Αγγελική Σωτηροπούλου: επιστολή-κατηγορώ στην «Ε»

«Προσπάθησα να προστατεύσω το παιδί μου αλλά δεν τα κατάφερα»

Με επιστολή της από τον Κορυδαλλό η Αγγελική Σωτηροπούλου αντικρούει ως συκοφαντίες όλους τους χαρακτηρισμούς που της αποδόθηκαν από μέσα ενημέρωσης και κυρίως την κατηγορία ότι χρησιμοποίησε το παιδί της τη στιγμή της σύλληψής της. Περιγράφει την ασφυκτική πίεση των καναλιών στον ιδιωτικό της χώρο και την παραβίαση των προσωπικών στιγμών με το παιδί της. Δίνει, τέλος, μια διαφορετική εικόνα για τις συνθήκες κράτησής της, πολύ αλλιώτικη από αυτήν που διοχετεύεται ανωνύμως τις τελευταίες βδομάδες.

 
Επειδή διατηρώ ακόμη τα συνταγματικά μου δικαιώματα και δεν θα ήθελα να επιτρέψω σε κανέναν απ' αυτούς που παίζουν τις τύχες των ανθρώπων γιατί κρατούν ένα μικρόφωνο στο χέρι να με κρίνει ως μητέρα αποφάσισα να στείλω αυτήν την επιστολή για να καταγγείλω την αθλιότητα με την οποία με αντιμετώπισε ένα σημαντικό κομμάτι των media αυτή τη δραματική για τη ζωή μου περίοδο.

Από την 4 Ιουλίου που ανακρίθηκα για πρώτη φορά και έγινε γνωστό το όνομά μου μέχρι τη μέρα που προφυλακίστηκα δεν είχαμε εγώ και το παιδί μου μια ημέρα ηρεμίας. Επί 75 ημέρες δεν άνοιξα τα παντζούρια του σπιτιού μου. Υποχρεώθηκα να φύγω από το Βαρνάβα για να αποφύγω τις κάμερες. Αναγκάσθηκα να στείλω μακριά το παιδί μου για να αποτρέψω την έκθεσή του στα ΜΜΕ, που δυστυχώς τελικά δεν απέφυγα. Κοιμόμουν διαρκώς σε διαφορετικά σπίτια για να με χάνουν. Ολο αυτό το διάστημα δέχθηκα αφόρητη πίεση από μεγάλη μερίδα των δημοσιογράφων. 

Αλλοι μου πρόσφεραν τη φιλία και τη συμπάθειά τους για να τους μιλήσω, άλλοι με ενοχλούσαν συστηματικά, άλλοι με εκβίαζαν ωμά πως αν δεν τους κάνω δηλώσεις θα λένε ό,τι θέλουν για μένα. Αλλοι κυριολεκτικά με παρακαλούσαν για μια δήλωση, αυτοί που με κάνανε μετά θέαμα στα κανάλια. Και ενώ αρνιόμουν σταθερά τις προτάσεις τους, κατηγορήθηκα μέσα σ' όλα τ' άλλα ότι εγώ προκαλούσα και χρησιμοποιούσα τα Μέσα.

Προσπάθησα όλο αυτό το διάστημα να προστατεύσω το παιδί μου, προσπάθησα με κάθε τρόπο να το κρατήσω μακριά από την υπόθεση και να το προφυλάξω από τους δημοσιογράφους. Επανειλημμένως διαμαρτυρήθηκα με εξώδικα και προσφυγές σε σταθμούς, στο ΕΡΣ και στην Αρχή Προστασίας προσωπικών δεδομένων για να σταματήσει το ανελέητο κυνηγητό, χωρίς δυστυχώς να τα καταφέρω.

Κατάπληκτη διάβασα στις εφημερίδες την απάντηση-δικαιολογία που έδωσαν οι εκπρόσωποι των τηλεοπτικών σταθμών στον Πρόεδρο του ΕΣΡ για την έκθεση του παιδιού από τα δελτία ειδήσεων των σταθμών τους και γρήγορα η έκπληξη μετατράπηκε σε οργή. Αφού δεν μπορούν βέβαια να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με κατηγόρησαν ότι χρησιμοποίησα το παιδί κατά τη σύλληψή μου για να συγκινήσω τον κόσμο.

Με κατηγορούν οι υποκριτές ότι χρησιμοποίησα το παιδί μου. Αν ήθελα να το χρησιμοποιήσω θα το είχα κάνει κατά την πρώτη σύλληψή μου, αφού ήμουν βέβαιη ότι θα προφυλακισθώ με το κλίμα που υπήρχε. Οταν έμαθα την 12 Σεπτεμβρίου ότι εκδόθηκε ένταλμα εις βάρος μου άφησα το παιδί μου στο σπίτι όπου βρισκόμουν, όπου υπήρχε άτομο για να το φροντίζει και ξεκίνησα αμέσως για το γραφείο της συνηγόρου μου όπου συνάντησα τους αστυνομικούς που με συνέλαβαν μακριά από τις κάμερες χωρίς να δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα.

Αυτό ήταν το σφάλμα μου. Αυτοί που με κυνήγαγαν και έχασαν το θέαμα δεν μου το συγχώρεσαν. Από εκείνη τη στιγμή εγκαταστάθηκαν έξω από το σπίτι μου στο Βαρνάβα, περισσότερα από 20 άτομα, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες, δορυφορικές κεραίες, μεταδίδοντας συνεχώς εικόνες.

Από τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 14 Σεπτεμβρίου που αφέθηκα προσωρινά ελεύθερη και επέστρεψα στο σπίτι μου και μέχρι τη σύλληψή μου, δεν σταμάτησαν να μεταδίδουν δελτία όπου ανέφεραν την κάθε κίνησή μας. Μόλις έγινε γνωστή η απόφαση της προφυλάκισής μου έχασαν κάθε μέτρο. Για να αποφύγουμε τις κάμερες συνεννοήθηκα με τον υπεύθυνο αστυνόμο να κατέβω στην Αθήνα και να συναντηθούμε σε κάποιο σημείο μακριά. Ετσι έφυγα από το σπίτι μου παίρνοντας μαζί μου όπως ήταν φυσικό και το παιδί, αφού δεν υπήρχε κανείς για να το φροντίσει και το σπίτι βρίσκεται σε ερημική τοποθεσία. Αυτό που επακολούθησε δεν περιγράφεται. Μας ακολούθησαν τρία αυτοκίνητα και τρεις μοτοσικλέτες με κάμερες. Σε ολόκληρη τη διαδρομή των 45 χιλιομέτρων μάς βιντεοσκοπούσαν από όλες τις πλευρές, έμπαιναν μπροστά μας στην Εθνική, μας έκλειναν το δρόμο, με άμεσο κίνδυνο να προκαλέσουν ατύχημα. Ο κόσμος είδε μόνον τις δικές μας εικόνες και δεν μπορεί να καταλάβει αυτό που ζήσαμε. Δεν είδε την όψη και τις κινήσεις αυτών που μας κυνηγούσαν σαν αρπακτικά. Σ' όλη τη διάρκεια της επικίνδυνης καταδίωξης μου τηλεφωνούσε ο αστυνόμος προτείνοντας διάφορες διαδρομές και σημεία. Μέχρι και περιπολικό της τροχαίας έβαλε να τους σταματήσει, αλλά απέτυχε. Ωσπου δεν άντεξα άλλο και είπα στον αστυνόμο ότι σταματάω όπου βρίσκομαι και ελάτε να με πάρετε. Οπως και έγινε. Ηταν λάθος εκτίμησης του αστυνόμου αλλά και δικό μου που έγιναν έτσι τα πράγματα. Η ουσία ήταν ότι είτε στο δρόμο είτε στο σπίτι δεν ήταν δυνατό να αποφύγω τις κάμερες και να μην αντιληφθεί το παιδί μου τη σύλληψη. Εκτός αν εννοούν οι κροκόδειλοι ότι έπρεπε να διώξω το παιδί μου μακριά μου και να μην περάσουμε μαζί τις λίγες τελευταίες ώρες που είχαμε, όταν ξέραμε ότι μετά θα μας χώριζε πάντα ένα τζάμι.

Ομως, δεν τους αρκούσε το κακό που μου έκαναν εκείνη την ημέρα. Την άλλη στιγμή από την προφυλάκισή μου όλοι μαζί άρχισαν να με κατηγορούν και να με βρίζουν, να δείχνουν απροκάλυπτα εικόνες του γιου μου και να σχολιάζουν την προσωπική ζωή μου, παραβιάζοντας κάθε γραπτό και άγραφο νόμο και ενώ χρησιμοποίησαν με τον πιο ανήθικο τρόπο το ανήλικο, τόλμησαν οι αχρείοι να με κατηγορήσουν ότι ήμουν «πρόστυχη» και άχρηστη μητέρα. Γνήσια τέκνα του Γκαίμπελς.

Και επειδή η αθλιότητα δεν έχει τέλος, ανέσυραν από το παρελθόν και ένα γεγονός εξαιρετικά οδυνηρό για μένα και ξεκίνησαν γύρω από αυτό ένα άθλιο παιγνίδι όπου νικητής θα 'βγαινε όποιος ποδοπατούσε περισσότερο την προσωπική μου ζωή.

Αφού ικανοποιήθηκε το αίτημα όλων αυτών για την προφυλάκισή μου περίμενα ότι τουλάχιστον εδώ μέσα θα βρω την ησυχία μου. Μέγα λάθος μου. Πέρα από την επίθεση στην προσωπική και οικογενειακή μου ζωή ξεκίνησαν ένα καινούργιο σήριαλ σχετικά με την παραμονή μου στη φυλακή. Το νέο σενάριο με θέλει να δημιουργώ προβλήματα στο προσωπικό, να είμαι προκλητική και απαιτητική, να ζητώ προνομιακή μεταχείριση και άλλα φαιδρά. Οχι μόνον δεν έχω ζητήσει κάποια ιδιαίτερη μεταχείριση, αλλά μέχρι στιγμής βλέπω το παιδί μου μισή ώρα μόνον τη βδομάδα πίσω από ένα τζάμι αλεξίσφαιρο. Και τώρα μου είπαν ότι θα το βλέπω κάθε φορά 20 λεπτά πίσω από το τζάμι και 10 λεπτά έξω από το τζάμι, πίσω από ένα γραφείο. Πάντα όμως παρουσία αστυνομικών, που στέκουν όχι μακρύτερα από μισό μέτρο πάνω από το κεφάλι μας. Είναι επικοινωνία αυτή; Και τι θα άλλαζε για την ασφάλειά μας αν και τα 30 λεπτά μέναμε έξω από το τζάμι και μπορούσαμε να αγγιχτούμε; Οχι δεν τα έχω με το προσωπικό... Δεν έχω σηκώσει τον τόνο της φωνής μου όχι γιατί φοβάμαι κάτι, αλλά γιατί δεν είναι αυτοί υπεύθυνοι για τις συνθήκες κράτησής μου. Και η Διεύθυνση προσπαθεί να με βοηθήσει. Ομως οι συνθήκες κράτησης δεν είναι απόφαση της Διεύθυνσης των φυλακών. Είναι κάποιοι που παρουσιάζουν τα κελιά μας ως σουίτες πολυτελείας και επιχειρούν να προκαλέσουν αντιδράσεις εναντίον μας από τους άλλους κρατούμενους. Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. Τα σομόν κελιά είναι ένα φρικτό ψέμα. Το μοναδικό «προνόμιό» μας έναντι των άλλων είναι ότι έχουμε στη διάθεσή μας λίγο περισσότερο χώρο αφού καθένας είναι μόνος του σε κελί 2,60x3,60, κι αυτό γιατί ο χώρος αυτός είναι απαραίτητος για την απόλυτη απομόνωσή μας. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει έστω ένας κρατούμενος που θα ήθελε να βρίσκεται στη θέση μας. Εκείνοι κυκλοφορούν όλοι την ημέρα, συναναστρέφονται με άλλους, αθλούνται, ψυχαγωγούνται, μαγειρεύουν μαζί, φτιάχνουν καφέ ή τσάι κ.λπ. Εγώ δεν έχω δικαίωμα ούτε να ζεστάνω ένα κύπελλο νερό. Βρίσκομαι σε απόλυτη απομόνωση 24 ώρες το 24ωρο. Απαγορεύεται να μιλάω με τους άλλους είτε και με τους φύλακες εκτός από τα απαραίτητα. Τα «ειδικά κελιά» σημαίνει βαριές πόρτες, κάμερες παρακολούθησης, απόλυτη απομόνωση. Ο φωτισμός και ο αερισμός των κελιών είναι λιγοστός, αφού το παράθυρο-φεγγίτης βρίσκεται στα δύο μέτρα από το πάτωμα και το μέρος που ανοίγει είναι 60x60 εκατοστά. Βρίσκομαι νύχτα μέρα αμίλητη σε ένα χώρο όπου δεν βλέπω ουρανό (μερικοί τυχεροί βλέπουν 40 εκατοστά ουρανό αν ξαπλώσουν). Δεν βλέπω έξω αφού το παράθυρο είναι ψηλά, και στον ελάχιστο χρόνο που βγαίνω έξω αντικρίζω πανύψηλους μεταλλικούς τοίχους και ένα άδειο τρίγωνο προαύλιο.

Ο σωφρονιστικός κώδικας δεν προβλέπει τέτοια μεταχείριση. Η ποινή για το χειρότερο έγκλημα είναι η στέρηση της ελευθερίας και όχι τα βασανιστήρια. Η ευταξία και η πειθαρχία δεν επιτυγχάνονται με τη σωματική και διανοητική εξουθένωση του κρατούμενου και το επιχείρημα ότι η απομόνωση εξυπηρετεί την ανάκριση είναι παράλογο και υποκριτικό. Αυτή η απομόνωση συνιστά βασανιστήριο αφού οδηγεί στην ηθική και σωματική μας εξόντωση.

Και σαν να μη φτάνουν όλα αυτά επιχειρούν τώρα να εκφοβίσουν τη συνήγορό μας με φανατικές επιθέσεις, απειλές και συκοφαντίες για να μας στερήσουν κι αυτό το έσχατο δικαίωμα. Αιδώς Αργείοι. Υπάρχει και όριο.

Οφείλω να πω κλείνοντας ότι όλες αυτές οι επιθέσεις σε βάρος μου προήλθαν κυρίως από κάποιους από τους ιδιωτικούς σταθμούς και μεμονωμένα από τους υπόλοιπους.

Οφείλω επίσης να αναφερθώ σε εκείνους που προς τιμή τους δεν με συκοφάντησαν και δεν με διαπόμπευαν ακόμη και όταν προέβαιναν σε δυσμενείς για μένα κρίσεις σε σχέση με την υπόθεση, ενώ σεβάστηκαν το παιδί και την προσωπική μου ζωή.

Γι' αυτό οφείλω να ευχαριστήσω όλους εκείνους τους δημοσιογράφους, σκιτσογράφους, πολίτες, που υπερασπίστηκαν -ο καθένας με τον τρόπο του- τη λογική και την ευπρέπεια.

Ελευθεροτυπία, 12/10/2002


www.iospress.gr