20 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ


Το αίνιγμα της Ουλρίκε Μάινχοφ

1.  /  2.

 
Το κυνήγι του εγκληματία

Η τηλεοπτική εκπομπή "Εκκρεμείς υποθέσεις" είναι μία χονδροειδής μαζική απάτη. Μια φορά το μήνα, Παρασκευή βράδυ, μερικά εκατομμύρια γερμανοί και αυστριακοί τηλεθεατές ξεκινούν για το κυνήγι του εγκληματία/ βοηθούν την αστυνομία να ανακαλύψει ανθρώπους εναντίον των οποίων εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης. (...) Η απάτη είναι διπλή: Κατά πρώτον μεταδίδεται στον κόσμο η εντύπωση -γι' αυτό, λέει ο παρουσιαστής της Εντουαρντ Τσίμερμαν, είναι τόσο αγαπητή η εκπομπή- ότι εδώ συμβαίνει πραγματικά κάτι, εδώ δεν λέγονται μόνον κουβέντες, εδώ το νταραβέρι είναι πραγματικό. Κατά δεύτερον, οι άνθρωποι πείθονται ότι έχουν ενεργό ρόλο στα δρώμενα, ακριβώς γιατί επιτρέπεται να συμμετάσχουν και γιατί αυτό που συμβαίνει ταυτίζεται με το προσωπικό τους συμφέρον. Ο απατεώνας που καταφέρνουμε σήμερα να βάλουμε όλοι μαζί στο χέρι δεν θα μπορέσει αύριο να μας βλάψει. Η απάτη έγκειται στο ότι στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτε και ότι ο απατεώνας, ο δολοφόνος και ο κλέφτης που παρουσιάζεται, κατά πάσαν πιθανότητα -πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα- δεν πρόκειται να είναι εκείνος που αύριο θα με καθαρίσει. Από τα 45 άτομα που αναζητήθηκαν μέσω της εκπομπής συνελήφθησαν σε διάστημα ενός χρόνου τα 30. Τριάντα από τα χιλιάδες που κυκλοφορούν ελεύθερα. Ετσι δεν θα έπρεπε να γίνεται λόγος για καταπολέμηση της εγκληματικότητας, όπως ισχυρίζεται η εκπομπή. (...) Πώς λοιπόν υποκύπτει ο κόσμος στη μαγεία;
Ας ξεκινήσουμε από την ομολογία του Τσίμερμαν, από εκείνα που είπε ο ίδιος στην επετειακή δέκατη εκπομπή του για το τι θέλει, για το ποια είναι κατά τη δική του αντίληψη η αντικειμενική λειτουργία τούτης της εκπομπής. Εδώ γίνονται πράγματα, είπε, εδώ συμβαίνει επιτέλους κάτι. Και ακόμη: Αν δεν καταφέρουμε να φρενάρουμε την όλο και μεγαλύτερη εγκληματικότητα, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να εμφανιστεί και πάλι ένας ισχυρός άνδρας - όπως τότε. Τέλος, θα έπρεπε να σκεφτούμε και τα θύματα, τους κλεμμένους, τις βιασμένες, άνθρωποι είναι κι αυτοί.
Βέβαια πράγματα δεν συμβαίνουν, και η αυτενέργεια της μάζας των τηλεθεατών είναι απολύτως ανύπαρκτη. Ωστόσο η πρόταση της εκπομπής πρέπει να ανταποκρίνεται στην ανάγκη πολλών να βγουν για μια φορά από το ρόλο του εντολοδόχου στη δουλειά και του καταναλωτή στην ιδιωτική ζωή, να βγουν από τη μόνιμη αδυναμία που τους μετατρέπει σε μπαλάκι των άλλων, σε αντικείμενα ξένων συμφερόντων και όχι σε υποκείμενα της ίδιας τους της ζωής. (...)
Οι Γερμανοί βαρέθηκαν -όπως ξέρουμε- την πολιτική, μόνο ως εθνικοσοσιαλιστική μπορούν πλέον να φανταστούν την πολιτική στράτευση. Ερχεται λοιπόν ο κύριος Τσίμερμαν και τους λέει, πρέπει να βοηθήσετε στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας, αλλιώς θα έρθει ένας νέος Χίτλερ και θα το κάνει εκείνος στη θέση σας. Με άλλα λόγια, ο Χίτλερ ήταν κι αυτός ένας διώκτης της εγκληματικότητας, βέβαια ξεπέρασε τα όρια, γι' αυτό κι εμείς θα προλάβουμε τον επόμενο και θα καθαρίσουμε μόνοι μας το κράτος, κάθε ένας από εμάς κι ένας ισχυρός άντρας. Ετσι θα διασωθεί και η αίσθηση του μεγαλείου που προσέφερε στους Γερμανούς ο Χίτλερ. (...)
Τα θύματα, τέλος, οι κλεμμένοι, οι βιασμένες, είναι κι αυτοί άνθρωποι, ισχυρίζεται ο Τσίμερμαν. Αξιοπερίεργη διαπίστωση, καθώς κανείς δεν την έχει ποτέ αμφισβητήσει. Ακόμη πιο αξιοπερίεργη μάλιστα, καθώς συνδυάζεται με την απειλή του ισχυρού άνδρα, για τα θύματα του οποίου δεν λέγεται εδώ κουβέντα. Εδώ εξάλλου δεν αναζητούνται εγκληματίες πολέμου και ναζί.(...) Ο Τσίμερμαν προτείνει στους θεατές του να ταυτιστούν με τα θύματα απατεώνων, βιαστών, διαρρηκτών και πλαστογράφων. (...)
Ξέρουμε ότι εμείς οι Γερμανοί έχουμε περισσότερες δυσκολίες από άλλους με την καταπιεσμένη μας επιθετικότητα, γιατί εκείνους που πρέπει να μισούμε, αυτούς που καταπιέζουν και καταπίεσαν την επιθετικότητά μας - προϊστάμενους, γονείς, αυτούς εκεί πάνω-. δεν επιτρέπεται να τους μισήσουμε. Μισήσαμε τους Εβραίους και τους κομμουνιστές. Με τους Εβραίους δεν γίνεται πια, με τους κομμουνιστές -όπως φαίνεται- δεν τραβάει και πολύ, με τους φοιτητές μάς το απαγορεύει η κατ' επίφασιν δημοκρατία. Ο Τσίμερμαν μας προτείνει τους εγκληματίες. Τους αναγορεύει σε αποδιοπομπαίο τράγο της γερμανικής ιστορίας - γι' αυτό ήρθε ο Χίτλερ-, τους μετατρέπει σε αποδιοπομπαίο τράγο του παρόντος μας, εναντίον του οποίου μπορεί να εκλυθεί η πολιτική δυσφορία - έτσι, ώστε να μην έρθει κάποιος νέος Χίτλερ. (...)
Αλλά τι ξέρουν ο κύριος Τσίμερμαν και οι θεατές του για τις αιτίες της εγκληματικότητας; Τι ξέρουν ο κύριος Τσίμερμαν και οι θεατές του για τις ολέθριες συνθήκες του γερμανικού σωφρονιστικού συστήματος; Προφανώς τίποτε. Ετσι μπορούν να δαιμονοποιούν τους μικρούς και μεγάλους παραβάτες του νόμου των οποίων οι πράξεις είναι απλά πταίσματα, αν συγκριθούν με τα εγκλήματα του εθνικοσοσιαλισμού. (...)

ULRIKE MEINHOF
Από άρθρο της στο "Konkret", τεύχος 17, 1968.


ΟΙ ΜΕΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
: "Δεν αυτοκτονούν οι ιδεολόγοι μαχητές -αγωνιστές που έχουν ιδανικά, ανεξάρτητα αν έχουν δίκιο ή όχι στις αρχές τους, ούτε και στις πιο σκληρές περιστάσεις φρικώδους διαβιώσεώς τους. Και οι τρεις δολοφονημένοι Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρουν Ενσλιν και Γιαν Καρλ Ράσπε έχουν αποδείξει με την αυστηρή και σκληρή στάση τους μέσα στη φυλακή, υπομονή και ψυχική καρτερία και ότι δεν ήσαν από πάστα ανθρώπων αδυνάτου χαρακτήρος που χάνουν το ηθικό τους σε αντιξοότητες, οι οποίες αντιξοότητες, αντίθετα, χαλυβδώνουν τον αγωνιστικό χαρακτήρα.
Είναι απορίας άξιο πώς συνέβη η ταυτόχρονη αυτοκτονία τριών ανθρώπων φυλακισμένων που μέσα στα κελιά τους δεν μπορεί να υπάρχει ούτε καρφίτσα, όχι πιστόλια και συρμάτινα καλώδια. Κι είναι γνωστά τα φρικαλέα λευκά κελιά του Σταμχάιμ της Στουτγάρδης και η μέσα σ' αυτά διαβίωση.
Οσο για τους `διεθνώς ανεγνωρισμένους εμπειρογνώμονες' που επικαλείται (η πρεσβεία της Δυτ. Γερμανίας), καλύτερα να μην μιλάν γι' αυτούς όταν θέλουν να συγκαλύψουν ένα έγκλημα. Υπάρχουν παντού `Καψάσκηδες' και διεθνούς μάλιστα φήμης. Μ' ένα λόγο, εγώ δεν πείθομαι, όπως δεν έχω πεισθεί και για την `αυτοκτονία' της Μάινχοφ." (Απόσπασμα από δήλωση του τότε προέδρου του ΔΣΑ, 22.10.1977)

ΡΟΛΦ ΠΟΛΕ: "Την εποχή που γνώρισα την Ουλρίκε, εκείνη είχε στραφεί προς τον γυναικείο έρωτα. Ισως για λόγους παρόμοιους με εκείνους που έκαναν εμένα να στραφώ προς τον αντρικό έρωτα. Και οι δυο μεγαλώσαμε στις δεκαετίες του 40 και του 50, σε μια πατριαρχική, πουριτανική, μετά-φασιστική κοινωνία, με τους αντίστοιχους ρόλους των φύλων. Και τα παιδικά χρόνια αφήνουν τη σφραγίδα τους πάνω σε όλη τη ζωή. Ετσι, ίσως οι συνθήκες αυτές να μας έκαναν ανίκανους να φτιάξουμε ελεύθερες και ισορροπημένες ερωτικές σχέσεις με το άλλο φύλο, όπως τότε τις επιδιώκαμε.
Η αντίδραση της ομάδας σε αυτή την εξέλιξη της Ουλρίκε, της φίλης της και τη δική μου ήταν χαρακτηριστική. Το θέμα συζητήθηκε κατά κάποιον τρόπο πίσω από τις πλάτες μας και μας δόθηκε με περιφρόνηση η εντολή να μείνουμε και οι τρεις σ' ένα κοινό διαμέρισμα. Επικρατούσαν δηλαδή οι παραδοσιακές προκαταλήψεις εναντίον του ομοφυλόφιλου έρωτα που ζουν και βασιλεύουν ακόμα στις μέρες μας στη χώρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Σαπφούς."

ΠΕΤΕΡ ΜΠΡΙΚΝΕΡ: "Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω πώς κατέληξε η Ουλρίκε Μάινχοφ στη σκέψη ότι `στη συνείδηση του λαού η RAF έγινε κατανοητή ως αυτό που είναι: η πράξη, το αποτέλεσμα που προκύπτει λογικά και διαλεκτικά από την κατάσταση'. Χρησιμοποιεί τη λέξη 'λαός' με μια έννοια που αποκλείει τον πραγματικό λαό από το 'λαό'."

ΜΠΕΤΙΝΑ ΡΕΛ: Η 33χρονη κόρη της Μάινχοφ εκμυστηρεύεται στο περιοδικό 'Σπίγκελ' (τ. 29, 1985): "Θυμάμαι που όταν είμαστε μικρές τα παιδιά έπαιζαν στο δρόμο το παιχνίδι 'η συμμορία Μπάαντερ-Μάινχοφ'. Μιλούσαν για τον Αντρέας Μπάαντερ και την Ουλρίκε Μάινχοφ λές και επρόκειτο για κάποιους μανιακούς εγκληματίες που πυροβολούσαν συνέχεια με τα πιστόλια τους. Από τότε ένιωθα την πιεστική ανάγκη να τους εξηγήσω ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Οτι η Ουλρίκε Μάιχοφ υπήρξε μια απολύτως φυσιολογική μητέρα που ψήναμε μαζί πίτσα. Αλλά ήταν ισχυρότερη η αίσθηση ότι θα ήταν ανώφελο".

ΚΛΑΟΥΣ ΡΑΙΝΕΡ ΡΕΛ: Σύζυγος της Μάινχοφ το διάστημα 1961-68 και στέλεχος του παράνομου κομμουνιστικού κόμματος, ο Ρελ θυμάται τις επαφές τους με διανοούμενους της αριστεράς στις αρχές του '60: "Συναντιόμαστε στις ιδιωτικές βίλες τους, γεμάτες από παλιά έπιπλα και αναμνήσεις από τον ισπανικό εμφύλιο και πίναμε την καλή τους βότκα και το ωραίο τους ουίσκι. Τσακωνόμαστε για το σταλινισμό και ενθουσιαζόμαστε μαζί τους για τον αληθινό κομμουνισμό που κάποτε θα θριάμβευε σε πείσμα των γραφειοκρατών. Αυτές τις επισκέψεις δεν τις καλόβλεπε το `κόμμα' μας, αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, γιατί κι εκείνοι σύντροφοι ήταν."

ΟΥΛΡΙΚΕ ΧΑΝΑ ΜΑΙΝΧΟΦ: Γερμανίδα γλωσσολόγος που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ. Οταν το 1977 παντρεύτηκε και της δόθηκε η δυνατότητα να αλλάξει το όνομά της με το όνομα του συζύγου της ώστε να γλιτώσει από την επικίνδυνη συνωνυμία, η άρνησή της ("για φεμινιστικούς λόγους", όπως εξηγεί η ίδια), θεωρήθηκε από τις γερμανικές αρχές ως σαφής απόδειξη των "φιλοτρομοκρατικών" της συμπαθειών.

ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΧΑΙΝΕΜΑΝ: Ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας είχε το θάρρος το φθινόπωρο του 1974 να απευθύνει δημόσια έκκληση στη φυλακισμένη Μάινχοφ ζητώντας της να διακόψει την απεργία πείνας που την έφερε στο κατώφλι του θανάτου. Η πρόταση όμως συνοδευόταν από το γνωστό κλισέ ότι "η απεργία δεν σας απαλλάσσει από το καθήκον να δώσετε λόγο στη δικαιοσύνη". Η Μάινχοφ απάντησε ότι "μετά μια απομόνωση που διαρκεί επί χρόνια, μετά τρεις μήνες απεργία πείνας, μετά την υποχρεωτική σίτιση που συνιστά το πιο ωμό βασανιστήριο, μετά την εκτέλεση του Χόλγκερ Μάινς από την `Ομάδα Ασφαλείας' της Βόνης, μετά όλα αυτά, θα ήταν κυνική προσβολή εναντίον μας να φανταστεί κανείς ότι θα αρκεστούμε σε ορισμένες τροποποιήσεις του ειδικού καθεστώτος κράτησής μας". Η Μάινχοφ πρότεινε στον Χάινεμαν μια δεκαπεντάλεπτη συνάντηση που όμως εκείνος απέκλεισε κατηγορηματικά.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΤΣΗΣ: Από τον επίλογο του κειμένου του "Η Μάινχοφ νεκρή στα 'λευκά κελιά'" που δημοσιεύτηκε στις 16 Μαΐου 1976: "Ουλρίκε Μάινχοφ: η 'καλλιεργημένη αστή' που βρήκε στην επανάσταση την ανθρωπιά της. Και το θάνατο...". ("Σε μαύρο φόντο. Εφημεριδογραφήματα", Στοχαστής, σ. 184). Ο Γιώργος Βότσης, ο Μανόλης Γλέζος και ο Παναγιώτης Κανελλάκης ήταν οι τρεις Ελληνες που παρακολούθησαν την κηδεία των Μπάαντερ, Ενσλιν και Ράσπε τον Οκτώβριο του '77 στη Στουτγάρδη.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Peter Brückner "Ulrike Marie Meinhof und die deutschen Verhaltnisse"
(Wagenbach, Βερολίνο 1976). Ο θεωρητικός του αντιαυταρχικού κινήματος στη Γερμανία αναλύει "τη γερμανική κατάσταση" μέσα από τα κείμενα της Μάινχοφ.

Ρολφ Πόλε "Για τη Γερμανία της τρομοκρατίας" (Το Ποντίκι, 16.2.1996). Η ομιλία στο ινστιτούτο Γκέτε της Αθήνας του γνωστού νομικού-δημοσιογράφου που υπήρξε ο μόνος ο οποίος καταδικάστηκε με κύρια κατηγορία ότι συμμετείχε στη "συμμορία Μπάαντερ-Μάινχοφ".

Mario Krebs "Ulrike Meinhof" (εκδ. Rowohlt, Αμβούργο 1988). Εκτενής βιογραφία με σεβασμό στις πηγές.

Ulrike Marie Meinhof "Die Würde des Menschen ist antastbar" (εκδ. Wagenbach, Βερολίνο 1980). Ανθολόγηση δημοσιογραφικών κειμένων της Μάινχοφ της περιόδου 1959-1969.

Μπόμυ Μπάουμαν "Πώς άρχισαν όλα" (μετάφραση Κώστα Σκιδάλη, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 1986). Η ανατρεπτική κουλτούρα στο νεολαιίστικο κίνημα του Βερολίνου στα τέλη του '60. Το πέρασμα στη βία και την παρανομία.

KGMD "Καμπάνια ενάντια στο 'μοντέλο Γερμανία'" (εκδ. Λυσιστράτη, Αθήνα 1978). Μπροσούρα με στοιχεία για την περίοδο 1976-77 στη Γερμανία.


ΔΕΙΤΕ

Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ
( Ulrike Marie Meinhof) του Τίμωνα Κουλμάση (1994). Βιογραφικό πορτρέτο της Μάινχοφ με έμφαση κυρίως στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας και του κοινωνικού της περίγυρου πριν από το πέρασμα στην ένοπλη πάλη. Ματιά οικογενειακή και ως εκ τούτου ενδιαφέρουσα, αλλά χωρίς ιδιαίτερες πολιτικές αξιώσεις.

Μπάαντερ - Μάϊνχοφ, τα λευκά κελιά (Stammheim) του Ράινχαρντ Χάουφ (1986). Κινηματογραφική αναπαράσταση της δίκης των πρωτεργατών της RAF, με έμφαση στις εσωτερικές τριβές μεταξύ των κατηγορουμένων και προκατασκευασμένα συμπεράσματα. Πιο ενδιαφέρον το φινάλε με τα πραγματικά πλάνα από την κηδεία της Μάινχοφ.

Η τρίτη γενιά (Die dritte Generation) του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (1979). Το αδιέξοδο της RAF μέσα από την ειρωνική ματιά του γνωστού γερμανού σκηνοθέτη, επικεντρωμένη όπως πάντα στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων.

Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλούμ (Die verlorene Εhre der Katarina Blum) του Φόλκερ Σλέντορφ (1975). Η αντιτρομοκρατική υστερία στη Δ. Γερμανία του '70 και οι επιπτώσεις της στη ζωή των απλών ανθρώπων. Ταινία βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Χ. Μπελ.

(Ελευθεροτυπία, 5/5/1996)

 

www.iospress.gr                                   ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ