ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ: ΟΙ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ

 

1.  2.

 

ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ


ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ. Ο φόβος του Ελληνα-μπαμπούλα είχε καλλιεργηθεί στην Αυστραλία πολύ καιρό προτού αρχίσει η συστηματική μετανάστευση Ελλήνων στη χώρα. Οπως αναφέρει ο Α. Τάμης (σ. 82), οι εφημερίδες της Αυστραλίας καλούσαν ήδη από το 1824 τις μητέρες να συμβουλεύουν τα παιδιά τους πώς να αποφεύγουν τους "Ελληνες αλήτες που περιφέρονταν στους δρόμους του Σίδνεϊ".

ΚΑΒΓΑΔΕΣ. Οταν το 1915 απήργησαν στο Ντάργουϊν οι υπάλληλοι και μάγειροι των ξενοδοχείων, η μικρή ελληνική κοινότητα της πόλης βρέθηκε στο στόχαστρο των "ντόπιων" εργαζομένων. Τα ελληνικά εστιατόρια είχαν δει την πελατεία τους να αυξάνεται στη διάρκεια της απεργάις, ενώ μετά το τέλος της πολλές θέσεις καλύφθηκαν από Ελληνες. Οι εφημερίδες της εποχής αναφέρουν επεισόδια μεταξύ των ενδιαφερομένων, "στα οποία πρωταγωνίστηκαν ορισμένοι λευκοί και Ελληνες" (Gilchrist, τ. Α΄, σ. 28-29). Η διάκριση μεταξύ "λευκών" και "Ελλήνων" συνιστά εύγλωττη μαρτυρία για το πώς έβλεπαν οι Αυστραλιανοί τους Ελληνες μετανάστες.

ΑΠΟΡΡΗΤΑ. Το 1916 οι αυστραλιανές αρχές διέταξαν μίαν άκρως απόρρητη απογραφή των Ελλήνων που ζούσαν στη χώρα, για το ενδεχόμενο που η Ελλάδα θα προσχωρούσε στο αντίπαλο στρατόπεδο. Το σχέδιο ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες οπότε στο κεντρικό Γραφείο Πληροφοριών συγκεντρώθηκαν κατάλογοι, συχνά βασισμένοι στο κουτσομπολιό των γειτόνων, με το όνομα, τη διεύθυνση και την επαγγελματική ιδιότητα 2.398 Ελλήνων. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, απόρρητο βρετανικό τηλεγράφημα συνιστούσε στην αυστραλιανή κυβέρνηση, σε περίπτωση που η Ελλάδα εμπλεκόταν σε πόλεμο με τη Βρετανία, να μη μεταχειριστεί ως εχθρούς τους οπαδούς του Βενιζέλου, αλλά μόνο τους Κωνσταντινικούς (Gilchrist, τ. Α΄, σ. 16-19). 

ΕΘΝΟΤΟΠΙΚΑ. Από επιστολή που έστειλε το 1916 ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στο Σίδνεϊ Σάμιουελ Κοέν προς τον πρωθυπουργό της χώρας, σε μια προσπάθεια να σταματήσει τις επιθέσεις κατά των Ελλήνων μεταναστών: "Παρόλο που ξέρω πως η ατυχής κατάσταση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει πολλούς ανάμεσά μας, μπορώ να σας διαβεβαιώσω από τις προσωπικές επαφές που είχα με τους Ελληνες σε τούτη την Πολιτεία, αλλά και από ό,τι πληροφορούμαι για άλλες, ότι μολονότι κάποιοι είναι αναμφισβήτητα βασιλικοί, η πλειονότητά τους, όπως προκύπτει και από τα πιστοποιητικά που εκδίδω από καιρού εις καιρόν, προέρχονται από τα νησιά και είναι φανατικοί Βενιζελικοί. Επίσης, γεγονός ακόμη σημαντικότερο, είναι εξαιρετικά πιστοί στο κράτος μας και σαφώς αγγλόφιλοι" (Gilchrist, τ. Α΄, σ. 25-26). 

ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ. Σπαζοκεφαλιά για τις "φυλετικές" ταξινομήσεις των αυστραλιανών αρχών αποτέλεσε το 1929 η περίπτωση των "Ιταλών υπηκόων ελληνικής φυλής", δηλαδή των Ελλήνων που προέρχονταν από τα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα. Τελικά, η αυστραλιανή γραφειοκρατία έδειξε ιδιαίτερη εύνοια προς τις γυναίκες. Σύμφωνα με την τελική της απόφαση, η είσοδος επιτράπηκε στις Ελληνίδες που διέθεταν ιταλικό διαβατήριο, ενώ απαγορεύτηκε στους άνδρες κατόχους ιταλικών πιστοποιητικών.


Οι ομογενείς πειρατές

Οπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, οι πρώτοι Ελληνες που αποίκισαν την Αυστραλία ήταν βαρυποινίτες, οι οποίοι εξορίστηκαν από τις βρετανικές αρχές περίπου ως δούλοι στη μακρινή ήπειρο γλιτώνοντας τα χειρότερα, δηλαδή την εκτέλεση. Αυτοί οι πρώτοι Ελληνες άποικοι ήταν επτά ναυτικοί που στάλθηκαν σιδηροδέσμιοι από την κυβέρνηση της Αυτής Μεγαλειότητος στην Αυστραλία τον Αύγουστο του 1829, μετά την καταδίκη τους για πειρατεία. Ηταν το πλήρωμα της σκούνας "Ηρακλής" που είχε κουρσέψει το βρετανικό εμπορικό μπρίκι "Αλκηστη" στις 29 Ιουλίου 1827 έξω από τη Μάλτα. Πλοίαρχος του ελληνικού πλοίου ήταν ο Αθηναίος Αντώνης Μανώλης, και το πλήρωμά του αποτελούσαν οι Υδραίοι Δαμιανός Νινής, Γκίκας Βούλγαρης, Γεώργιος Βασιλάκης, Κωνσταντίνος Στρουμπούλης, Νικόλαος Παπανδρέου και Γεώργιος Λαρίτσος. Από τους Βρετανούς είχαν πάρει το μεγαλύτερο μέρος του φορτίου τους (πιπέρι, σκοινιά, σκεύη, θειάφι), χωρίς να πειράξουν τους ναυτικούς. Δυο μέρες αργότερα, η ελληνική σκούνα έπεσε πάνω στο γρήγορο βρετανικό πολεμικό Gannet, το οποίο εκτελούσε περιπολίες στα νότια της Κρήτης. Με τον έλεγχο, ανακαλύφτηκε η πειρατική λεία, και ο "Ηρακλής" οδηγήθηκε με το ζόρι στη Μάλτα. Εκεί οι έμποροι που είχαν προμηθεύσει την "Αλκηστη" αναγνώρισαν την πραμάτεια τους. Λίγες μέρες αργότερα επέστρεψε και το ίδιο το βρετανικό πλοίο στη Μάλτα και οι ναυτικοί του αναγνώρισαν τους πειρατές.

Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η οδύσσεια των επτά νεαρών Ελλήνων. Σε πέντε μήνες οδηγούνται στο ειδικό δικαστήριο της Μάλτας, όπου προεδρεύει ο αντιναύαρχος σερ Εντουαρντ Κόντρικτον. Τραγική ειρωνεία. Ο Κόντρικτον είναι βέβαια ο γνωστός ναύαρχος του αγγλικού στόλου, κατά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, που έσωσε την ελληνική επανάσταση τέσσερις μόλις μήνες νωρίτερα. Αλλά ο Κόντρικτον δεν είχε καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια στους Ελληνες και πολύ λιγότερο στους Ελληνες πειρατές. Είχε στείλει πέντε φορές έγγραφες διαμαρτυρίες προς την ελληνική επαναστατική ηγεσία και την είχε επισκεφτεί στο Ναύπλιο, ζητώντας την περιστολή της πειρατείας, απειλώντας να πάρει μέτρα. Στη δίκη, πάντως δυσκολεύτηκε να καταδικάσει το πλήρωμα του "Ηρακλή". Οι ένορκοι (τρεις Αγγλοι, τρεις Μαλτέζοι, τέσσερις Σικελοί, ένας Ισπανός και ένας Γάλλος) είχαν επηρεαστεί από την περιγραφή της επαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα και από το γεγονός ότι το πλοίο που υπέστη την πειρατεία κατευθυνόταν προς ένα εχθρικό για τους Ελληνες λιμάνι (την Αλεξάνδρεια). Τελικά οι θανατικές καταδίκες που επιβλήθηκαν δεν ήταν δυνατόν να εκτελεστούν. Το Λονδίνο αποφάσισε την μετατροπή των ποινών σε καταναγκαστικά έργα στην Αυστραλία.

Στο Σίδνεϊ οι επτά Ελληνες ορίστηκαν υπηρέτες των αποικιακών αρχών. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τη δράση τους στην Αυστραλία, όμως κάποιες πηγές μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πολύ γρήγορα αξιοποιήθηκαν οι ιδιαίτερες γνώσεις τους στην οινοποιϊα. Τελικά, το 1836, με βασιλική απόφαση, δόθηκε χάρη στους επτά ναυτικούς. Ηδη από το 1834, μετά την κήρυξη της ελληνικής ανεξαρτησίας, και κατόπιν ενεργειών των Υδραίων συγγενών τους, κινήθηκε η ελληνική διπλωματία για τον επαναπατρισμό των επτά. Την υπόθεση ανέλαβε προσωπικά ο Σπυρίδων Τρικούπης, και τελικά επιτεύχθηκε ελληνοβρετανική συμφωνία για την πλήρη απαλλαγή των ναυτικών και τη μεταφορά τους στην Ευρώπη. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε μόνο να καταβάλει τα έξοδα της μεταφοράς: 4.921 δραχμές.

Από τους επτά οι πέντε επέλεξαν να επιστρέψουν. Οι δυο που αποφάσισαν να παραμείνουν στην Αυστραλία και να πάρουν τη βρετανική υπηκοότητα ήταν ο Αντώνης Μανώλης και ο Γκίκας Βούλγαρης. Για τον πρώτο δεν είναι γνωστό παρά μόνο ότι εργάστηκε ως κηπουρός και πέθανε το 1880. Ο Βούλγαρης, όμως, είχε καλύτερη τύχη. Αλλαξε το όνομά του σε Τζίγκερ, παντρεύτηκε μια νεαρή Ιρλανδή και έκανε δέκα παιδιά και 52 εγγόνια, στους οποίους άφησε μια μικρή περιουσία. Οι απόγονοί του φτάνουν μέχρι τις μέρες μας, έχουν, όμως, πλέον ενταχθεί στην Ιρλανδική και την καθολική κοινότητα.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Αναστάσιος Μ. Τάμης "Ιστορία των Ελλήνων της Αυστραλίας" (τ.A΄ [1830-1958], εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1997). Η σύσταση, η οργάνωση και η εξέλιξη των ελληνικών κοινοτήτων στην Αυστραλία, γραμμένη από έναν καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο La Trobe της Μελβούρνης. Αν και η μελέτη εστιάζεται κυρίως στην εκκλησιαστική ιστορία της κοινότητας, περιλαμβάνονται σημαντικές πληροφορίες για τις ανθελληνικές ταραχές του 1915 και του 1934.

Hugh Gilchrist "Australians and Greeks" (Halstead Press, Vol. 1 [The early years] Melbourne 1992, Vol. 2 [The middle years] Melbourne 1997). Οι σχέσεις των Ελλήνων με την Αυστραλία και των Αυστραλών με την Ελλάδα σε μια αναλυτική εξιστόρηση που δεν παραραλείπει τις δυσάρεστες πλευρές, όπως τις ανθελληνικές ταραχές του μεσοπολέμου. Ο συγγραφέας υπήρξε πρεσβευτής της χώρας του στην Αθήνα κατά την περίοδο της δικτατορίας (1968-1972).

Michele Langfield "More people imperative. Immigration to Australia, 1901-39" (National Archives of Australia, Καμπέρα 1999). Παρουσίαση της μεταναστευτικής πολιτικής της Αυστραλίας πριν από το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, με βάση τα κρατικά αρχεία της χώρας. Σποραδικές αναφορές στην αντιμετώπιση των Ελλήνων ως "ενίοτε ημιέγχρωμων" μεταναστών β΄ κατηγορίας, στην ίδια κατηγορία με τους Αλβανούς και τους Γιουγκοσλάβους.

Στέλιος Κουρμπέτης "Εωθινόν. Η ιστορία της ελληνικής αριστεράς της Αυστραλίας, 1915-1955" (Μελβούρνη 1992). Η πρώτη επαφή των "ανεπιθύμητων" ελλήνων μεταναστών με το κομμουνιστικό κίνημα της χώρας, με βάση κυρίως μαρτυρίες αγωνιστών της εποχής. Σκιαγράφηση του εχθρικού κλίματος απέναντι στους "dagoes" αλλά και της αρνητικής στάσης της ελληνορθόδοξης εκκλησιαστικής ηγεσίας απέναντι σε οποιεσδήποτε διεκδικήσεις.



ΔΕΙΤΕ

Φοβού τους Ελληνες
του Τζον Τατούλις (1999). Διακωμώδηση της μεταφύτευσης των "καθυστερημένων" ηθών του ελλαδικού χώρου στους αντίποδες, μέσα από μια ιστορία κρητικής βεντέτας που ξετυλίγεται από τον Ψηλορείτη ώς τη Μελβούρνη.

(Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 1/10/2000)

www.iospress.gr                                                    ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ