσω εις τον Γ.Α.. Οι Γ.Α.
και Λ., εκτός από τας εντολάς που έπαιρναν από το κέντρον, ανέπτυσσαν και ιδικήν
των πρωτοβουλίαν, αλλά το κέντρον τα ανεχότανε αυτά που έκαναν.
Τι ώρα με εκτύπησαν εις τον 4ον όροφον δεν ενθυμούμαι, διότι μας είχαν πάρει τα
ωρολόγια όταν μπήκαμε μέσα εις την Ασφάλεια. Εκτός από εμένα μέσα εις την
Ασφάλεια εδάρησαν και άλλοι φοιτηταί. Εμένα με εκτύπησαν ημέραν Παρασκευήν προς
Σάββατον και την Δευτέρα επήγα εις τον ιατρόν Τσ. εις το ιατρείον του το οποίο
ευρίσκεται επί της Κορίνθου προκειμένου να με εξετάση».
Η παρέμβαση Σανιδά
Στο σημείο αυτό ο εισαγγελέας κ. Σανιδάς διέκοψε την κατάθεση, προκειμένου να
σημειώσει μια αντίφαση που είχε κατά τη γνώμη του η εξιστόρηση του κ.
Πουντουράκη, ότι δηλαδή στην προδικασία είχε δηλώσει ότι εξετάστηκε στο Γενικό
Νοσοκομείο Πατρών και όχι σε ιδιωτικό ιατρείο. Μάλιστα κατά τον κ. Σανιδά το
σημείο αυτό ήταν τόσο σοβαρό ώστε χρειαζόταν να εξεταστεί αμέσως ο ιατρός. Το
δικαστήριο διέκοψε την κατάθεση του κ. Πουντουράκη για να εξετάσει το αίτημα του
εισαγγελέα. Όταν συνέχισε, ο μηνυτής ανέφερε ότι στον γιατρό πήγε μόνο για το
τραυματισμένο χέρι του που υποχρεώθηκε να κρατά σε νάρθηκα. Αλλά τα σοβαρότερα
χτυπήματα ήταν στα πέλματα:
«Οταν μου έκαναν φάλαγγα δεν μου έβγαλαν τα παπούτσια και τούτο είναι πιο
επικίνδυνο. Πριν του φάλαγγος συνήντησα τον Α.Σ. και με απειλούσε ότι θα με
τσακίση αν δεν σταματήσω τη δραστηριότητά μου. Μετά τον φάλαγγα μου πήραν
κατάθεσιν. Την κατάθεσιν την έπαιρναν μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας. Από την λέσχην
τότε συνελήφθησαν 12-13 άτομα και παρεπέμφθησαν εις το δικαστήριον μόνον 8
άτομα. Η σύλληψις όμως τότε έγινε κατ’ επιλογήν. […] Κατά την ώραν του φάλαγγος
με ερωτούσαν αν θα παραιτηθώ από μέλος της απεργιακής επιτροπής».
Στη συνέχεια εξετάστηκε ο γιατρός Ν. Τσ., ο οποίος ήταν καθηγητής στο τοπικό
Νοσοκομείο. Και πάλι ο εισαγγελέας κ. Σανιδάς δεν έμεινε ικανοποιημένος από την
κατάθεσή του και παρά το γεγονός ότι υπήρχε σχετική ιατρική βεβαίωση, ζήτησε
«όπως προσαχθώσιν τα βιβλία του Νοσοκομείου Πατρών, προκειμένου να διαπιστωθή
εάν εισήχθη εις το ίδρυμα τούτο κατά μήνα Μάρτιον 1973 και ενοσηλεύθη ο περί ου
πρόκειται παθών, Ιωάννης Πουντουράκης, διατασσομένης της κατασχέσεώς των».
Την καταγγελία του Γιάννη Πουντουράκη επιβεβαίωσαν οι μάρτυρες κατηγορίας που
εξετάστηκαν. Ο Δημήτρης Δημητριάδης διηγήθηκε πώς τον συνέλαβαν κι αυτόν στη
Λέσχη και τον μετέφεραν μαζί με τον Πουντουράκη στην Ασφάλεια. «Εκεί ήσαν 15-20
αστυνομικοί, οι οποίοι μας εξάπλωσαν κάτω και μας κτυπούσαν με κλωτσιές και με
τα κλοπς μας κτυπούσαν στα χέρια και σε άλλα σημεία του σώματος. […] Τον
Πουντουράκη τον πήραν πρώτα και του έκαναν φάλαγγα. […] Ο φάλαγξ είχε σκοπό να
μας αποσπάσει ομολογίες». Τον βασανισμό επιβεβαίωσαν και οι φοιτητές συγκάτοικοι
του Πουντουράκη Θανάσης Σπανός και Κώστας Καραγκιουρλής, ενώ ο Χριστόδουλος
Λέφας περιέγραψε τα πρησμένα πέλματα του συμφοιτητή του και εξήγησε ότι τον
βασάνισαν επειδή ήταν από τα ηγετικά στελέχη του κινήματος και στόχος της
χουντικής αστυνομίας ήταν να εκφοβίσει το φοιτητικό κόσμο.
Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν τρεις αστυνομικοί. Ο πρώτος, που υπηρετούσε ως
υπασπιστής στην αστυνομική διεύθυνση Πάτρας την περίοδο το 1973 δήλωσε ότι «ο
μηνυτής πρωτοστάτησε εις τα γεγονότα της Λέσχης» και ότι «αν όπως ισχυρίζεται
υπεβλήθη εις το μαρτύριον του φάλαγγος δια ποίον λόγον δεν παρεπονέθη τότε εις
τον Εισαγγελέα;» Ανάλογο ήταν το επιχείρημα και του δεύτερου μάρτυρα
υπεράσπισης, ο οποίος ήταν αξιωματικός υπηρεσίας κατά τη σύλληψη του Πουντουράκη:
«Σ’ εμένα δεν παρεπονέθη κανείς ότι εκακοποιήθη».
Οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί αρνήθηκαν την κατηγορία. Ο επικεφαλής Α.Σ. άφησε
το ενδεχόμενο «να κτυπήθηκε στην Λέσχη από καμιά κλοπιά αστυνομικού» (ένα είδος
ζαρντινιέρας της εποχής), αλλά απέκλεισε να χτυπήθηκε μέσα στην Ασφάλεια: «Ο
Πουντουράκης και ανακρινόμενος ουδέν καν κατέθεσεν ότι ήτο κτυπημένος». Μ’ άλλα
λόγια δεν είπε στους βασανιστές του ότι τον βασάνισαν…
Η δικαστική απόφαση
Τελικά ο κ. Σανιδάς μέχρι τέλους διατήρησε την ίδια στάση. Βασισμένος σ’ αυτά
που ονόμασε αντιφάσεις μεταξύ των διαδοχικών καταθέσεων του μηνυτή, πρότεινε την
ενοχή μόνο του Γ.Α. «δι’ απλήν σωματικήν βλάβην, κατ’ επιτρεπτήν μεταβολήν της
κατηγορίας, την απαλλαγή δε του συγκατηγορουμένου του Λ.Π., δεχόμενος ότι δεν
ετελέσθη το μαρτύριον του φάλαγγος, εις βάρος του παθόντος Ιωάννη Πουντουράκη.
Ωσαύτως επρότεινε την απαλλαγήν απάντων των κατηγορουμένων διά την πράξιν της
καταχρήσεως εξουσίας, εις βάρος του ως άνω παθόντος, καθ’ όσον αύτη δεν ετελέσθη».
Τελικά το δικαστήριο δεν δέχτηκε την –ουσιαστικά απαλλακτική- πρόταση του κ.
Σανιδά και δεν μετέτρεψε την κατηγορία. Με την απόφασή του απέρριψε και τα
επιχειρήματα του εισαγγελέα περί αντιφάσεων:
«Οι κατηγορούμενοι κατά τον κρίσιμον ώδε χρόνον της 16 Μαρτίου 1973 ετύγχανον
αξιωματικοί της αστυνομίας πόλεων, υπηρέτουν δε εν Πάτραις. Κατά την άνω
ημεροχρονολογίαν υπό των φοιτητών του εν Πάτραις Πανεπιστημίου εξεδηλώθη, εκτός
των άλλων, άμα και διά καταλήψεως υπ’ αυτών της φοιτητικής λέσχης, αντίδρασις
κατά του τότε καθεστώτος. Αι αστυνομικαί αρχαί συνέλαβον, εκτός των άλλων, κατά
την άνω ημεροχρονολογίαν λόγω των φοιτητικών ως άνω αντιδράσεων και τον μηνυτήν
Ιωάννην Πουντουράκην, φοιτητήν του ενταύθα Πανεπιστημίου. Ούτος ήτο, κατά τον
άνω χρόνον, εκ των ιθυνόντων των φοιτητικών εκδηλώσεων. Μετά την σύλληψίν του ο
μηνυτής, μετά των άλλων συλληφθέντων, προσήχθη εις το κατάστημα της ασφαλείας,
ίνα, μετά σχηματισμόν της δικογραφίας, προσαχθή αρμοδίως. Εις το περί ου
πρόκειται κατάστημα, οι εκ των κατηγορουμένων Γ.Α. και Λ.Π. εξηνάγκασαν τον
μηνυτήν όπως ‘ξαπλώση’ επί του δαπέδου γραφείου τινος. Είτα εξηνάγκασαν οι
ανωτέρω τον μηνυτήν να θέση τους πόδας του εις το διάκενον του οπισθίου τμήματος
(πλάτης) καθίσματος τινος. Εν συνεχεία ο εκ των κατηγορουμένων Γ.Α. ήρξατο διά
χάρακος τινος να κτυπά μετά δυνάμεως τα πέλματα του μηνυτού. Ο έτερος των
κατηγορουμένων εκράτει, καθ’ όλην την διάρκειαν των άνω κτυπημάτων τους πόδας
του μηνυτού. Το τοιούτον (καταφορά κτυπημάτων) διήρκεσεν επί 45 λεπτά της ώρας.
Μετά ταύτα ο ρηθείς Γ.Α. εκτύπησε πολλάκις τον μηνυτήν διά ξυλίνης βέργας εις
τους μηρούς, πλάτην, κλπ. Συνεπεία των κτυπημάτων τούτων ο μηνυτής υπέστη
μώλωπας, σκληρύνσεις και οιδήματα. Η τοιαύτη συμπεριφορά των άνω κατηγρουμένων
απεσκόπει εις την καταπτόησιν του μηνυτού με την απωτέραν επιδίωξιν όπως ούτος
παύση ασχολούμενος με την, κατά του τότε καθεστώτος, κίνησιν των φοιτητών. Διά
της τοιαύτης συμπεριφοράς των κατηγορουμένων δεν εσκοπείτο η λήψις καταθέσεώς
τινος του μηνυτού. Πάντα ταύτα προκύπτουν εκ της σαφούς καταθέσεως του μηνυτού,
πλήρως συνεπικουρουμένης υπό των καταθέσεων των λοιπών μαρτύρων κατηγορίας, ιδία
του Δημητρίου Δημητριάδη, και είναι αληθές ότι ο μηνυτής περιέπεσεν εις
αντιφάσεις τινάς, ιδία αν εξητράσθη υπό ιατρού εις το εν Πάτραις κρατικώ
Νοσοκομείω ή εν ιδιωτικώ ιατρείω, ουχ ήττον απεδείχθη περιτράνως, εκ σχετικής
βεβαιώσεως της διευθύνσεως του αυτού νοσοκομείου ότι ο μηνυτής και διαληφθείς
μάρτυς εξητάσθησαν, κατά την 20 μαρτίου 1973, εν τω άνω Νοσοκομείω (ούτοι είναι
εγγεγραμμένοι εις τα άνω βιβλία υπ’ αύξοντας αριθμούς 673 και 674/20-3-1973). Η
κατάθεσις του μηνυτού και των λοιπών μαρτύρων κατηγορίας εξ ουδενός στοιχείου
αναιρείται. Τα άνω κτυπήματα λόγω της μεθ’ ην κατεφέρθησαν δυνάμεως και του
χρόνου διαρκείας των, ηδύναντο να περιάγωσι τον μηνυτήν εις κίνδυνον ζωής και να
επιφέρουν εις αυτόν βαρείαν σωματικήν βλάβην. Κατ’ ακολουθίαν τούτων δέον να
κηρυχθή ένοχος ο εκ των κατηγορουμένων Γ.Α. επικινδύνου σωματικής βλάβης, ο δε
Λ.Π. ένοχος αμέσου συνεργείας εις την άνω πράξιν, άπαντες δ’ οι κατηγορούμενοι
αθώοι της δι’ ην κατηγορούνται πράξεως της καταχρήσεως εξουσίας».
Τελικά ο Γ.Α. καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών και ο Λ.Π. τεσσάρων μηνών με
αναστολή, ενώ ο προϊστάμενός τους Α.Σ. κηρύχθηκε αθώος.
Ασφαλώς ξενίζει τον σημερινό αναγνώστη οι χαμηλές ποινές που επιβλήθηκαν κι
ακόμα περισσότερο η επιμονή του σημερινού ανώτατου δικαστικού (που είχε
πρωτοδιοριστεί ως εισαγγελικός πάρεδρος στις 17/9/1971) να πέσουν στα μαλακά οι
βασανιστές αστυνομικοί. Όμως η δίκη αυτή της Πάτρας δεν αποτελεί εξαίρεση. Ολες
οι δίκες αστυνομικών που κατηγορήθηκαν για βασανιστήρια είχαν παρόμοια κατάληξη.
Όπως έχει επισημάνει ήδη από εκείνη την εποχή ο Γιώργος Καρράς, παρατηρήθηκε
τότε μια εντελώς διαφορετική μεταχείριση των βασανιστών που προέρχονταν από το
στρατό (η περιβόητη ΕΣΑ των Χατζηζήση-Θεοφιλογιαννάκου) σε σχέση με τους
προερχόμενους από την αστυνομία. Για τους πρώτους ασκήθηκε αυτεπάγγελτη δίωξη
και τα δικαστήρια τους επιφύλασσαν αυστηρές ποινές. Τα μέσα ενημέρωσης δεν
έπαψαν να τους παρουσιάζουν ως ανθρωπόμορφα τέρατα. Αντίθετα, για τους
αστυνομικούς βασανιστές χρειαζόταν μήνυση των θυμάτων και ακολουθούσε μια
επώδυνη διαδικασία με αβέβαιο αποτέλεσμα. Λίγες μέρες πριν από το δικαστήριο της
Πάτρας, στις 30/11/75, το Κακουργιοδικείο Χαλκίδας, από τους 14 κατηγορούμενους
αστυνομικούς της Ασφάλειας Αθηνών αθώωσε τους 6, απάλλαξε άλλους 4 λόγω
«εκπροθέσμου υποβολής μηνύσεως» και καταδίκασε μόνο 4 σε φυλάκιση λίγων μηνών με
αναστολή.
Ο λόγος αυτής της διαφοράς στην ποινική αντιμετώπιση των βασανιστών είναι απλός:
ενώ οι βασανιστές του στρατού είχαν υπερβεί το ρόλο τους, στρεφόμενοι μάλιστα
ακόμα και εναντίον ιεραρχικά ανωτέρων τους, οι βασανιστές της αστυνομίας έκαναν
(σε υπερβολικό βέβαια βαθμό) αυτό που είχαν μάθει να κάνουν και πριν τη
δικτατορία. Παρέμειναν δηλαδή στο πλαίσιο των καθηκόντων τους. Τα βασανιστήρια
δεν είναι έξω από την αστυνομική λογική. Δυστυχώς, τα συνεχιζόμενα κρούσματα
αστυνομικής βίας επιβεβαιώνουν ότι ο κανόνας εξακολουθεί να ισχύει.
Ο Μάρτης των φοιτητών στην Πάτρα
Οπως και στα άλλα Πανεπιστήμια της χώρας έτσι και στην Πάτρα η δικτατορία
επιχείρησε νόθες εκλογές τον Νοέμβριο του 1972. Η κίνηση αυτή έγινε κάτω από την
πίεση του φοιτητικού αντιδικτατορικού κινήματος το οποίο είχε αναπτυχθεί σε όλες
τις μεγάλες πόλεις με Πανεπιστήμια. Το διορισμένο από τη χούντα Δ.Σ. του
φοιτητικού συλλόγου της Πάτρας επιχείρησε να οργανώσει Γενική Συνέλευση των
φοιτητών στις 24 Οκτώβρη 1972. Οι συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών τελικά
αποχώρησε από τη Συνέλευση, καταγγέλλοντας μεθόδευση και περιφρόνηση κάθε
δημοκρατικής διαδικασίας. Στις εκλογές της 14 Νοέμβρη 1973 αποκαλύφθηκε ανοιχτά
η νοθεία που οργάνωσαν οι διορισμένοι σε συνεργασία με το σπουδαστικό της
ασφάλειας. Βρέθηκε το σχέδιο της νοθεία και τα σημαδεμένα ψηφοδέλτια σε τουαλέτα
του Πανεπιστημίου. Η απόπειρα νοθείας κατέληξε σε φιάσκο.
Όπως και στα άλλα Πανεπιστήμια, ακολούθησε συλλογή υπογραφών των φοιτητών με
αίτημα δημοκρατικές εκλογές. Κάτω από καθεστώς αστυνομοκρατίας συγκεντρώθηκαν
τελικά 512 υπογραφές. Η διοίκηση του Πανεπιστημίου υποχρεώθηκε να δώσει άδεια
για την πραγματοποίηση Γενικής Συνέλευσης. Στις 27 Φεβρουαρίου συγκεντρώθηκαν
τελικά σχεδόν οι μισοί από τις 3.000 φοιτητές της Πάτρας, σε μια πρωτοφανή σε
μαζικότητα και διάρκεια (16-17 ώρες) συνέλευση. Οι φοιτητές αποφάσισαν αποχή από
τα μαθήματα.
Λίγες μέρες αργότερα συνέβη το περιστατικό που οδήγησε στη σύλληψη και το
βασανισμό του Γιάννη Πουντουράκη που περιγράφουμε στις διπλανές στήλες. Η
διοίκηση αυτή το φορά αρνήθηκε να παραχωρήσει χώρο για Γενική Συνέλευση και έτσι
οι φοιτητές πραγματοποίησαν πορεία στο κέντρο της πόλης με κατάληξη τη Φοιτητική
Λέσχη στη γωνία Πατρέως και Δημητρίου Υψηλάντου. Όπως αναφέρουν οι Γιώργος
Βασιλακόπουλος και Χρήστος Αλεξόπουλος, «ήταν η πρώτη μαζική πορεία στους
δρόμους της Πάτρας, όπου για πρώτη φορά ακούγονται συνθήματα κατά της Χούντας
και κάλεσμα για συμπαράσταση από τους πολίτες. Οι φοιτητές τραγουδώντας το ‘Πότε
θα κάνει ξαστεριά’ κλείνονται τελικά στην Λέσχη και αρνούνται να αποχωρήσουν
παρά τις απειλές και τα τελεσίγραφα της αστυνομίας. Στη βίαιη εκκένωση από την
Ασφάλεια και την Αστυνομία που ακολούθησε γίνονται πολλοί ξυλοδαρμοί και
συλλήψεις. Τελικά παραπέμπονται σε δίκη 8 φοιτητές».
Ενας από τους συλληφθέντες είναι και ο Γιάννης Πουντουράκης, πρόεδρος τότε του
Συλλόγου Κρητών Φοιτητών στην Πάτρα και μέλος της πενταμελούς επιτροπής που
εκλέχθηκε από τη Γενική Συνέλευση του Φεβρουαρίου.
Αντιγράφουμε από την εφημερίδα «Ημέρα» της 17/3/1973:
«Φοιτητικά επεισόδια εσημειώθησαν χθές εις την πόλιν μας και διά πρώτην φοράν
κατά το 15θήμερον της αποχής των ηναγκάσθη να επέμβη η Αστυνομία. Την πρωίαν
εθυροκολλήθη εις την είσονδον του επί της οδού Κορίνθου παραρτήματος του
Πανεπιστημίου η ακόλουθος ανακοίνωσις: Η είσοδος εντός του χώρου του
Πανεπιστημίου επιτρέπεται μόνον εις τους επιθυμούντας να παρακολουθήσουν
μαθήματα, ασκήσεις, φροντιστήρια και εργαστήρια». Οι φοιτητές που προσέρχονταν
παρεμποδίζονταν από τους διορισμένους του χουντικού συλλόγου. Σε λίγη ώρα
συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες διαμαρτυρόμενοι φοιτητές. «Από του απέναντι
πεζοδρομίου παρηκολούθουν τας σκηνάς μερικοί αστυνομικοί εν πολιτική περιβολή,
χωρίς όμως να επέμβουν».
Ακολούθησε πορεία των φοιτητών: «Ετραγούδησαν το παλαιό δημοτικό τραγούδι της
Κρήτης ‘Πότε θα κάνη ξαστεριά’. Όταν έφθασαν στη Φοιτητική Λέσχη και πριν
εισέλθουν εις αυτήν ηκούσθησαν τα συνθήματα ‘Συμπαράσταση Λαέ’, ‘Ελευθερία’,
‘Φοιτηταί Ελεύθεροι’, ‘Ενας είναι αρχηγός, ο κυρίαρχος λαός’, και ‘Είμαστε η
δύναμις’». Στη συνέχεια οι φοιτητές μπήκαν στη Λέσχη και οχυρώθηκαν. «Τελικώς οι
αστυνομικοί έθραυσαν την θύραν και τους εκάλεσαν εκ νέου να εγκαταλείψουν το
κτίριον. Οι φοιτηταί ηρνήθησαν κατ’ αρχήν, τελικώς όμως, μετά από σύστασιν
συναδέλφων των, εδέχθησαν να απέλθουν ησύχως. Παρά την έξοδον του κτιρίου
συνελήφθησαν, ενώ επέστρεφον εκ του Πανεπιστημίου, όπου συνηντήθησαν με τον
(αντιπρόεδρο) κ. Γούδαν, εις την λέσχην, οι φοιτηταί κ.κ. Αντ. Τσουρινάκης, Ιω.
Πουντουράκης, Κ. Βογιατζής και η δ. Τζόγια Καππάτου, μέλη της επιτροπής των
φοιτητών».
Τελικά παραπέμφθηκαν σε δίκη για «απείθεια» οκτώ συνολικά φοιτητές, οι
προαναφερθέντες και οι Δ. Ταγκαλάκης, Βελ. Μουντράκης, Νικ. Ηλιόπουλος, Δημ.
Δημητριάδης. Η δίκη έγινε στις 10 Αυγούστου, με μάρτυρες υπεράσπισης καθηγητές
που υποστήριξαν ότι η φοιτητική λέσχη είναι χώρος ασύλου και δεν επιτρέπεται
αστυνομική παρέμβαση. Μόνοι οι τέσσερις τελευταίοι καταδικάστηκαν σε 25 ημερών
φυλάκιση. Βασικός μάρτυρας κατηγορίας ο αξιωματικός της Ασφάλειας Α.Σ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Ολύμπιου Δαφέρμου
«Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, 1972-1973»
(Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1992)
Καταγραφή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του αντιδικτατορικού φοιτητικού
κινήματος.
Γιώργος Βασιλακόπουλος, Χρήστος Αλεξόπουλος
«Ιστορική αναφορά για το αντιδικτατορικό κίνημα της Πάτρας»
Συνοπτικό χρονικό, με αναφορές στα γεγονότα που συνδέονται με τη δίκη των
βασανιστών.
Δημήτρης Κοσμόπουλος
«Δικτατορία και Αντίσταση στην Πάτρα (1967-1974)»
(εκδ. Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης, Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, Πάτρα 2003)
Ιστορική καταγραφή και ντοκουμέντα από την αντιδικτατορική αντίσταση στην Πάτρα
με εκτενείς αναφορές στο φοιτητικό κίνημα της πόλης.
Γιώργος Καρράς
«Οι δίκες των βασανιστών και η εσωτερική λογικής τους»
(Ο Πολίτης, τ. 6, Νοέμβρης 1976)
Ανάλυση των δικών κατά βασανιστών της χούντας και ερμηνεία του φαινομένου να
καταδικάζονται οι στρατιωτικοί αλλά να αθωώνονται οι αστυνομικοί βασανιστές.
Π. Ροδάκης (διευθυντής εκδόσεως)
«Οι δίκες των βασανιστών της επταετίας»
(εκδ. Δημοκρατικοί Καιροί, Αθήνα 1976)
Τα πρακτικά των σημαντικότερων δικών για βασανιστές της χούντας. Περιλαμβάνονται
οι δυο δίκες για τα βασανιστήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ, οι βασανισμοί στο «Ελλη» και η
δίκη των βασανιστών της Ασφάλειας Αθηνών.
ΔΕΙΤΕ
«Η δίκη των βασανιστών»
του Θεοδόση Θεοδοσόπουλου (1982)
Ντοκιμαντέρ με πλάνα από τη δίκη των βασανιστών του ΕΑΤ-ΕΣΑ.
ΣΥΝΔΕΘΕΙΤΕ
Γενιά του Αντιδικτατορικού
Φοιτητικού Κινήματος της Πάτρας (1967-74)
http://arcadia.ceid.upatras.gr/afkpatras
Συλλογική δικτυακή προσπάθεια παλιών στελεχών του αντιδικτατορικού φοιτητικού
κινήματος της Πάτρας, όπου συγκεντρώνεται ιστορικό υλικό, ντοκουμέντα,
φωτογραφίες και κείμενα.
Ελευθεροτυπία, 19/4/2009